Μπορεί να έχετε διαβάσει ότι τα καρύδια, τα ψάρια αλλά και άλλες τροφές ενισχύουν την μνήμη. Όμως, δεν είναι μόνο αυτές... Μία νέα έρευνα έδειξε ότι το wasabi (γουασάμπι), το πικάντικο πράσινο καρύκευμα που συνήθως σερβίρεται με sushi μπορεί να βελτιώσει τη μνήμη. Αυτό που κάνει... θαυματουργό το wasabi φαίνεται να είναι η ένωση που περιέχει και συγκεκριμένα το 6-MSITC, το οποίο είναι ήδη γνωστό για τις αντιοξειδωτικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητές του. Έρευνες έχουν δείξει ικανοποιητικά αποτελέσματα στις γνωστικές λειτουργίες σε μεσήλικες.
Πρόσφατα, ερευνητές στο Πανεπιστήμιο Tohoku της Ιαπωνίας μελέτησαν 72 υγιείς ενήλικες άνω των 60 ετών, δίνοντάς τους είτε ένα συμπλήρωμα που περιέχει 6-MSITC είτε ένα εικονικό φάρμακο για 12 εβδομάδες. Οι ερευνητές είπαν ότι όσοι έλαβαν τα συμπληρώματα εμφάνισαν «σημαντική βελτίωση στις επιδόσεις εργασίας και επεισοδιακής μνήμης» σε σχέση με εκείνους που έλαβαν εικονικό φάρμακο. Δεν βρέθηκαν σημαντικές βελτιώσεις με άλλες γνωστικές λειτουργίες.
«Γνωρίζαμε από προηγούμενες μελέτες σε ζώα ότι το wasabi προσέφερε οφέλη για την υγεία», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής Rui Nouchi στο CBS News. «Αλλά αυτό που μας εξέπληξε πραγματικά ήταν η δραματική αλλαγή. Η βελτίωση ήταν πραγματικά ουσιαστική» πρόσθεσε. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι το 6-MSITC ή το ισοθειοκυανικό 6-μεθυλσουλφινυλεξυλεστέρα, μειώνει τα οξειδωτικά και τη φλεγμονή στον ιππόκαμπο, μια κατώτερη περιοχή του εγκεφάλου που παίζει σημαντικό ρόλο στη μάθηση και τη μνήμη, η οποία μπορεί να προστατεύει από εγκεφαλική βλάβη και να ενισχύει τις νευρικές λειτουργίες.
Το Wasabi ή αλλιώς όπως λέγεται χρένο της Ιαπωνίας, συνήθως αλέθεται σε πάστα. Είναι μία παχιά, πρασινόχρωμη και έντονη σε γεύση πάστα η οποία προέρχεται από μια ρίζα. Συνοδεύει τα περισσότερα γιαπωνέζικα πιάτα και μπορεί να υπερηφανεύεται για τα ιδιαίτερα οφέλη που προσφέρει στην υγεία. Σύμφωνα με ιστορικά αρχεία, οι Ιάπωνες προσθέτουν το wasabi σε διάφορα πιάτα για πάνω από χίλια χρόνια. Όσοι είστε λάτρεις της γιαπωνέζικης κουζίνας σίγουρα θα το έχετε γευτεί.
Να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nutrients.