Τα άτομα με διαβήτη που λαμβάνουν αναλγητικά γνωστά ως μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ) μπορεί να διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας, σύμφωνα με νέα έρευνα.
Η μελέτη περιελάμβανε περισσότερα από 331.000 άτομα σε εθνικό μητρώο υγείας της Δανίας, τα οποία διαγνώστηκαν με διαβήτη τύπου 2 από το 1998 έως το 2021. Εντός ενός έτους από τη διάγνωσή τους, περίπου ένας στους έξι τους συνταγογραφήθηκε ένα ΜΣΑΦ, συνήθως ιβουπροφαίνη, αλλά οι δόσεις δεν αναφέρθηκαν.
Κατά τη διάρκεια μιας μέσης παρακολούθησης σχεδόν έξι ετών, περισσότεροι από 23.000 από τους συμμετέχοντες στη μελέτη νοσηλεύτηκαν για πρώτη φορά με καρδιακή ανεπάρκεια. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι άνθρωποι είχαν 43% περισσότερες πιθανότητες να νοσηλευτούν με καρδιακή ανεπάρκεια στις 28 ημέρες μετά τη λήψη συνταγής ΜΣΑΦ.
Τι είναι τα ΜΣΑΦ
Τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ) χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση του πόνου (παυσίπονα) και της φλεγμονής (αντιφλεγμονώδη) που συνοδεύουν διάφορες καταστάσεις, όπως: μυοσκελετικά προβλήματα, μορφές αρθρίτιδας (οστεοαρθρίτιδα, ρευματοειδής αρθρίτιδα) και για την θεραπεία μη φλεγμονωδών καταστάσεων όπως της ημικρανίας, της δυσμηνόρροιας (πόνοι περιόδου), του μετεγχειρητικού πόνου και του πυρετού.
Η ασπιρίνη είναι ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο που έχει και αντιπηκτικές ιδιότητες. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε μικρές δόσεις για να μειώσει τον κίνδυνο εμφράγματος και εγκεφαλικού επεισοδίου σε ασθενείς υψηλού κινδύνου.
Ο συνδυασμός των μυοχαλαρωτικών (όπως το Norgesic) με ΜΣΑΦ μπορεί να έχει πρόσθετο όφελος για τη θεραπεία του πόνου και της δυσκαµψίας. Υπάρχουν επίσης και σκευάσματα που είναι συνδυασμός δύο φαρμάκων, όπως ιβουπροφαίνης και παρακεταμόλης (αναλγητικό, δεν είναι ΜΣΑΦ) για ενισχυμένη δράση.