Νέα δεδομένα για τη νόσο του Crohn. Τα αποτελέσματα της δοκιμής PROFILE που δημοσιεύθηκαν από ερευνητές του Κέμπριτζ φέτος, βοήθησαν να καθοριστεί ένα νέο παγκόσμιο πρότυπο για τη θεραπεία της δια βίου πάθησης. Η δοκιμή έδειξε ότι η πρώιμη θεραπεία με μονοκλωνικά αντισώματα, ήταν εξαιρετικά αποτελεσματική και ασφαλέστερη θεραπεία για ασθενείς που διαγνώστηκαν πρόσφατα από το τρέχον πρότυπο περίθαλψης.
Η νόσος του Crohn χαρακτηρίζεται από φλεγμονή του πεπτικού σωλήνα και μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα ζωής ενός ατόμου με συμπτώματα που περιλαμβάνουν πόνο στο στομάχι, διάρροια, απώλεια βάρους και κόπωση.
Ο Δρ Noor, από το Τμήμα Ιατρικής του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, ανέφερε ότι τα ευρήματα επαναπροσδιόρισαν τι πρέπει να θεωρείται πρώιμη θεραπεία της νόσου.
Από τη στιγμή που ένας ασθενής διαγνωστεί με νόσο του Crohn, υπάρχει ανάγκη να ξεκινήσει μια αποτελεσματική θεραπεία το συντομότερο δυνατό, όσον αφορά τη βλάβη που συμβαίνει στο έντερο.
Η δοκιμή διεξήχθη από τον επικεφαλής ερευνητή, καθηγητή Miles Parkes, του Εθνικού Ινστιτούτου Έρευνας Υγείας και Φροντίδας του Cambridge Biomedical Research Center στο Addenbrooke's.
Ο ίδιος ανέφερε: «Εάν έχετε μια ολιστική άποψη της ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης της ανάγκης για νοσηλεία και επείγουσα χειρουργική επέμβαση, τότε το πιο ασφαλές για τον ασθενή, είναι να λάβει θεραπεία αμέσως μετά τη διάγνωση αντί να γίνει μια σταδιακή θεραπεία».
Η δοκιμή του PROFILE
Η δοκιμή, η οποία αφορούσε επίσης ασθενείς στο Νοσοκομείο Addenbrooke, χρηματοδοτήθηκε από το Cambridge University Hospitals NHS Foundation Trust.
Το PROFILE περιελάμβανε 386 νεοδιαγνωσθέντες ασθενείς από 40 νοσοκομεία, οι οποίοι χωρίστηκαν τυχαία σε μία από τις δύο ομάδες θεραπείας.
Σε κάθε ομάδα δόθηκε διαφορετική στρατηγική θεραπείας.
Η πρώτη ομάδα υποβλήθηκε σε θεραπεία χρησιμοποιώντας infliximab, μια θεραπεία μονοκλωνικών αντισωμάτων που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία πολλών αυτοάνοσων νοσημάτων, το συντομότερο δυνατό μετά τη διάγνωσή τους.
Η δεύτερη ομάδα αντιμετωπίστηκε χρησιμοποιώντας τη συμβατική μέθοδο της έναρξης ασθενών με infliximab μόνο εάν η νόσος τους προχωρούσε και δεν ανταποκρινόταν σε άλλες απλούστερες θεραπείες.
Στην πρώτη ομάδα, το 80% είχε τόσο συμπτώματα όσο και δείκτες φλεγμονής ελεγχόμενους καθ' όλη τη διάρκεια του έτους σε σύγκριση με το 15% αυτών στην ομάδα «συμβατικής» θεραπείας.
Στην ομάδα της πρώιμης αποτελεσματικής θεραπείας, το 67% δεν είχε έλκη στο τέλος της δοκιμαστικής κολονοσκόπησης, ενώ οι ασθενείς που έλαβαν έγκαιρη αποτελεσματική θεραπεία είχαν επίσης υψηλότερα αποτελέσματα ποιότητας ζωής, λιγότερη χρήση στεροειδών φαρμάκων, μικρότερο αριθμό σοβαρών λοιμώξεων και χαμηλότερο αριθμό νοσηλειών.
Τέλος μόλις το 0,5% στην πρώτη ομάδα χρειάστηκε επείγουσα χειρουργική επέμβαση στην κοιλιά σε σύγκριση με το 5% στη δεύτερη ομάδα.