Μία νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο περιοδικό «JAMA Neurology» επισημαίνει ότι μόλις 1% μείωση στον βαθύ ύπνο ετησίως στα άτομα άνω των 60 ετών μεταφράζεται σε 27% αυξημένο κίνδυνο άνοιας.
Περισσότερα από 300 άτομα άνω των 60 ετών εξετάστηκαν για τη μελέτη, στην οποία ήταν επικεφαλής ο Μάθιου Πέις, αναπληρωτής καθηγητής της Σχολής Ψυχολογικών Επιστημών Monash και του Ινστιτούτου Turner για τον Εγκέφαλο και την Ψυχική Υγεία στη Μελβούρνη της Αυστραλίας. Οι συμμετέχοντες πήραν μέρος σε δύο μελέτες ύπνου κατά τη διάρκεια της νύχτας κατά τις χρονικές περιόδους 1995-1998 και 2001-2003. Στη συνέχεια οι συμμετέχοντες παρακολουθήθηκαν για άνοια.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι κατά μέσο όρο ο βαθύς ύπνος μειώθηκε σε διάρκεια μεταξύ των δύο μελετών υποδεικνύοντας απώλεια αυτού του σταδίου ύπνου με τη γήρανση. Επίσης, εντόπισαν ότι κάθε ποσοστιαία μείωση στον βαθύ ύπνο ετησίως συσχετίστηκε με 27% αύξηση του κινδύνου άνοιας σε μεταγενέστερη ηλικία. Ακόμη και μετά την προσαρμογή για την ηλικία, το φύλο, τους γενετικούς παράγοντες, το κάπνισμα, τη χρήση υπνωτικών, αντικαταθλιπτικών ή αγχολυτικών, η συσχέτιση παρέμενε η ίδια.
Όπως εξηγεί ο κ. Πέις, ο βαθύς ύπνος ή ύπνος αργών κυμάτων «υποστηρίζει τον γηράσκοντα εγκέφαλο με πολλούς τρόπους και γνωρίζουμε ότι ο ύπνος αυξάνει την απομάκρυνση των μεταβολικών αποβλήτων από τον εγκέφαλο, συμπεριλαμβανομένης της διευκόλυνσης στην απομάκρυνση των πρωτεϊνών που συσσωρεύονται στη νόσο Αλτσχάιμερ».