Η χρήση του Adderall, ενός φαρμάκου που συνήθως χορηγείται σε άτομα με Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) στις ΗΠΑ, έχει προκαλέσει ανησυχίες στους ερευνητές λόγω των σπάνιων αλλά σοβαρών παρενεργειών του. Η συνταγογράφησή του έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία 20 χρόνια, γεγονός που εγείρει ερωτήματα για την ασφάλειά του.
Μια νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε την περασμένη βδομάδα δείχνει πως όσοι λαμβάνουν μεγάλες δόσεις του Adderall κινδυνεύουν πέντε φορές περισσότερο να εμφανίσουν ψυχωσικά συμπτώματα ή μανία, ψυχικές διαταραχές που χαρακτηρίζονται από σύγχυση, υπερβολική ενέργεια και αλλοίωση της πραγματικότητας. Παρά το γεγονός ότι το φάρμακο δεν κυκλοφορεί στην Ελλάδα, η χρήση του έχει εξαπλωθεί ευρέως στις ΗΠΑ, ιδιαίτερα μετά την πανδημία, με πολλούς να το προμηθεύονται διαδικτυακά.
Η έρευνα διεξήχθη από ομάδα ερευνητών υπό την καθοδήγηση της ψυχιάτρου Λόρεν Μοράν του νοσοκομείου Mass General Brigham στη Βοστόνη. Σύμφωνα με τη Μοράν, «παρατηρούμε όλο και περισσότερους ασθενείς που δεν έχουν σημαντικό ψυχιατρικό ιστορικό να εμφανίζουν τα πρώτα τους ψυχωσικά επεισόδια ή επεισόδια μανίας λόγω της χρήσης διεγερτικών φαρμάκων».
Προειδοποίηση από την Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ
Η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) είχε προσθέσει προειδοποίηση για τις ψυχωσικές επιδράσεις του Adderall τη δεκαετία του 2000, ωστόσο λίγες μελέτες έχουν εξετάσει συστηματικά το ποσοστό εμφάνισης αυτών των επιπλοκών. Οι ερευνητές μελέτησαν το ιστορικό ατόμων ηλικίας 16-35 ετών που νοσηλεύτηκαν στο νοσοκομείο μεταξύ 2005 και 2019, ηλικία στην οποία συνήθως εμφανίζεται η ψύχωση.
Από την ανάλυση προέκυψε ότι άτομα που είχαν λάβει Adderall είχαν 2,68 φορές περισσότερες πιθανότητες να εισαχθούν στο νοσοκομείο για ψύχωση ή μανία, ενώ η πιθανότητα αυτή αυξήθηκε κατά 5,28 φορές για όσους είχαν λάβει υψηλές δόσεις (πάνω από 40mg). Αντίθετα, το Ritalin, ένα άλλο φάρμακο για τη ΔΕΠΥ, δεν φάνηκε να παρουσιάζει αντίστοιχους κινδύνους, κάτι που η Μοράν αποδίδει στις διαφορές στον τρόπο δράσης των δύο φαρμάκων.
Η μελέτη αυτή, σύμφωνα με τη Μοράν, υπογραμμίζει την ανάγκη για σαφέστερες κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με την ανώτατη δοσολογία του Adderall. Αν και η τρέχουσα σύσταση είναι 20mg, στην πράξη πολλές φορές χορηγούνται μεγαλύτερες δόσεις, κυρίως σε περιπτώσεις πιο σοβαρών συμπτωμάτων της ΔΕΠΥ. Επιπλέον, ασθενείς συχνά αναζητούν γιατρούς που θα τους χορηγήσουν την επιθυμητή δόση, παρά τους κινδύνους.
Η υπερσυνταγογράφηση του Adderall έχει αποδοθεί, εν μέρει, στις υπηρεσίες τηλεϊατρικής, οι οποίες διευκολύνουν την αλόγιστη διάθεσή του, κάτι που οδηγεί σε ελλείψεις και δυσκολία πρόσβασης για όσους το χρειάζονται πραγματικά. Η Αμερικανική Υπηρεσία κατά των Ναρκωτικών (DEA) πρότεινε περιορισμούς στις συνταγές που χορηγούνται μέσω τηλεϊατρικής, ωστόσο η απόφαση αυτή αναβλήθηκε τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024 λόγω των αντιδράσεων που προκλήθηκαν.