Υπάρχει σύνδεση μεταξύ της κατανάλωσης καφέ και του μειωμένου κινδύνου διαβήτη; Σε αυτό το ερώτημα επιχειρούν να απαντήσουν επιστήμονες μέσω των μελετών τους. Αν και προκύπτει συσχέτιση μεταξύ της κατανάλωσης καφέ και του μειωμένου κινδύνου διαβήτη τύπου 2, φαίνεται ότι ο μηχανισμός που συνδέει αυτά τα δύο παραμένει ακόμα ασαφής.
Μία έρευνα, η οποία δημοσιεύτηκε στο Clinical Nutrition, διαπίστωσε ότι η κατανάλωση καφέ θα μπορούσε να μειώσει τον κίνδυνο διαβήτη τύπου 2 περιορίζοντας την υποκλινική φλεγμονή. Το όφελος ήταν ισχυρότερο σε όσους έπιναν αλεσμένο καφέ - φιλτραρισμένο ή εσπρέσο - και σε άτομα που είχαν κόψει το κάπνισμα ή δεν κάπνισαν ποτέ.
Οι συγγραφείς της μελέτης ανέλυσαν ένα μεγάλο σύνολο δεδομένων από συμμετέχοντες σε δύο πληθυσμιακές μελέτες: τη Biobank του Ηνωμένου Βασιλείου και τη Μελέτη του Ρότερνταμ της Ολλανδίας.
Η επίδραση ενός φλιτζανιού καφέ ημερησίως στην υγεία
Η κοόρτη της UK Biobank περιελάμβανε 502.536 άτομα από την Αγγλία, τη Σκωτία και την Ουαλία που άρχισαν να συμμετέχουν στη μελέτη μεταξύ Απριλίου 2006 και Δεκεμβρίου 2010. Ήταν 37 έως 73 ετών. Το 2017, έγιναν διαθέσιμα δεδομένα παρακολούθησης για αυτά τα άτομα. Η Μελέτη του Ρότερνταμ, η οποία ξεκίνησε το 1990, βρίσκεται σε εξέλιξη, με συμμετέχοντες 14.929 άτομα. Τα δεδομένα παρακολούθησης κυκλοφόρησαν το 2015.
Στη μελέτη, οι ερευνητές παρατήρησαν αλλαγές στα επίπεδα των βιοδεικτών που σχετίζονται με τη φλεγμονή και με τον διαβήτη τύπου 2. Μεταξύ των ατόμων στη μελέτη, η προσθήκη μόνο ενός φλιτζανιού καφέ ημερησίως είχε ως αποτέλεσμα 4% χαμηλότερο κίνδυνο διαβήτη τύπου 2 και αντίστασης στην ινσουλίνη, πιθανότατα λόγω μειωμένης φλεγμονής, σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης.
Η Δρ. Angélica Amato, αναπληρώτρια καθηγήτρια στη Σχολή Επιστημών Υγείας στο Πανεπιστήμιο της Μπραζίλια, που δεν συμμετέχει στην τρέχουσα μελέτη, σημείωσε ότι «η κύρια δύναμη της μελέτης είναι ο μεγάλος αριθμός ατόμων που περιλαμβάνονται στις κοόρτες, η μακροχρόνια περίοδος παρακολούθησης και η ολοκληρωμένη αξιολόγηση των φλεγμονωδών δεικτών».
Ο ρόλος του καφέ στις ορμόνες
Η επικεφαλής συγγραφέας Δρ. Carolina Ochoa-Rosales, μεταδιδακτορική επιστήμονας στη διατροφή και τη γενετική επιδημιολογία στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Erasmus του Ρότερνταμ, στην Ολλανδία, είπε στο Medical News Today ότι «ο διαβήτης τύπου 2 θεωρείται εν μέρει φλεγμονώδης νόσος, ενώ είναι αποδεκτό ότι οι υψηλότερες συγκεντρώσεις προφλεγμονωδών δεικτών στο πλάσμα αποτελούν παράγοντα κινδύνου για διαβήτη τύπου 2».
Η μελέτη διαπίστωσε ότι η κατανάλωση καφέ ενισχύει τα επίπεδα της αντιφλεγμονώδους ορμόνης αδιποκίνης (adiponectin), καθώς και της κυτοκίνης ιντερλευκίνη-13 ή IL-13. Ταυτόχρονα, η κατανάλωση καφέ μειώνει τα επίπεδα της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP) και της λεπτίνης, που προάγουν τη φλεγμονή.
«Η CRP είναι ένας δείκτης φλεγμονής που αντανακλά την ενδοκυτταρική βλάβη», εξήγησε η ενδοκρινολόγος Δρ Ana Maria Kausel, η οποία δεν συμμετείχε στη μελέτη.