Πάνω από 800 εκατομμύρια ενήλικες παγκοσμίως ζουν με διαβήτη τύπου 1 ή τύπου 2, ενώ το ποσοστό της νόσου στους ενήλικες έχει διπλασιαστεί από το 1990 μέχρι το 2022, σύμφωνα με ανάλυση που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό The Lancet με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Διαβήτη.
Η συνολική επικράτηση του διαβήτη τύπου 1 και τύπου 2 στους ενήλικες, ανεξαρτήτως φύλου, αυξήθηκε από περίπου 7% το 1990 σε 14% το 2022, με την πιο έντονη άνοδο να παρατηρείται στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Το 2022, περισσότεροι από το ένα τέταρτο των ασθενών με διαβήτη κατοικούσαν στην Ινδία (212 εκατομμύρια), την Κίνα (148 εκατομμύρια), τις ΗΠΑ (42 εκατομμύρια), το Πακιστάν (36 εκατομμύρια), την Ινδονησία (25 εκατομμύρια) και τη Βραζιλία (22 εκατομμύρια).
Οι χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά διαβήτη το 2022 (άνω του 25% του πληθυσμού) περιλάμβαναν νησιωτικές περιοχές του Ειρηνικού, χώρες της Καραϊβικής, της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, αλλά και το Πακιστάν και τη Μαλαισία. Στις ΗΠΑ, το ποσοστό διαβήτη έφτασε το 11,4% στις γυναίκες και το 13,6% στους άνδρες το 2022. Η αύξηση του διαβήτη τύπου 2 αποδίδεται κυρίως στην παχυσαρκία και στις ανθυγιεινές διατροφικές συνήθειες.
Αντίθετα, τα χαμηλότερα ποσοστά διαβήτη καταγράφηκαν στη δυτική Ευρώπη, την ανατολική Αφρική, την Ιαπωνία και τον Καναδά, με ποσοστά μόλις 2-4% στις γυναίκες σε χώρες όπως η Γαλλία, η Δανία, η Ισπανία, η Ελβετία και η Σουηδία, και 3-5% στους άνδρες σε χώρες όπως η Δανία, η Ουγκάντα, η Κένυα και το Μαλάουι.
Παράλληλα, οι δείκτες θεραπείας παρέμειναν χαμηλοί και στάσιμοι σε αρκετές χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, όπου η διάδοση της νόσου ήταν αυξανόμενη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το 2022, περίπου 445 εκατομμύρια ενήλικες άνω των 30 ετών, δηλαδή το 59% των πασχόντων παγκοσμίως, να μην έχουν λάβει θεραπεία για τον διαβήτη, αριθμός σχεδόν τριπλάσιος από αυτόν του 1990.
Αντίθετα, χώρες όπως ο Καναδάς, η Νότια Κορέα, περιοχές της κεντρικής και δυτικής Ευρώπης, καθώς και τμήματα της Λατινικής Αμερικής και της ανατολικής Ασίας, κατέγραψαν σημαντική βελτίωση στους δείκτες θεραπείας από το 1990 μέχρι το 2022. Στο Βέλγιο, για παράδειγμα, το 86% των γυναικών και το 77% των ανδρών έλαβαν θεραπεία. Ωστόσο, το χάσμα στη θεραπευτική κάλυψη μεταξύ των χωρών με τα υψηλότερα και τα χαμηλότερα ποσοστά διευρύνθηκε, με ορισμένες χώρες της υποσαχάριας Αφρικής να καταγράφουν μόλις 5-10% κάλυψη το 2022.
Οι ερευνητές της μελέτης τόνισαν την ανάγκη για αύξηση της χρηματοδότησης φαρμάκων και τη δημιουργία ολοκληρωμένων προγραμμάτων για τον διαβήτη, που θα επιτρέψουν την έγκαιρη διάγνωση και αποτελεσματική θεραπεία, ειδικά στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος.
Ως περιορισμούς της μελέτης αναφέρουν ότι τα δεδομένα από πολλές έρευνες δεν διέκριναν μεταξύ τύπου 1 και τύπου 2 διαβήτη στους ενήλικες, ενώ σε ορισμένες χώρες τα διαθέσιμα στοιχεία ήταν ανεπαρκή ή και ανύπαρκτα, αναγκάζοντας τους ερευνητές να βασιστούν σε πληροφορίες από άλλες χώρες για την εξαγωγή συμπερασμάτων.