Πολλά συμπτώματα που παρουσιάζουν τα μάτια, μπορεί να οφείλονται στα φάρμακα που παίρνουμε. Ειδικά, σε εκείνα που λαμβάνονται από το στόμα, απορροφούνται από τον οργανισμό και μπορεί να φτάσουν σε όλα τα όργανα και τους ιστούς. Τα μάτια έχουν σχετικά μικρή μάζα και πλούσια τροφοδοσία με αίμα, με αποτέλεσμα να είναι ευάλωτα στις ανεπιθύμητες ενέργειές τους.
«Πολλές δομές των ματιών μπορεί να επηρεαστούν από τα συστηματικά φάρμακα, γι' αυτό τον λόγο ρωτάμε τους ασθενείς με ανεξήγητα οφθαλμολογικά συμπτώματα για την φαρμακευτική αγωγή που ενδεχομένως λαμβάνουν. Ο κερατοειδής χιτώνας στην επιφάνεια του ματιού και ο οφθαλμικός φακός είναι χαρακτηριστικές δομές όπου μπορούν να αναπτυχθούν οφθαλμικές ανεπιθύμητες ενέργειες των φαρμάκων. Άλλες δομές είναι η ίριδα, ο αμφιβληστροειδής χιτώνας βαθιά μέσα στο μάτι, η ωχρά κηλίδα, ακόμα και το οπτικό νεύρο», αναφέρει ο δρ Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, MD, χειρουργός-οφθαλμίατρος, ιδρυτής και επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας LaserVision, Καθηγητής Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης.
Οι ανεπιθύμητες συνέπειες που μπορεί να έχουν τα φάρμακα στα μάτια μας
Οι πιθανές επιπτώσεις που μπορεί να έχουν τα φάρμακα στα μάτια κυμαίνονται από συμπτώματα όπως η ξηρότητα, η δακρύρροια και το θόλωμα της όρασης έως σοβαρές καταστάσεις όπως ο αυξημένος κίνδυνος για οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας και η κινητικότητα της ίριδας. Άλλες από τις πιθανές παρενέργειες των φαρμάκων είναι συχνές και άλλες πολύ σπάνιες.
Η ξηροφθαλμία είναι μία από τις πιθανές παρενέργειες που έχουν πολλά φάρμακα. Συνήθως οφείλεται στη μείωση της παραγωγής των δακρύων. Οι ασθενείς παραπονούνται ότι νιώθουν τσιμπήματα, αίσθημα καύσου (κάψιμο) ή πόνο στα μάτια τους. Μπορεί επίσης να αισθάνονται ότι υπάρχει κάποιο ξένο σώμα σε αυτά ή να έχουν θολή όραση ή ευαισθησία στο φως.
Στα φάρμακα που ενδέχεται να προκαλέσουν ξηροφθαλμία συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, ορισμένα διουρητικά, αντιισταμινικά (για τις αλλεργίες), αντικαταθλιπτικά, φάρμακα για τη χοληστερόλη, αντισυλληπτικά και βήτα-αναστολείς (λέγονται και βήτα-αποκλειστές και χορηγούνται για καρδιολογικά προβλήματα).
Αντίστοιχα, ευαισθησία των ματιών στο φως μπορεί να προκαλέσουν ορισμένα μη-στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, αντιβιοτικά, φάρμακα για την ακμή και διουρητικά (για την υπέρταση).
Υπάρχουν σοβαρές παθήσεις στα μάτια που μπορεί να προκύψουν από τα φάρμακα;
Πιο σοβαρή ανεπιθύμητη ενέργεια, όμως, είναι το γλαύκωμα που μπορεί να προκαλέσουν αρκετά φάρμακα, όπως τα κορτικοστεροειδή (κορτιζόνη). Ακόμα και ένας μήνας συνεχούς χρήσης κορτικοστεροειδών από το στόμα, σε εισπνεόμενη μορφή ή σε ρινικό σπρέι, μπορεί να αυξήσει σημαντικά την ενδοφθάλμια πίεση και τον κίνδυνο για γλαύκωμα, τονίζει ο κ. Κανελλόπουλος. Γι' αυτό συνιστάται συχνά τακτικός έλεγχος της όρασης σε όσους παίρνουν κορτικοστεροειδή.
Πολλά φάρμακα εξάλλου μπορεί να έχουν ως ανεπιθύμητη ενέργεια το οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας, που είναι επείγον περιστατικό γιατί μπορεί να προκαλέσει τύφλωση. Το γλαύκωμα αυτό εκδηλώνεται με έντονο πόνο στο μάτι με ναυτία, κοκκίνισμα του ματιού και θολή όραση, και χρειάζεται επειγόντως έλεγχο από τον οφθαλμίατρο. Στα φάρμακα που μπορεί να το προκαλέσουν συμπεριλαμβάνονται, ενδεικτικά, ορισμένα αντικαταθλιπτικά, φάρμακα για τη νόσο Πάρκινσον, το έλκος, το άσθμα, την καρδιακή αρρυθμία, τις αιμορροΐδες και τους επιληπτικούς σπασμούς.
Είναι όλα τα φάρμακα επικίνδυνα για τα μάτια μας;
Ωστόσο δεν προκαλούν όλα τα φάρμακα οφθαλμολογικές ανεπιθύμητες ενέργειες. Αυτές είναι πιθανότερες με ορισμένα μη-στεροειδή αντιφλεγμονώδη (μπορεί, λ.χ., να σχετίζονται με ξηροφθαλμία, αιμορραγία στον αμφιβληστροειδή, καταρράκτη, γλαύκωμα), κορτικοστεροειδή (εκτός από γλαύκωμα, μπορεί να προκαλέσουν βλάβη του οπτικού νεύρου ή καταρράκτη), αντιπηκτικά (μερικά σχετίζονται με υποεπιπεφυκοτική αιμορραγία, δηλαδή με αιμορραγία στο λευκό τμήμα του ματιού), αντιβιοτικά που ανήκουν στις σουλφοναμίδες (στις ανεπιθύμητες ενέργειές τους συμπεριλαμβάνεται γλαύκωμα κλειστής γωνίας) κ.λπ.
Τι πρέπει να κάνουμε αν υποψιαζόμαστε ότι κάποιο φάρμακο έχει επιπτώσεις στην όρασή μας;
«Οι ασθενείς που υποψιάζονται ότι κάποιο φάρμακο επηρεάζει την όρασή τους, καλό είναι να συμβουλεύονται τον οφθαλμίατρό τους. Εκείνος μπορεί να τους εξετάσει, να τους παρακολουθεί για οφθαλμολογική τοξικότητα ή να προτείνει τροποποίηση της δόσης των φαρμάκων, σε συνεργασία με τον θεράποντα ιατρό που τους τα έχει χορηγήσει», επισημαίνει ο κ. Κανελλόπουλος.
«Ορισμένες από τις ανεπιθύμητες ενέργειές τους στα μάτια και την όραση υποχωρούν όταν ολοκληρωθεί η λήψη τους ή τροποποιηθεί η αγωγή των ασθενών. Άλλες, όπως η αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση, μπορεί να χρειασθούν ειδική θεραπεία. Ο καταρράκτης μπορεί να αντιμετωπιστεί με χειρουργική επέμβαση. Μερικές φορές, όμως, όταν καθυστερεί να γίνει αντιληπτή η φαρμακευτική αιτία της διαταραγμένης όρασης, η βλάβη σε αυτήν μπορεί να είναι μη αναστρέψιμη, προειδοποιεί», ο καθηγητής.
«Η Ιατρική εξελίσσεται διαρκώς και συνεχώς αναπτύσσονται νέα φάρμακα. Πολλές από τις δυνητικές οφθαλμικές ανεπιθύμητες ενέργειές τους γίνονται αντιληπτές στη διάρκεια των προεγκριτικών κλινικών μελετών και άλλες μετά την έγκρισή τους, κατά την φαρμακοεπαγρύπνηση. Οι ασθενείς μας είναι σημαντικό να ενημερώνουν τον οφθαλμίατρό τους για τα φάρμακα που παίρνουν και να έχουν το νου τους για έγκαιρη διάγνωση τυχόν προβλημάτων με τα μάτια τους», καταλήγει ο κ. Κανελλόπουλος.