Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Όστιν κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η κατανάλωση υπερ-επεξεργασμένων συσκευασμένων τροφίμων, όπως είναι τα αναψυκτικά διαίτης, τα μπισκότα και τα δημητριακά, συνδέονται στενά με υψηλότερα επίπεδα σακχάρου στο αίμα σε άτομα με διαβήτη τύπου 2.
Ήδη, γνωρίζουμε από προηγούμενες έρευνες ότι τα υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα συνδέονται με μια σειρά από προβλήματα υγείας, τα οποία κυμαίνονται από υψηλότερα ποσοστά καρδιακών παθήσεων έως παχυσαρκία, διαταραχές ύπνου, άγχος, κατάθλιψη και πρόωρο θάνατο.
Η λήψη τροφών με πρόσθετα μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερο μέσο επίπεδο γλυκόζης στο αίμα μέσα σε λίγους μήνες, προκαλώντας αύξηση του ορίου που ονομάζεται HbA1C, σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Journal of the Academy of Nutrition and Dietetics.
Η νέα μελέτη συσχέτισε τις διατροφικές συνήθειες με τον έλεγχο του σακχάρου στο αίμα σε άτομα με διαβήτη τύπου 2, μια κατάσταση κατά την οποία το σώμα δεν παράγει αρκετή ινσουλίνη.
«Διαπιστώσαμε ότι όσο περισσότερα υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα κατά βάρος υπήρχαν στη διατροφή ενός ατόμου, τόσο χειρότερος ήταν ο έλεγχος του σακχάρου στο αίμα του», είπε η Marissa Burgermaster, μία από τους συγγραφείς της μελέτης. «Όσο περισσότερα ελάχιστα επεξεργασμένα ή μη επεξεργασμένα τρόφιμα υπήρχαν στη διατροφή ενός ατόμου, τόσο καλύτερος ήταν ο έλεγχος του σακχάρου», συμπλήρωσε.
Στην μελέτη συμμετείχαν 275 Αφροαμερικανοί ενήλικες από το Όστιν, οι οποίοι είχαν διαγνωστεί με διαβήτη τύπου 2. Κάθε άτομο παρείχε πληροφορίες για τη δίαιτά του ανά τακτά χρονικά διαστήματα καθώς και ένα δείγμα αίματος για τη μέτρηση των επιπέδων της πρωτεΐνης αιμοσφαιρίνης του αίματος HbA1C. Στη συνέχεια, βαθμολογήθηκε η συνολική ποιότητα της διατροφής των συμμετεχόντων.
Οι συμμετέχοντες που κατανάλωναν περισσότερα τρόφιμα ολικής αλέσεως ή τρόφιμα και ποτά με ελάχιστη επεξεργασία είχαν καλύτερο έλεγχο της γλυκόζης στο αίμα.
Μια τιμή HbA1C κάτω από 7 σε μια εξέταση αίματος θεωρήθηκε ιδανική για τα άτομα με διαβήτη τύπου 2.
Οι συμμετέχοντες για τους οποίους τα εξαιρετικά επεξεργασμένα τρόφιμα αντιπροσώπευαν το 20% ή λιγότερο της διατροφής τους είχαν κατά μέσο όρο περισσότερες πιθανότητες να ανταποκριθούν σε αυτή την τιμή, διαπίστωσε η μελέτη.