Τα εμβόλια ανασυνδυασμένων πρωτεϊνών, όπως το εμβόλιο Novavax που χρησιμοποιείται για την καταπολέμηση του COVID-19, προσφέρουν πολλά πλεονεκτήματα σε σχέση με τα συμβατικά εμβόλια. Είναι εύκολο να παραχθούν με ακρίβεια, είναι ασφαλή και δυνητικά πιο αποτελεσματικά και θα μπορούσαν να απαιτήσουν μικρότερες δόσεις.
Λόγω αυτών των χαρακτηριστικών, υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για την ανάπτυξη ανασυνδυασμένων εμβολίων κατά της γρίπης. Μέχρι σήμερα, ωστόσο, η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ έχει εγκρίνει μόνο ένα τέτοιο εμβόλιο.
Μάλιστα μια ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου στο Μπάφαλο ελπίζει να προσθέσει σε αυτόν τον αριθμό ακόμη ένα καθώς αναπτύσσει ένα νέο ανασυνδυασμένο εμβόλιο γρίπης, που περιγράφεται σε μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Cell Reports Medicine, και έχει τη δυνατότητα να ανταγωνιστεί τα υπάρχοντα εμβόλια.
«Πιστεύουμε ότι το υποψήφιο εμβόλιο μας έχει τη δυνατότητα να το βελτιώσει προκαλώντας ισχυρότερη και ευρύτερη ανοσία, ενώ μειώνει την πιθανότητα ασθένειας και θανάτου», αναφέρουν οι ερευνητές της μελέτης.
Εμβόλια κατά της γρίπης
Τα συμβατικά εμβόλια γρίπης περιέχουν είτε απενεργοποιημένα μικρόβια που προκαλούν γρίπη είτε βασίζονται σε εξασθενημένες μορφές της νόσου. Παρασκευάζονται χρησιμοποιώντας γονιμοποιημένα ωάρια κοτόπουλου ή, σπανιότερα, μέσω παραγωγής που βασίζεται σε κυτταρική καλλιέργεια.
Το εμβόλιο που αναπτύσσεται βασίζεται σε ένα νανολιπόσωμα και ονομάζεται Cobalt-porphyrin-phospholipid, ή CoPoP. Η πλατφόρμα CoPoP επιτρέπει την εμφάνιση πρωτεϊνών που προάγουν την ανοσοαπόκριση στην επιφάνεια του νανολιποσώματος, με αποτέλεσμα την ισχυρή αποτελεσματικότητα του εμβολίου.
Από μόνα τους, αυτά τα νανολιποσώματα δεν καταπολεμούν τις ασθένειες. Αλλά όταν συνδυάζονται με ανασυνδυασμένες πρωτεΐνες γρίπης που μπορούν να δημιουργηθούν με βάση γενετικές πληροφορίες από ιούς, ενισχύουν την απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος στις ασθένειες.
Στη νέα μελέτη, η ομάδα προσάρτησε στο νανολιπόσωμα συνολικά έξι πρωτεΐνες—τρεις η καθεμία από δύο διαφορετικές πρωτεϊνικές ομάδες, τις αιμοσυγκολλητίνες και τις νευραμινιδάσες. Η ομάδα πρόσθεσε επίσης δύο ανοσοενισχυτικά (PHAD και QS21) για να ενισχύσει την ανοσολογική απόκριση.
Οι ερευνητές αξιολόγησαν το προκύπτον «εξάπλευρο» νανολιπόσωμα σε ζωικά μοντέλα με τρία κοινά στελέχη γρίπης: H1N1, H3N2 και τύπου B.
Ακόμη και όταν χορηγήθηκε σε χαμηλές δόσεις, το εξαπλικό νανολιπόσωμα παρείχε ανώτερη προστασία και επιβίωση από τα Η1 και Ν1 σε σύγκριση με το Flublok, αλλά και συγκρίσιμα επίπεδα προστασίας έναντι των ιών H3N2 και τύπου Β.
Οι δοκιμές πραγματοποιήθηκαν μέσω εμβολιασμού και μέσω μεταφοράς ορού αίματος από εμβολιασμένους ποντικούς σε μη εμβολιασμένους ποντικούς.