Η παράλυση του προσωπικού νεύρου, είναι η συχνότερη νευρολογική βλάβη κρανιακού νεύρου, που όταν συμβεί, οδηγεί σε αδυναμία ή παράλυση των μιμικών μυών του προσώπου.
Εκτός των μυών, το προσωπικό νεύρο, μεταφέρει νευρικές ίνες για τους δακρυϊκούς και σιελογόνους αδένες, καθώς και νευρικές ίνες για την μεταφορά της αίσθησης της γεύσης από την γλώσσα προς τον εγκέφαλο.
Ποια είναι τα συμπτώματα παράλυσης του προσώπου
Τα συμπτώματα που εμφανίζει κατά την παράλυση του προσώπου ο ασθενής είναι:
- Ασυμμετρία στο πρόσωπο με έλξη της γωνίας του στόματος προς την υγιή πλευρά
- Εξαφάνιση ρυτίδωσης μετώπου
- Εξαφάνιση ρινοχειλικής αύλακας
- Λαγόφθαλμο (Αδυναμία σύσφιξης του βλεφάρου)
- Εκτρόπιο (πτώση κάτω βλεφάρου)
- Αδυναμία ανύψωσης φρυδιών
- Αδυναμία επίδειξης δοντιών
- Αδυναμία σφυρίγματος
- Αδυναμία να «φουσκώσει» το στόμα
Ποιες είναι οι αιτίες της παράλυσης του προσώπου
«Η πιο συνήθης μορφή παράλυσης προσώπου είναι η παράλυση τύπου Bell. Σε αυτή την περίπτωση, συνήθως η παράλυση είναι προσωρινή και σε μεγάλο ποσοστό η αποκατάσταση είναι πλήρης. Παρόλα αυτά, υπάρχουν ορισμένες περιπτώσεις παραλύσεων που συνδέονται με λοιμώξεις, κυρίως ιογενείς.
Η συχνότερη είναι λόγω του ιού VZV (έρπητα ζωστήρα) που προκαλεί δερματικό εξάνθημα γύρω από το αυτί, έντονο πόνο και απώλεια γεύσης, η οποία αν δεν αντιμετωπιστεί εντός 72 ωρών, μπορεί να εξελιχθεί σε πολλή σοβαρή και να μειώσει τις πιθανότητες αποκατάστασης στο ένα μισό των περιπτώσεων», τονίζει ο κ. Ανδρέας Γραββάνης Διευθυντής Μονάδας Πλαστικής Επανορθωτικής Μικροχειρουργικής και Αισθητικής Χειρουργικής στο Metropolitan Hospital και συνεχίζει: «Παράλληλα, άλλες περιπτώσεις συνδέονται με όγκους, με πιο συχνό το ακουστικό νευρίνωμα, ενώ λιγότερο συχνά, η παράλυση οφείλεται σε όγκους του προσωπικού νεύρου, διάφορους όγκους στην περιοχή της γεφυροπαρεγκεφαλιδικής γωνίας, στη νευροϊνωμάτωση τύπου ΙΙ και όγκους στην παρωτίδα. Η μαστοειδίτιδα και η εσωτερική και εξωτερική ωτίτιδα, επίσης μπορούν να προκαλέσουν προσβολή του προσωπικού νεύρου.
Στις αιτίες συμπεριλαμβάνονται ακόμη ένα αιμαγγείωμα, ένα ανεύρυσμα της καρωτίδας αρτηρίας ή μια αρτηριοφλεβώδης δυσπλασία, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν μετατόπιση και πίεση στο νεύρο σε περίπτωση παράλυσης. Άλλοι παράγοντες περιλαμβάνουν ακόμη, τραύμα στο κεφάλι με κάταγμα του κροταφικού οστού, σαρκοείδωση, σύνδρομο Miller Fisher, σύνδρομο Guillain-Barre και πολλαπλή σκλήρυνση», συμπληρώνει.
Πώς γίνεται η διάγνωση της παράλυσης του προσώπου
«Στις περισσότερες περιπτώσεις, η κλινική εξέταση αρκεί για να γίνει η διάγνωση. Για παράδειγμα, η παράλυση ενός προσώπου από τη μία πλευρά, χωρίς άλλα νευρολογικά συμπτώματα, υπονοεί μια ιδιοπαθή παράλυση του προσώπου. Ωστόσο, όταν υπάρχουν και άλλα νευρολογικά συμπτώματα, όπως προβλήματα όρασης, μουδιάσματα ή αστάθεια, τότε είναι απαραίτητο να γίνει μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου για να εντοπιστεί η αιτία.
Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που παρατηρείται μόνο πτώση γωνίας του στόματος, για να αποκλειστεί η περίπτωση εγκεφαλικού επεισοδίου. Εάν από την εξέταση παρατηρηθεί ερυθρότητα και φουσκάλες στην είσοδο του ακουστικού πόρου, συνοδευόμενες από πόνο, τότε είναι απαραίτητο να γίνει εκτίμηση από ΩΡΛ» αναφέρει.
Ποιοι είναι οι τρόποι αντιμετώπισης
«Ο στόχος της χειρουργικής επέμβασης είναι να επιτευχθεί σημαντική βελτίωση της λειτουργικότητας και της εμφάνισης, προκειμένου να διασφαλιστεί η κοινωνική και επαγγελματική επανένταξη του ασθενούς. Κεντρική στόχευση αποτελεί το κλείσιμο του βλεφάρου για την προστασία του κερατοειδούς χιτώνα του οφθαλμού, καθώς και η αποκατάσταση του χαμόγελου του ασθενούς, που έχει επιπλέον θετική επίδραση στην ομιλία, τη λήψη τροφής και τον έλεγχο των σάλιων.
Η χειρουργική αντιμετώπιση της παράλυσης διακρίνεται σε πρώιμη (άμεση) και καθυστερημένη (απώτερη) φάση» σημειώνει ο ειδικός.
Η πρώιμη παράλυση
Ορίζεται ως η παράλυση εντός των 2 πρώτων ετών από την εμφάνισή της, οπότε και θεωρείται ότι οι μύες δεν έχουν ατροφήσει οριστικά.
«Σε περιπτώσεις πρώιμης παράλυσης από αιτίες, όπως η ενδοκρανιακή βλάβη από ατύχημα ή χειρουργείο, υπάρχει ένδειξη για άμεση ανανέωση των μιμικών μυών του προσώπου. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της σύνδεσης διαφόρων συνδυασμών νευρικών μεταφορών, γνωστών ως νευρικές μεταφορές, δηλαδή το μασητήριο νεύρο (masseter nerve) σε συνδυασμό με κλάδο του ετερόπλευρου υγιούς προσωπικού νεύρου (cross face nerve graft)» αναφέρει ο κ. Γραββάνης.
Η χρόνια παράλυση
Απώτερη ή χρόνια χαρακτηρίζεται όταν έχει περάσει ένα διάστημα δύο ετών από την εμφάνιση της παράλυσης, με αποτέλεσμα την εκδήλωση παράλυσης της νευρομυϊκής σύναψης και συνεπώς την οριστική παράλυση του μιμικού μυός. Σε αυτή την περίπτωση, η βελτίωση συνήθως συνίσταται στη μεταφορά λειτουργικών μυών προκειμένου να αποκατασταθούν οι μόνιμα παραλυμένοι μυς, σε δύο ή περισσότερα χειρουργικά στάδια. Αρχικά, συνήθως χρησιμοποιείται το αντίπλευρο υγιές προσωπικό νεύρο για τη νεύρωση του μυός, με τη χρήση νευρικού μοσχεύματος, συνήθως του γαστροκνήμιου.
Στο δεύτερο στάδιο, μετά από 6 έως 9 μήνες, διάστημα που επιτρέπει τη νευρική αναγέννηση, πραγματοποιείται η μικροχειρουργική μεταμόσχευση του μυός, ο οποίος θα έχει δυναμική κίνηση λόγω της σύνδεσής του με το αναγεννημένο νευρικό μόσχευμα. Αυτή η μέθοδος επιτρέπει την επίτευξη ενός σχετικά φυσιολογικού χαμόγελου που είναι συγχρονισμένο με το υγιές πρόσωπο.
Παρόλα αυτά, ως διαδικασία συνοδεύεται και από μειονεκτήματα, όπως δύο χειρουργεία, επιπλέον ουλές στο υγιές πρόσωπο και πιθανή νοσηρότητα από τη λήψη του νευρικού μοσχεύματος. Επιπλέον, απαιτείται αρκετός χρόνος για την ανάκαμψη, ο οποίος υπολογίζεται περίπου στο ενάμισι έτος.
Η μέθοδος ενός σταδίου
«Τα τελευταία χρόνια, έχει επικρατήσει παγκοσμίως η στρατηγική του ενός σταδίου. Πρόκειται για αποκατάσταση της παράλυσης του προσώπου μέσω της μικροχειρουργικής μεταμόσχευσης μυός ισχνού προσαγωγού, του οποίου η επανανεύρωση επιτυγχάνεται με την άμεση σύνδεση του νεύρου με το νεύρο του μασητήρα μυός.
Αυτή η μέθοδος προσφέρει πλεονεκτήματα σε σχέση με την παραδοσιακή διαδικασία δύο σταδίων, καθώς παρέχει λύση στον ασθενή με ένα μόνο χειρουργείο και επιφέρει αποτελέσματα σε περίπου 3 έως 4 μήνες. Επιπλέον, δεν επιβαρύνεται η υγιής πλευρά με παρεμβάσεις και αποφεύγονται περαιτέρω ουλές, ενώ εξασφαλίζεται ένα δυνατό χαμόγελο, που μπορεί όμως να υστερεί σε φυσικότητα» καταλήγει ο κ. Γραββάνης.