Το 2024 ήταν μια χρονιά προόδου και πρωτοποριών για την επιστημονική και την ιατρική κοινότητα, δίνοντας ελπίδα σε εκατομμύρια ασθενείς ανά τον κόσμο.
Όπως αναφέρει νέο ρεπορτάζ του National Geographic, οι ανακαλύψεις φέτος ήταν πολλές και υπόσχονται να εγκαινιάσουν μια νέα εποχή για την επιστήμη της ιατρικής. Δείτε παρακάτω μερικά από τα σημαντικότερα επιτεύγματα του 2024.
1. Καρδιακές βαλβίδες που αναπτύσσονται με τον άνθρωπο
Σε μια πρωτοποριακή μερική μεταμόσχευση καρδιάς, μια ομάδα επιστημόνων αντικατέστησαν τις ελαττωματικές βαλβίδες ενός νεογέννητου αγοριού με νέες, οι οποίες αναπτύσσονται και μεγαλώνουν μαζί με το σώμα του.
Η αντικατάσταση καρδιακών βαλβίδων με μηχανικά ή βιολογικά υποκατάστατα εφαρμόζεται εδώ και πάνω από 60 χρόνια. Ωστόσο, οι αντικαταστάσεις αυτές είτε δεν αναπτύσσονται ούτε αυτοεπιδιορθώνονται, είτε, στην περίπτωση των μηχανικών βαλβίδων, απαιτούν δια βίου φαρμακευτική αγωγή για την πρόληψη θρομβώσεων.
Στη νέα αυτή χειρουργική επέμβαση, το βρέφος έλαβε βαλβίδες από καρδιά ενός άλλου βρέφους με υγιείς βαλβίδες, το οποίο όμως χρειαζόταν πλήρη μεταμόσχευση καρδιάς. Οι βαλβίδες αυτές, ως ζωντανός ιστός, συνέχισαν να αναπτύσσονται και να αυτοεπιδιορθώνονται, όπως συμβαίνει με μια μεταμοσχευμένη καρδιά.
2. Μεταμοσχεύσεις οργάνων από χοίρους σε ανθρώπους
Το 2024, οι γιατροί πραγματοποίησαν επιτυχείς μεταμοσχεύσεις οργάνων από χοίρους σε ανθρώπους, δίνοντας νέες ελπίδες στους ασθενείς που βρίσκονται σε λίστες αναμονής μεταμοσχεύσεων.
Οι περισσότερες από αυτές τις επεμβάσεις αφορούσαν τον νεφρό, το όργανο με τη μεγαλύτερη ζήτηση στις μεταμοσχεύσεις, λόγω των αυξανόμενων κρουσμάτων τελικού σταδίου νεφρικής ανεπάρκειας.
Στη Βοστώνη, χειρουργοί μετέφεραν τον νεφρό από έναν γενετικά τροποποιημένο χοίρο σε έναν 62χρονο άνδρα, προσθέτοντας ανθρώπινα γονίδια για καλύτερη συμβατότητα και απενεργοποιώντας ιούς του χοίρου για την εξάλειψη κινδύνων μόλυνσης. Στη Νέα Υόρκη, γιατροί προχώρησαν σε διπλή μεταμόσχευση γενετικά τροποποιημένου νεφρού και θύμου αδένα για την αποφυγή απόρριψης.
Παρότι οι πρώτες επιτυχίες δίνουν ελπίδες, παραμένουν πολλά να διδαχθούν πριν οι διασυνοριακές αυτές μεταμοσχεύσεις γίνουν κοινή πρακτική.
3. Αιματολογικό τεστ για τη διάγνωση του Αλτσχάιμερ
Επιστήμονες στη Σουηδία ανέπτυξαν αιματολογικό τεστ που μπορεί να ανιχνεύσει τη νόσο Αλτσχάιμερ σε ηλικιωμένους με ακρίβεια 90%.
Η διάγνωση μέχρι τώρα απαιτούσε είτε μαγνητική εγκεφάλου είτε δείγματα εγκεφαλονωτιαίου υγρού, διαδικασίες που δεν μπορούν να γίνουν σε πολλά ιατρεία. Το νέο τεστ μετράει βιοδείκτες του Αλτσχάιμερ στο αίμα, καθιστώντας δυνατή την έγκαιρη διάγνωση.
Αν και η έγκριση από τον FDA εκκρεμεί, το PrecivityAD2 θεωρείται πολλά υποσχόμενο, καθώς θα μπορούσε να διευρύνει την πρόσβαση στη διάγνωση και στη θεραπεία.
4. Ενιαίο εμβόλιο κορωνοϊό και γρίπη
Η ανάπτυξη ενός συνδυαστικού εμβολίου που μπορεί να προστατεύσει ταυτόχρονα από την COVID-19 και τη γρίπη αποτέλεσε σημαντικό επίτευγμα το 2024, φέρνοντας πιο κοντά την ελπίδα για ευκολότερη και πιο ευρεία ανοσοποίηση. Οι κλινικές δοκιμές που διεξήχθησαν από τη Moderna έδειξαν ότι το εμβόλιο mRNA που συνδυάζει προστασία από τους δύο ιούς προσφέρει ισχυρότερη ανοσολογική απόκριση σε σύγκριση με τα ξεχωριστά εμβόλια. Οι συμμετέχοντες στις δοκιμές ανέφεραν παρόμοια επίπεδα ασφάλειας και ανεκτικότητας, καθιστώντας το εμβόλιο μια πολλά υποσχόμενη λύση για το μέλλον.
Η προοπτική ενός συνδυαστικού εμβολίου μπορεί να διευκολύνει σημαντικά την ανοσοποίηση, μειώνοντας τον αριθμό των επισκέψεων στα ιατρεία και τα νοσοκομεία. Αν και η διάθεση ενός τέτοιου εμβολίου αναμένεται το 2025, τα αποτελέσματα του 2024 δείχνουν ότι η ενσωμάτωση των δύο εμβολίων σε μία δόση μπορεί να ενισχύσει την προστασία της δημόσιας υγείας σε παγκόσμιο επίπεδο.
5. Αυτοάνοσα και γυναίκες – Μεγάλη ανακάλυψη και ελπίδες για νέες θεραπείες
Τα αυτοάνοσα νοσήματα πλήττουν δυσανάλογα τις γυναίκες. Επτά στις δέκα περιπτώσεις αυτοάνοσων νοσημάτων, όπως ο Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος και η ρευματοειδής αρθρίτιδα, εμφανίζονται σε γυναίκες. Μέχρι πρόσφατα, τα αίτια πίσω από το δυσανάλογο αυτό καταμερισμό παράμεναν άγνωστα. Το 2024, ωστόσο, η επιστήμη έφερε στο φως μια πιθανή εξήγηση που βασίζεται στις βιολογικές διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Ειδικότερα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο τρόπος με τον οποίο το σώμα των γυναικών διαχειρίζεται το δεύτερο Χ χρωμόσωμα ίσως παίζει κρίσιμο ρόλο. Ενώ οι άνδρες έχουν μόνο ένα Χ χρωμόσωμα, οι γυναίκες έχουν δύο, όμως ο οργανισμός έχει ανάγκη μόνο ένα από αυτά για να λειτουργεί. Ο μηχανισμός που κανονικά απενεργοποιεί το δεύτερο Χ χρωμόσωμα φαίνεται ότι σε κάποιες περιπτώσεις παρουσιάζει προβλήματα, προκαλώντας την ενεργοποίηση γονιδίων που θα έπρεπε να παραμείνουν ανενεργά.
Μια βασική πρωτεΐνη που είναι υπεύθυνη για την απενεργοποίηση του Χ χρωμοσώματος φαίνεται ότι σχετίζεται με την εμφάνιση αυτοάνοσων νοσημάτων. Τα στοιχεία αυτά είναι ιδιαίτερα σημαντικά, καθώς δίνουν μια πιθανή βιολογική βάση για τη δυσανάλογη εμφάνιση αυτοάνοσων νοσημάτων σε γυναίκες. Ειδικοί που μίλησαν στο National Geographic ανέφεραν ότι η ανακάλυψη αυτή ανοίγει τον δρόμο για περαιτέρω έρευνα, ώστε να κατανοηθούν καλύτερα οι επιπτώσεις αυτών των μηχανισμών.
Η καλύτερη κατανόηση αυτών των διαδικασιών μπορεί να οδηγήσει σε πιο στοχευμένες θεραπείες. Η έρευνα για τα αυτοάνοσα νοσήματα βρίσκεται ακόμη στα αρχικά της στάδια, αλλά οι ανακαλύψεις του 2024 αποτελούν ένα σημαντικό βήμα για την εξάλειψη των διαφορών στην υγεία μεταξύ ανδρών και γυναικών.
6. Νέο φάρμακο για την αλλεργία στα φιστίκια
Η αλλεργία στα φιστίκια αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους φόβους των γονιών, ειδικά για τα μικρά παιδιά. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, περισσότερο από το 10% του πληθυσμού πάσχει από κάποια μορφή τροφικής αλλεργίας, ενώ οι σοβαρές αλλεργικές αντιδράσεις στα φιστίκια μπορούν να αποβούν απειλητικές για τη ζωή. Το 2024, όμως, η έγκριση του φαρμάκου ομαλιζουμάμπη (omalizumab) από τον FDA έδωσε ελπίδα για την καλύτερη διαχείριση αυτών των αλλεργιών.
Το φάρμακο αυτό, το οποίο κυκλοφορεί ήδη από το 2003 για τη θεραπεία αλλεργικού άσθματος, μπορεί τώρα να χρησιμοποιηθεί για την πρόληψη σοβαρών αντιδράσεων σε παιδιά ηλικίας ενός έτους και άνω. Οι μελέτες έδειξαν ότι, μετά από τέσσερις μήνες θεραπείας με ενέσιμες δόσεις κάθε δύο έως τέσσερις εβδομάδες, οι ασθενείς είχαν σημαντικά μικρότερη πιθανότητα να εκδηλώσουν σοβαρή αλλεργική αντίδραση.
Αν και η ομαλιζουμάμπη δε θεραπεύει την αλλεργία, προσφέρει ένα σημαντικό περιθώριο ασφάλειας. Οι ασθενείς μπορούν να μειώσουν την ανησυχία τους για τυχαία έκθεση σε αλλεργιογόνες ουσίες, αλλά παραμένει απαραίτητη η αποφυγή των τροφών που προκαλούν αλλεργία.