Οι άνθρωποι που παίρνουν τακτικά υπνωτικά χάπια έχουν υψηλότερο κίνδυνο θανάτου από εκείνους που δεν παίρνουν;
Ο Luigi Ferini Strambi, καθηγητής Νευρολογίας και διευθυντής του Κέντρου Ιατρικής του Ύπνου στο νοσοκομείο IRCCS San Raffaele του Μιλάνου, απαντά στο ερώτημα: «Γνωρίζουμε ότι η αϋπνία, με βάση όχι μόνο υποκειμενικά δεδομένα αλλά και ενδείξεις μειωμένου χρόνου νυχτερινού ύπνου, ενέχει αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας».
Μια πρόσφατη μελέτη 484.000 ατόμων στην Ασία έχει αυτό το συμπέρασμα, αλλά έχει αρκετές αδυναμίες, όπως το ότι δεν λαμβάνει υπόψη τον τύπο και τη δόση του υπνωτικού φαρμάκου που χρησιμοποιείται ή τη διάρκεια της θεραπείας. «Ο μειωμένος χρόνος ύπνου εμπλέκεται σε αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο: στην πραγματικότητα, μετά τον ύπνο, ο καρδιακός ρυθμός και η αρτηριακή πίεση αρχίζουν να μειώνονται επειδή αναστέλλεται η απελευθέρωση κορτιζόλης. Σε αυτούς που έχουν αϋπνίες, τα επίπεδα κορτιζόλης παραμένουν αυξημένα και επομένως δεν παρατηρείται το φαινόμενο της βύθισης, δηλαδή η φυσιολογική μείωση των τιμών της αρτηριακής πίεσης», προσθέτει.
Παχυσαρκία και διαβήτης
Υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που μπορεί να υπεισέρχονται στη σχέση μεταξύ μειωμένου ύπνου και αγγειακών παθολογιών: η παχυσαρκία και ο διαβήτης. Η έλλειψη ύπνου τείνει να μας κάνει να τρώμε περισσότερο και η έλλειψη ύπνου προκαλεί την αναζήτηση ανθυγιεινών, υψηλής θερμιδικής αξίας τροφών. Ερευνητές του King's College του Λονδίνου έδειξαν πριν από μερικά χρόνια ότι, μετά από μια νύχτα με λιγότερο από έξι ώρες ύπνου, προσλαμβάνονται 385 επιπλέον χιλιοθερμίδες.
Διαχρονικές μελέτες στο γενικό πληθυσμό έχουν δείξει ότι ο ύπνος λιγότερο από έξι ώρες τη νύχτα αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη τύπου δύο κατά περίπου 50% σε σύγκριση με όσους κοιμούνται τουλάχιστον επτά ώρες. Τέλος, οι αϋπνίαστοι έχουν αλλοιωμένη ανοσολογική απόκριση, με χαμηλότερη έκκριση ιντερφερόνης-γάμμα, χαμηλότερη δραστηριότητα των κυττάρων «φυσικών δολοφόνων» και μειωμένα επίπεδα ιντερλευκίνης-2, εξηγεί.
Τι πρέπει να προσέξουμε
Για να επιστρέψουμε λοιπόν στο αρχικό ερώτημα, ο ειδικός αυτός μας διαβεβαιώνει ότι υπάρχουν ορισμένες εκτιμήσεις που πρέπει να γίνουν:
1) η αϋπνία αυτή καθαυτή αυξάνει τον κίνδυνο θνησιμότητας.
2) είναι σημαντικό να εξακριβωθεί ότι το υπνωτικό φάρμακο επιλύει πράγματι τη διαταραχή του ύπνου.
3) το υπνωτικό φάρμακο πρέπει να επιλέγεται από τον γιατρό με μελετημένο τρόπο (λαμβάνοντας υπόψη τον χρόνο ημιζωής του φαρμάκου και τη διάρκεια της θεραπείας).