Ονομάζομαι Φώτης Βασιλόπουλος, είμαι ψυχολόγος και Επιστημονικά Υπεύθυνος στο Κέντρο Ημέρας «Franco Basaglia» της Εταιρείας Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ψυχικής Υγείας (Ε.Π.Α.Ψ.Υ.) στο Μαρούσι. Το Κέντρο Ημέρας παρέχει δωρεάν υπηρεσίες ψυχικής υγείας στην κοινότητα σε κατοίκους συγκεκριμένων Δήμων της Αττικής, βάσει τομεοποίησης του Υπουργείου Υγείας.
Το τελευταίο διάστημα γίνεται πολύς λόγος για την έξαρση φαινομένων βίας στην ελληνική κοινωνία, κυρίως από ανηλίκους. Φαινόμενο ως συνήθως «πολυσύνθετο», «πολυπαραγοντικό» που μπορεί να προσεγγιστεί από πολλές σκοπιές και ιδεολογικές τοποθετήσεις.
Μία από τις προσεγγίσεις κατανόησης σε ένα πρώτο επίπεδο είναι η λειτουργία της οικογένειας, της πατρικής λειτουργίας και της εσωτερίκευσης των κανόνων.
Η οικογένεια βέβαια και η λειτουργία της ανήκουν με τη σειρά τους σε ένα ευρύτερο πλαίσιο. Ανήκουν στο υπερπλαίσιο μιας ιδιαίτερα σκληρής και πολύπλοκης πραγματικότητας. Ο φακός κατανόησης των φαινομένων βίας δύναται να εστιάσει εξίσου την προσοχή στο ατομικό αλλά και στο κοινωνικό.
Στη μυθολογία, η Βία ήταν θεότητα και ένα από τα αδέρφια της ήταν το Κράτος. Η Βία μάλιστα σε κάποιες τραγωδίες, πχ στον Προμηθέα Δεσμώτη του Αισχύλου, έχει ενεργό ρόλο, θέτοντας τον εαυτό της- σε σύμπραξη με τον αδερφό της, Κράτος- στις υπηρεσίες του παντοδύναμου Δία προς αποκατάσταση της θεϊκής επιθυμίας, νομοτέλειας και τάξης.
Η βία σε διάφορες μορφές της είναι σύμφυτη με την ανθρώπινη φύση. Υπήρχε και θα υπάρχει πάντα στις κοινωνίες. Με τη σειρά τους, και οι κοινωνίες ασκούσαν βία προς τον άνθρωπο, με την έννοια ότι τον καλούσαν να στερηθεί/ θυσιάσει κάτι από την επιθυμία του προκειμένου να καταφέρει να συνυπάρξει με άλλους σε ένα πλαίσιο που διέπεται από όρια, κανόνες και νόμους.
Πολλές φορές η βία που προέρχεται από τον θεσμό, υπερβαίνει το ανωτέρω πλαίσιο και καταλήγει να κακοποιεί και να ταπεινώνει τον πολίτη. Το αίσθημα απόγνωσης και εγκατάλειψης που δημιουργείται στον πολίτη αποτελεί σίγουρα ικανή- εάν όχι και αναγκαία- συνθήκη να τον οδηγήσει σε ένα βίαιο πέρασμα στην πράξη, ως μια ασυνείδητη διαμαρτυρία για την κοινωνική αδικία που υφίσταται.
Τα παραδείγματα κοινωνικής οδύνης είναι πολλά. Από 1/1/24 έγιναν μικρές αυξήσεις μισθών. Όμως οι «αυξήσεις» μισθών είναι μη αναλογικές με τις προ πολλού αυξήσεις σε τιμές βασικών προϊόντων, ρεύματος και καυσίμων.
Φαινόμενα βίας δεν συναντά κανείς μόνο σε παραβατικούς εφήβους. Έκφανση θεσμικής βίας μπορεί να είναι και όταν ο νεαρός ενήλικας ή όταν ο πατέρας του «παραβατικού» εφήβου αναγκάζεται να κάνει τρεις δουλειές μέσα στο 24ωρο και πληρώνει ένα ενοίκιο που σε άλλα χρόνια ήταν αντίστοιχο με ενοίκιο που συναντούσε κανείς μόνο σε πρωτεύουσα της δυτικής Ευρώπης.
Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα στην Ευρώπη που οι πολίτες της αναγκάζονται να δαπανήσουν το μεγαλύτερο μέρος του μισθού τους στο ενοίκιο. https://ec.europa.eu/eurostat/web/interactive-publications/housing-2023#housing-cost
Η κατάσταση της δημόσιας υγείας με τις συνθήκες στις εφημερίες, τις αναμονές στα χειρουργεία και τις αναμονές για ραντεβού στο 1535 επιφέρουν επίσης σωματική και ψυχική επιβάρυνση στους πολίτες.
Τι συναίσθημα δημιουργεί αλήθεια στους πολίτες όταν μπαίνεις σε ένα τρένο να ταξιδέψεις και σκοτώνεσαι; Αυτό που ακολουθεί βέβαια του συγκεκριμένου δυστυχήματος, όπως και της τραγωδίας στο Μάτι, δεν είναι απλά βία. Είναι εξευτελισμός και κακοποίηση. Είναι εύκολο να κατηγορούνται συγγενείς θυμάτων ότι παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους, αλλά μήπως να αναρωτηθούμε πρώτα τι τους οδήγησε εκεί εκτός από τον «θυμό» από την απώλεια των αγαπημένων τους;
Έκφανση παραμέλησης από την πλευρά του κράτους αποτελεί είναι και η συνεχιζόμενη, μονοδιάστατη αμυντική τακτική στην δασοπυρόσβεση επειδή οποιαδήποτε άλλη επιθετική τακτική απαιτεί πόρους, άλλου τύπου συντονισμό και προσωπικό. Κάτι σαν αυτά που είχαν οι Ρουμάνοι πυροσβέστες και προκάλεσαν τον πανελλήνιο θαυμασμό.
Δεν είναι δυνατόν η θεσμική, επαγγελματική και εξειδικευμένη απόκριση στην κατάσβεση να αντικαθίσταται διαρκώς από την αλληλέγγυα, αυθόρμητη και ενσυναισθητική απόκριση των πολιτών.
Όσο ο δρόμος ανάγνωσης της βίας παραμένει μονοδιάστατα επικεντρωμένος στον ατομικό ψυχισμό τότε θα χάνουμε κάτι από την ευρύτερη συλλογική εικόνα. Οι ενδοατομικές και διατομικές παρεμβάσεις μπορούν να έχουν μόνο περιορισμένα αποτελέσματα. Ως εκ τούτου, προγράμματα πρόληψης που έχουν ως βασικό άξονα της παρέμβασης την ψυχολογική υποστήριξη, απλά καταπραΰνουν μεμονωμένα- στην καλύτερη περίπτωση- το φαινόμενο.
Ας θυμηθούμε την ταινία του Joker (2019). «Ο φαύλος κύκλος ψυχικής διαταραχής – κοινωνικού αποκλεισμού – αδιεξόδου γίνεται όλο και πιο ορατός όσο μεγαλώνει η φτώχεια και μικραίνει το κράτος πρόνοιας. |…| Ένας από τους λόγους που η ταινία Joker προκάλεσε τέτοια ένταση είναι ότι αναδείκνυε με έναν συγκλονιστικό τρόπο τη δύναμη της συνάντησης της ψυχικής ασθένειας με την κοινωνική οδύνη και την κοινωνική αλλοτρίωση.» (Στυλιανίδης, tvxs.gr, 21/10/19).
Ο σύγχρονος Γάλλος διανοητής και φιλόσοφος, Etienne Balibar, μιλά για τον πραγματικό διαμεσολαβητικό, εξισορροπητικό και ρυθμιστικό ρόλο που πρέπει να έχει η πολιτική στη βία που παρατηρείται εντός των κοινωνικών θεσμών. Για τον Balibar, το μόνο ουσιαστικό αντίδοτο στη βία των θεσμών είναι η ίδια η δημοκρατία. Μια δημοκρατία που παλεύει να μειώσει τις ανισότητες και δεν κάνει εξώσεις σε πολίτες για πλειστηριασμούς κατοικιών.
Σε πολλά από τα φαινόμενα βίας το κράτος και η πολιτική ηγεσία απαντούν με λύσεις «βιτρίνας», βάζοντας μπροστά την «επιστήμη», ώστε να καταχωρηθεί στη συνείδηση του κόσμου ένα κατ’ επίφαση κράτος πρόνοιας.
Και κάπως έτσι εμπλέκεται η καθημερινότητα ενός επαγγελματία ψυχικής υγείας στον κύκλο της θεσμικής βίας.
Αντί να μιλάμε για ένα κράτος προνοίας ουσιαστικό, παρουσιάζονται φανταχτερά πυροτεχνήματα, πχ γραμμές τηλεφωνικής ψυχολογικής υποστήριξης, που μπορεί να είναι εξαιρετικά σημαντικές σε ένα απαρτιωμένο δίκτυο φροντίδας αλλά όχι όταν λειτουργούν μεμονωμένα αντικαθιστώντας δομές ψυχικής υγείας στην κοινότητα. Αντί να αποτελούν μέρος ενός συντονισμένου δικτύου υπηρεσιών καταλήγουν να εργαλειοποιούνται από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία και να διαχειρίζονται, μοιραία, αναποτελεσματικά και εντελώς «πυροσβεστικά» έναν όγκο, πρώτον που δεν τους αναλογεί και που δεύτερον δεν έχει κλινικά κανένα νόημα.
Αντίστοιχα, οι συνάδελφοι στις Κοινωνικές Υπηρεσίες των Δήμων καταλήγουν να είναι άλλοτε υπερφορτωμένοι ή απλά «χαμένοι» στην αδυναμία παραπομπής και διασύνδεσης των ωφελούμενων σε πιο κατάλληλες υπηρεσίες. Είτε μπορεί να μην έχουν που να παραπέμψουν, είτε βέβαια μπορεί να υπάρχουν οι διαθέσιμοι πόροι και να μην γνωρίζουν εκείνοι δυστυχώς που να παραπέμψουν.
Και οι Υπηρεσίες ψυχικής υγείας όμως έχουν το μερίδιο ευθύνης που τους αναλογεί. Πολλές υπηρεσίες, κυρίως ΝΠΙΔ, αρέσκονται και αρκούνται σε ένα επιφανειακό counselling, με ολίγον από soft skills, self-esteem και capacity building interventions. Παρατηρούμε να πραγματοποιούνται περισσότερο γενικευμένες δράσεις στην κοινότητα που προωθούν το «well- being» και που ενίοτε γίνονται με βασικό γνώμονα την ανάγκη του κάθε φορέα να αποδείξει την προσφορά του συλλέγοντας ΑΜΚΑ για λόγους χρηματοδότησης.
Επίσης, καλό θα ήταν για λόγους στοιχειώδους αξιοπρέπειας και ταπεινότητας η οποιαδήποτε ψυχοκοινωνική δράση να μην συνοδεύεται απαραίτητα και από κάποιο post στα social media. Ξέχασα όμως. Το αν ένας φορέας θεωρείται «επιτυχημένος» («επιτυχημένος» ως προς τι άραγε;) μετριέται από την «απήχηση» των «likes» στα posts!
Χρειάζονται παρεμβάσεις με μετρήσιμα αποτελέσματα, ουσιαστικής και ολοκληρωμένης φροντίδας, με πρόβλεψη για κατ’οίκον επισκέψεις σε ανθρώπους με σοβαρές ψυχοκοινωνικές ανάγκες που δυσκολεύονται να προσέλθουν σε υπηρεσίες, με έγνοια για την ψυχική και σωματική υγεία ευάλωτων ομάδων πληθυσμού. Να πάμε δηλαδή να συναντήσουμε εμείς, ως επαγγελματίες ψυχικής υγείας, στο πεδίο τον αόρατο ευάλωτο συμπολίτη που δυσκολεύεται να προσεγγίσει την υπηρεσία, αντί να τον περιμένουμε να προσέλθει καθήμενοι στο γραφείο.
Ακόμα και τότε βέβαια, επαγγελματίες ψυχικής υγείας και ωφελούμενοι υπηρεσιών έρχονται αντιμέτωποι με άλλα αδιέξοδα ζητήματα που άπτονται του κοινωνικού, όπως το στεγαστικό και η αδυναμία βιοπορισμού πολλών «κοινωνικών περιστατικών» με τα οποία κατακλύζονται οι συνάδελφοι στις Κοινωνικές Υπηρεσίες Δήμων ανήμποροι να προσφέρουν κάτι παραπάνω. Αρκετές φορές όταν έρχεται η ώρα του εξιτηρίου από δημόσιο ψυχιατρείο ή ψυχιατρικό τμήμα γενικού νοσοκομείου τρέμει το φυλλοκάρδι επαγγελματιών για το «σε ποιο σπίτι θα επιστρέψει άραγε ο ωφελούμενος».
Βία είναι όταν ένα Κέντρο ψυχικής υγείας ενηλίκων στην κοινότητα αντιστοιχεί σε 350.000 κατοίκους αντί για 80.000 που είναι κατά Μ.Ο η αντίστοιχη κάλυψη σε χώρες της δυτικής Ευρώπης, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται μεγάλες αναμονές στην παροχή υπηρεσιών.
Για την παιδοψυχιατρική κάλυψη δεν θα μπω καν στον κόπο να το συζητήσω. Παιδιά με ψυχιατρικά ζητήματα από Αθήνα νοσηλεύονται τελικά στην Πάτρα λόγω έλλειψης κλινών.
Θεσμική βία προς τους πολίτες αλλά και τους ίδιους τους εργαζόμενους, επαγγελματίες ψυχικής υγείας, αποτελούν οι αλλεπάλληλες, επαναλαμβανόμενες εισαγγελικές εντολές για λήψη υπηρεσιών ψυχικής υγείας στην κοινότητα (πχ για ζητήματα γονικής επάρκειας ή για τη συγκρουσιακή σχέση ζευγαριών που καταφεύγουν στη δικαιοσύνη) χωρίς κάποιον κεντρικό συντονισμό και χωρίς κανένα οργανωμένο πλάνο παρακολούθησης και έκβασης, κάτι που θα μπορούσε εύκολα να λυθεί με θεσμοθέτηση του συστήματος του «case management» μεταξύ εισαγγελίας, κοινωνικών υπηρεσιών των Δήμων και κοινοτικών υπηρεσιών ψυχικής υγείας για να μη «χάνονται» και να μην «ανακυκλώνονται» τα περιστατικά.
Όσο το κράτος κωφεύει στα ανωτέρω και ταπεινώνει συστηματικά τους πολίτες του, τόσο τα περιστατικά βίας- ως άλλα περάσματα στην πράξη- θα αυξάνονται και θα κυριαρχεί μια γενικευμένη κοινωνική βία τόσο top- down όσο και bottom- up.
Φώτης Βασιλόπουλος
Κλινικός ψυχολόγος MSc- Ψυχοθεραπευτής
Επιστημονικά Υπεύθυνος Κέντρου Ημέρας Franco Basaglia ΕΠΑΨΥ