Ο Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος (ΣΕΛ) είναι ένα αυτοάνοσο νόσημα, κατά το οποίο το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται τους ιστούς και τα όργανα του ίδιου του οργανισμού. Η φλεγμονή που προκαλείται από τον λύκο μπορεί να επιφέρει βλάβες σε διάφορα συστήματα του σώματος, όπως είναι οι αρθρώσεις, οι νεφροί, τα ερυθρά αιμοσφαίρια, ο εγκέφαλος, η καρδιά και οι πνεύμονες.
Η συγκεκριμένη πάθηση είναι αρκετά σπάνια, μετρώντας περίπου 5 εκατ. ασθενείς σε όλο τον πλανήτη, με το 90% των περιπτώσεων να αφορούν γυναίκες. Η νόσος εμφανίζεται συνήθως μεταξύ των 15 και 50 ετών.
Αν και υπάρχουν φάρμακα που ανακουφίζουν τα συμπτώματα, μειώνουν τον κίνδυνο οργανικής βλάβης και επιβραδύνουν την εξέλιξη της νόσου, αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει κάποια θεραπεία που να οδηγεί στην απόλυτη ίαση της νόσου, ενώ πολλές φορές τα φάρμακα συνοδεύονται από ανεπιθύμητες παρενέργειες.
Ωστόσο, μια νέας γενιάς, εφάπαξ θεραπεία δίνει νέες ελπίδες για τους ασθενείς με ΣΕΛ και υπόσχεται να φέρει την επανάσταση στον τρόπο αντιμετώπισης της νόσου.
Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος: Πολλά υποσχόμενη η νέα θεραπεία
Τρεις ασθενείς στο Ηνωμένο Βασίλειο έλαβαν μια καινοτόμα θεραπεία για την πιο σοβαρή μορφή λύκου, σύμφωνα με πρόσφατη ανακοίνωση στην επίσημη ιστοσελίδα του University College London Hospitals. Οι τρεις αυτές δοκιμές γίνονται στο πλαίσιο της διεθνούς μελέτης CARLYSE, η οποία βρίσκεται στην πρώτη φάση και πραγματοποιείται στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Σύμφωνα με την εν λόγω ανακοίνωση, οι ερευνητές ελπίζουν ότι η εφάπαξ αυτή θεραπεία CAR-T (Chimeric Antigen Receptor T-cell) θα μπορέσει να μειώσει ή ακόμα και να εξαλείψει την ανάγκη για δια βίου φαρμακευτική αγωγή σε ασθενείς με σοβαρό λύκο.
Σημειώνουμε ότι η θεραπεία CAR-T στο παρελθόν έχει χρησιμοποιηθεί στην θεραπεία του καρκίνου με πολύ ενθαρρυντικά αποτελέσματα και τώρα τα πανεπιστήμια UCLH και UCL στοχεύουν να διαπιστώσουν την αποτελεσματικότητά της και στους ασθενείς με λύκο. Επιπλέον, πρόσφατα έγινε μια γερμανική δοκιμή κατά την οποία ασθενείς με λύκο έλαβαν τη συγκεκριμένη θεραπεία και ανταποκρίθηκαν θετικά.
Ο καθηγητής Ben Parker, Ρευματολόγος Σύμβουλος στο Κέντρο Ρευματολογίας Kellgren και επικεφαλής της μελέτης στο Βασιλικό Νοσοκομείο του Μάντσεστερ, δήλωσε: «Είμαστε ενθουσιασμένοι που φέρνουμε αυτή τη σημαντική έρευνα στο Ηνωμένο Βασίλειο, η οποία ελπίζουμε ότι θα φέρει την επανάσταση όσον αφορά τη θεραπεία για ασθενείς με υψηλού κινδύνου λύκο, προσφέροντας τη δυνατότητα ίασης της νόσου. Ο λύκος είναι μια ασθένεια που απαιτεί δια βίου αγωγή, αλλά αυτή η θεραπεία έχει τη δυνατότητα να αλλάξει τα δεδομένα, κάτι που μας ενθουσιάζει ιδιαίτερα».
Από την πλευρά της, η ρευματολόγος, σύμβουλος του UCLH και Επίτιμη Αναπληρώτρια Καθηγήτρια του Τμήματος Ιατρικής του UCL, Dr. Maria Leandro, ανέφερε:
«Αυτή η δοκιμή βασίζεται στην έρευνα που έχουμε κάνει τα τελευταία 25 χρόνια, για τα οφέλη της καταστροφής των Β κυττάρων σε ορισμένες αυτοάνοσες παθήσεις. Έχουμε δει την αποτελεσματικότητα της CAR-T στην αντιμετώπιση καρκίνων, ιδιαίτερα αιματολογικών, και ελπίζουμε να δούμε ανάλογα αποτελέσματα και σε αυτοάνοσα νοσήματα, ξεκινώντας με τον λύκο.
Στόχος της δοκιμής μας είναι να χορηγήσουμε την θεραπεία σε 12 άτομα παγκοσμίως, με την ελπίδα να επαναλάβουμε τα θετικά αποτελέσματα που καταγράφηκαν σε μικρή γερμανική μελέτη, όπου οι ασθενείς με λύκο ανταποκρίθηκαν θετικά στη θεραπεία CAR-T. Αυτή η καινοτόμος έρευνα κατέστη εφικτή χάρη στην άρτια συνεργασία των ομάδων ρευματολογίας, νεφρολογίας και αιματολογίας».
Ο καθηγητής Parker, Ιατρικός Διευθυντής του NIHR CRF στο Μάντσεστερ, πρόσθεσε: «Αυτή η νέα θεραπεία αποτελεί καρπό συνεργασίας ανάμεσα σε πολλές ειδικότητες στο MFT, συμπεριλαμβανομένης της ρευματολογίας, της αιματολογίας και των υπηρεσιών καρκίνου, αξιοποιώντας την πείρα του κέντρου μας στις κλινικές δοκιμές Φάσης 1. Πρόκειται για μια σημαντική εξέλιξη στην έρευνα για τον λύκο και παρέχει πραγματική ελπίδα στους ασθενείς μας».
Η σύμβουλος αιματολόγος του UCLH και ερευνήτρια στο UCL Cancer Institute, Claire Roddie, σημείωσε από την πλευρά της: «Είναι υπέροχο που συμμετέχουμε στην ανάπτυξη της θεραπείας CAR-T AUTO1/obe-cel, η οποία προσφέρει ‘χαμηλή τοξικότητα’ σε ασθενείς με ανθεκτικό λύκο. Σε πρώιμες δοκιμές σε ασθενείς με αιματολογικές κακοήθειες, το AUTO1/obe-cel έδειξε θετική ανεκτικότητα και παρατεταμένη ύφεση. Ελπίζουμε ότι το AUTO1/obe-cel θα έχει ανάλογο αντίκτυπο στους ασθενείς με λύκο και είναι συναρπαστικό που μπορούμε να προσφέρουμε αυτή τη θεραπεία».