Ένα από τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζει το ΕΣΥ είναι η υποστελέχωση. Κύριος λόγος που συμβαίνει αυτό είναι το γεγονός ότι χιλιάδες Έλληνες γιατροί έχουν φύγει από τη χώρα αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο σε χώρες που οι συνθήκες είναι πολύ καλύτερες από τη δική μας.
Με αυτό το φόντο, οι Άδωνις Γεωργιάδης και Ειρήνη Αγαπηδάκη ανακοίνωσαν στις αρχές Μαρτίου ότι θα υπάρξουν κίνητρα επαναπατρισμού, στο πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων που αφορά την ενδυνάμωση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Σύμφωνα με όσα είχαν ανακοινωθεί, το σχέδιο το οποίο περιλαμβάνει συγκεκριμένα κριτήρια και προϋποθέσεις, παρέχει ισχυρά επιστημονικά και οικονομικά κίνητρα (ενδεικτικά, οι ετήσιες οικονομικές απολαβές θα κυμαίνονται από 100.000-150.000 ευρώ και θα συνοδεύονται από μειωμένη φορολόγηση η οποία είναι ήδη σε ισχύ για όσους επιστήμονες επιλέγουν τον επαναπατρισμό τους). Από τότε, δύο μήνες μετά δηλαδή, δεν έχει συμβεί τίποτα. Η Ειρήνη Αγαπηδάκη, η οποία καρπώνεται τις ανακοινώσεις, δεν έχει δρομολογήσει καμία διαδικασία για να επιλυθεί ένα ζήτημα που συνεχίζει να «ματώνει» το ΕΣΥ. Όλο αυτό το διάστημα νέοι γιατροί συνεχίζουν να φεύγουν για το εξωτερικό, αφού τα κίνητρα φαίνεται ότι περιορίζονται μόνο στα λόγια και όχι στις πράξεις.
Πάντως και οι ανακοινώσεις αυτές καθαυτές σήκωσαν την αντίδραση των γιατρών στην Ελλάδα. Η Ομοσπονδία Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδος (ΟΕΝΓΕ) είχε χαρακτηρίσει την ανακοίνωση «πρόκληση έναντι των γιατρών που έμειναν στην πατρίδα τους να εργαστούν όταν το υπουργείο τους δίνει ψίχουλα». «Όχι μόνο η κυβέρνηση τιμωρεί όσους γιατρούς έμειναν στην Ελλάδα και έβαλαν πλάτη την περίοδο της πανδημίας, όχι μόνο ομολογεί έμμεσα ότι οι μισθοί τους παρά τις μικρές αυξήσεις του 10%, που και αυτές κερδήθηκαν κάτω από αγώνες, είναι πολύ πίσω από τις ανάγκες και αναντίστοιχες των υπηρεσιών που προσφέρουν, αλλά οδηγεί και στη δημιουργία γιατρών πολλών ταχυτήτων στο δημόσιο σύστημα υγείας» σημείωνε χαρακτηριστικά η ΟΕΝΓΕ.
20.000 Έλληνες στο εξωτερικό
Τα στοιχεία είναι διαφωτιστικά. Περίπου 20.000 γιατροί έχουν φύγει από την Ελλάδα από τα χρόνια της κρίσης μέχρι και σήμερα! Οι βασικές χώρες εξόδου από την Ελλάδα είναι η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία και οι χώρες της Κεντρικής Ευρώπης.
Η Γερμανία είναι μία ενδεικτική περίπτωση, καθώς περισσότεροι από 1 στους 10 Έλληνες γιατρούς έχουν μεταναστεύσει εκεί. Σύμφωνα με στοιχεία του Γερμανικού Ιατρικού Συλλόγου, στο τέλος του προηγούμενου έτους οι γιατροί από το εξωτερικό ήταν 63.763, σε σύνολο 421.000 γιατρών στη χώρα. Οι περισσότεροι γιατροί με ξένο διαβατήριο προέρχονται από τη Συρία (6.120), τη Ρουμανία (4.668), την Αυστρία (2.993), την Ελλάδα (2.943), τη Ρωσία (2.941) και την Τουρκία (2.628). Δηλαδή, το 4,6% των ξένων γιατρών της Γερμανίας είναι Έλληνες και σχεδόν το 1% του συνολικού πληθυσμού των γιατρών της χώρας. Οι παραπάνω αριθμοί είναι αρκετά μεγάλοι, αν αναλογιστεί κανείς τα τεράστια κενά που υπάρχουν στο ελληνικό σύστημα υγείας.
Σύγκριση τιμών
Η σύγκριση μισθών Ελλάδας και Ηνωμένου Βασιλείου είναι αμείλικτη. Ο μισθός ενός πρωτοδιόριστου ειδικευόμενου είναι £2.000 καθαρά τον μήνα και με τις πρόσθετες εφημερίες μπορεί να φτάσει τα £2.600. Ένας επιμελητής Β΄φτάνει τα £3.800 μηνιαίως. Ένας διευθυντής παίρνει £5.300 καθαρά μηνιαίως, χωρίς έξτρα εφημερίες ή έξτρα ώρες. Σε αυτό πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι οι γιατροί στο εξωτερικό δεν δουλεύουν κάτω από τις συνθήκες που εργάζονται στην Ελλάδα (υπερεφημέρευση, μετακινήσεις, κακές συνθήκες, έλλειψη εξοπλισμού). Εάν και εφόσον γίνει μετακίνηση, τότε ο γιατρός πληρώνεται £50 έως £150 την ώρα. Με λίγα λόγια, ένας γιατρός στην Αγγλία δουλεύοντας επιπλέον από όσο θα έπρεπε, βγάζει όσα ένας Έλληνας συνάδελφός του σε ένα μήνα! Την ίδια ώρα, στην Ελλάδα ο βασικός μισθός ενός επιμελητή Β΄ στο ΕΣΥ είναι περίπου 1.200 ευρώ και ενός διευθυντή με τουλάχιστον 15 χρόνια προϋπηρεσία, περίπου 1.900 ευρώ…
Οι λόγοι
Οι γιατροί αναζητούν μία καλύτερη εργασία εκτός Ελλάδος, καθώς το ΕΣΥ δεν είναι ελκυστικό πια για το υγειονομικό προσωπικό. Οι χαμηλοί μισθοί, η εντατικοποίηση της εργασίας, η μη μονιμοποίηση των συμβασιούχων και η μη ένταξη στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα δημιουργούν μία ασφυκτική συνθήκη για τους εργαζόμενους στο δημόσιο σύστημα υγείας. Μόνο το 2022 αποχώρησαν 5.000 υγειονομικοί, ενώ πέρυσι εκτιμάται ότι ο αριθμός αυτός ήταν μεγαλύτερος. Το κύμα φυγής σχετίζεται με την αναζήτηση δουλειάς στον ιδιωτικό τομέα και κυρίως στο εξωτερικό με απείρως καλύτερες αμοιβές και συνθήκες εργασίας.
Τα μνημόνια και η οικονομική κρίση άφησαν βαθύ τραύμα στην Πρωτοβάθμια, Δευτεροβάθμια και Τριτοβάθμια περίθαλψη. Ωστόσο, αυτή η αιμορραγία δεν επουλώθηκε τα χρόνια που ακολούθησαν, ενώ η πανδημία προκάλεσε νέα διαλυτική κατάσταση με το ΕΣΥ να βρίσκεται πλέον στο χείλος της κατάρρευσης. Η κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα για να σταματήσει τη μεγάλη φυγή των γιατρών, εμμένοντας απλά σε ανακοινώσεις που δεν υλοποιούνται ποτέ…