Τα χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης στον οργανισμό μπορεί να αποτελούν έναν παράγοντα, ο οποίος συμβάλλει στην εμφάνιση και την επικράτηση των συμπτωμάτων της Long Covid, σύμφωνα με μια νέα μελέτη.
Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι ακόμη και μετά την υποχώρηση των οξέων συμπτωμάτων του κορωνοϊού, τα ίχνη του ιού παραμένουν στον γαστρεντερικό σωλήνα, όπου παράγεται η πλειονότητα της κυκλοφορούσας σεροτονίνης. Εκεί είναι που ο ιός μειώνει τα επίπεδα αυτής της βασικής χημικής ουσίας. Τα χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης μπορεί με τη σειρά τους να οδηγήσουν σε μερικά από τα πιο συχνά αναφερόμενα συμπτώματα της Long Covid, όπως γνωστικές δυσκολίες και προβλήματα μνήμης, σύμφωνα με τη μελέτη.
Για τη μελέτη, που δημοσιεύτηκε τη Δευτέρα στο περιοδικό Cell, οι ερευνητές του Penn Medicine διεξήγαγαν μια ανάλυση χρησιμοποιώντας έρευνες ερωτηματολογίων και ανασκοπήσεις ιατρικών διαγραμμάτων 1.540 ασθενών που νοσηλεύτηκαν με Long Covid. Οι ασθενείς ανέφεραν συμπτώματα όπως κόπωση, γνωστικές δυσκολίες, πονοκεφάλους, άγχος, απώλεια αντοχής, προβλήματα με τον ύπνο και απώλεια μνήμης. Όλα αυτά συνήθως συνδέονται με την Long Covid.
Η μελέτη ανέλυσε επίσης δείγματα αίματος που ελήφθησαν από 58 ασθενείς με Long Covid. Στη συνέχεια τα σύγκρινε με δείγματα που ελήφθησαν από 30 άτομα που ανάρρωσαν πλήρως από τον COVID, καθώς και με δείγματα που ελήφθησαν από 60 άτομα εν μέσω ενεργής λοίμωξης COVID.
«Αυτά τα ευρήματα παρέχουν μια πιθανή εξήγηση για τα νευρογνωστικά συμπτώματα που σχετίζονται με την επιμονή του ιού στις περιπτώσεις ασθενών με Long Covid», έγραψαν οι συγγραφείς. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι ασθενείς με COVID-19 είχαν διαφορετικά επίπεδα χημικών ουσιών στο σώμα τους σε σύγκριση με εκείνους που είχαν αναρρώσει, τα πιο σημαντικά από τα οποία ήταν τα επίπεδα σεροτονίνης.
Τι είναι η σεροτονίνη
Υπενθυμίζεται ότι, η σεροτονίνη είναι ένας νευροδιαβιβαστής, που μερικές φορές αναφέρεται ως η χημική ουσία που μας κάνει να «νιώθουμε καλά». Η σεροτονίνη μεταφέρει μηνύματα μεταξύ των νευρικών κυττάρων στον εγκέφαλο και σε όλο το σώμα, βοηθώντας στη ρύθμιση της διάθεσης. Αλλά η σεροτονίνη παίζει επίσης σημαντικό ρόλο στην πέψη, τον ύπνο, την υγεία των οστών, την επούλωση πληγών, την πήξη του αίματος και τη σεξουαλική επιθυμία, σύμφωνα με την κλινική του Κλίβελαντ.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι τα υπολείμματα του ιού στον γαστρεντερικό σωλήνα αναγκάζουν το σώμα να παράγει πρωτεΐνες που οδηγούν σε φλεγμονή και αδυναμία απορρόφησης τρυπτοφάνης, ενός αμινοξέος που είναι απαραίτητο για την παραγωγή και τη συντήρηση των νευροδιαβιβαστών, συμπεριλαμβανομένης της σεροτονίνης. Τα χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης που προκύπτουν οδηγούν σε προβλήματα μνήμης και άλλα γνωστικά προβλήματα.
Τα επίπεδα σεροτονίνης ήταν επίσης ένα «σημάδι» για το εάν ένας ασθενής στη μελέτη ανάρρωσε πλήρως ή ανέπτυξε μακροχρόνιες επιπλοκές μετά τη μόλυνση από τον COVID. Τα επίπεδα σεροτονίνης παρέμειναν μειωμένα σε σοβαρές περιπτώσεις Long Covid. Οι ασθενείς με Long Covid είχαν επίσης υψηλότερα επίπεδα ενζύμων στο σώμα που μπορούν να διασπάσουν τη σεροτονίνη, η οποία με τη σειρά της μπορεί επίσης να μειώσει τα επίπεδα του νευροδιαβιβαστή.
Ωστόσο, οι ερευνητές λένε ότι απαιτούνται περαιτέρω μελέτες για να επιβεβαιωθεί η αιτιώδης σύνδεση μεταξύ των χαμηλών επιπέδων σεροτονίνης και της Long Covid.