Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), τα κρούσματα ιλαράς στην Ευρώπη αυξήθηκαν πέρυσι κατά 30 φορές, γεγονός που προκαλεί ανησυχία.
Οι επικεφαλής των υγειονομικών υπηρεσιών προειδοποιούν ότι τα κρούσματα εξακολουθούν να αυξάνονται και ότι απαιτούνται «επείγοντα μέτρα» για την πρόληψη της περαιτέρω εξάπλωσης.
Περισσότεροι από 30.000 άνθρωποι μολύνθηκαν το 2023, σε σύγκριση με 941 κατά τη διάρκεια ολόκληρου του 2022, σύμφωνα με το BBC.
Ο ΠΟΥ πιστεύει ότι αυτό είναι αποτέλεσμα του εμβολιασμού λιγότερων παιδιών κατά της νόσου κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, αξιωματούχοι υγείας δήλωσαν την περασμένη εβδομάδα ότι ένα ξέσπασμα της εξαιρετικά μεταδοτικής ιλαράς στα West Midlands θα μπορούσε να εξαπλωθεί γρήγορα σε άλλες πόλεις με χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού.
Περισσότερα από 3,4 εκατομμύρια παιδιά ηλικίας κάτω των 16 ετών είναι απροστάτευτα και κινδυνεύουν να νοσήσουν από τη νόσο, σύμφωνα με το NHS England.
Εκατομμύρια γονείς και φροντιστές έρχονται σε επαφή και καλούνται να κλείσουν ραντεβού για να διασφαλίσουν ότι τα παιδιά τους είναι πλήρως εμβολιασμένα κατά της ιλαράς. Το εμβόλιο ιλαράς, παρωτίτιδας και ερυθράς (MMR) χορηγείται σε δύο δόσεις - η πρώτη περίπου στην ηλικία του ενός έτους και η δεύτερη όταν το παιδί είναι περίπου τριών ετών και τεσσάρων μηνών.
Το εμβόλιο είναι πολύ αποτελεσματικό στην προστασία από την ιλαρά, αλλά μόνο το 85% των παιδιών που ξεκινούν το δημοτικό σχολείο στο Ηνωμένο Βασίλειο έχουν κάνει και τα δύο εμβόλια.
Μιλώντας για την κατάσταση στην Ευρώπη, ο Δρ Hans Kluge, περιφερειακός διευθυντής του ΠΟΥ, δήλωσε: «Έχουμε δει, στην περιοχή, όχι μόνο μια 30πλάσια αύξηση των κρουσμάτων ιλαράς, αλλά και σχεδόν 21.000 νοσηλείες και πέντε θανάτους που σχετίζονται με την ιλαρά. Αυτό είναι ανησυχητικό.
Ο εμβολιασμός είναι ο μόνος τρόπος για την προστασία των παιδιών από αυτή τη δυνητικά επικίνδυνη ασθένεια».
Η ιλαρά μπορεί να είναι μια σοβαρή ασθένεια σε οποιαδήποτε ηλικία. Συχνά ξεκινά με υψηλό πυρετό και εξάνθημα, το οποίο συνήθως υποχωρεί μέσα σε 10 ημέρες - αλλά οι επιπλοκές μπορεί να περιλαμβάνουν πνευμονία, μηνιγγίτιδα, τύφλωση και επιληπτικές κρίσεις.
Τα μωρά που είναι πολύ μικρά για να τους έχει χορηγηθεί η πρώτη δόση εμβολίου, οι έγκυες γυναίκες και όσοι έχουν εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα κινδυνεύουν περισσότερο. Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, η ιλαρά μπορεί να οδηγήσει σε θνησιγένεια, αποβολή και γέννηση μωρού με χαμηλό βάρος γέννησης.
Όλες οι χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας καλούνται να εντοπίσουν και να αντιδράσουν γρήγορα στις εστίες ιλαράς, παράλληλα με τη χορήγηση εμβολίων σε περισσότερους ανθρώπους.
Ο ΠΟΥ δήλωσε ότι η ιλαρά είχε επηρεάσει όλες τις ηλικιακές ομάδες πέρυσι - νέους και ηλικιωμένους.
Συνολικά, δύο στα πέντε κρούσματα ήταν σε παιδιά ηλικίας 1-4 ετών και ένα στα πέντε κρούσματα ήταν σε ενήλικες ηλικίας 20 ετών και άνω.
Μεταξύ Ιανουαρίου και Οκτωβρίου 2023, 20.918 άτομα σε όλη την Ευρώπη εισήχθησαν σε νοσοκομείο με ιλαρά. Σε δύο χώρες αναφέρθηκαν επίσης πέντε θάνατοι που σχετίζονται με την ιλαρά.
Επίδραση πανδημίας
Τα ποσοστά εμβολιασμού για την πρώτη δόση του εμβολίου MMR, το οποίο προστατεύει από την ιλαρά, υποχώρησαν από 96% το 2019 σε 93% το 2022 σε όλη την Ευρώπη. Η απορρόφηση της δεύτερης δόσης μειώθηκε από 92% σε 91% κατά την ίδια περίοδο.
Αυτή η φαινομενικά μικρή πτώση στην απορρόφηση του εμβολιασμού σημαίνει ότι περισσότερα από 1,8 εκατομμύρια παιδιά στην Ευρώπη έχασαν τον εμβολιασμό κατά της ιλαράς κατά τη διάρκεια αυτών των δύο ετών.
«Η πανδημία Covid-19 επηρέασε σημαντικά την απόδοση του συστήματος ανοσοποίησης κατά την περίοδο αυτή, με αποτέλεσμα τη συσσώρευση μη [εμβολιασμένων] και υπο-εμβολιασμένων παιδιών», ανέφερε ο ΠΟΥ.
Με τα διεθνή ταξίδια να ανθούν και πάλι και τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης να έχουν καταργηθεί, ο κίνδυνος εξάπλωσης της ιλαράς πέρα από τα σύνορα και εντός των κοινοτήτων είναι πολύ μεγαλύτερος - ειδικά σε υποεμβολιασμένους πληθυσμούς, ανέφερε.
Ακόμη και χώρες που έχουν επιτύχει καθεστώς εξάλειψης της ιλαράς κινδυνεύουν από μεγάλα κρούσματα, προειδοποίησε ο ΠΟΥ.
Λέει ότι το 95% των παιδιών πρέπει να εμβολιαστούν με δύο δόσεις κατά της ιλαράς σε όλες τις κοινότητες για να αποφευχθεί η εξάπλωση της εξαιρετικά μεταδοτικής νόσου.
Τρόπος μετάδοσης
Η μετάδοση της ιλαράς γίνεται κυρίως αερογενώς από άτομο σε άτομο με σταγονίδια που αποβάλλουν οι ασθενείς και σπανιότερα με αντικείμενα που μολύνθηκαν πολύ πρόσφατα από ρινικές και φαρυγγικές εκκρίσεις (1,3).
Χρόνος επώασης
Ο χρόνος επώασης της ιλαράς είναι 10-12 ημέρες ενώ από την έκθεση στον ιό μέχρι την έκθυση του εξανθήματος μεσολαβούν κατά μέσο όρο 14 ημέρες (7-18 ημέρες) (1,6).
Περίοδος μεταδοτικότητας
Η ιλαρά παρουσιάζει πολύ υψηλή μεταδοτικότητα με ποσοστό δευτερογενούς προσβολής έως 90% μεταξύ επίνοσων ατόμων (π.χ. ατόμων που δεν έχουν ανοσοποιηθεί) (1,2,4). Η μετάδοση γίνεται 4 ημέρες πριν την έκθυση του εξανθήματος έως 4 ημέρες μετά. Το μέγιστο της μετάδοσης τοποθετείται από την έναρξη του πρόδρομου σταδίου έως και 3-4 ημέρες μετά την έκθυση του εξανθήματος (1,2,3). Ο ιός του εμβολίου δεν αποδείχθηκε να είναι μεταδοτικός (3).
Διάγνωση
Η διάγνωση της ιλαράς είναι κατά βάση κλινική και η απομόνωση του ιού δεν συνιστάται σαν εξέταση ρουτίνας για τη διάγνωση. Οι διαγνωστικές μέθοδοι (1) που χρησιμοποιούνται είναι:
Απομόνωση ιού
Ο ιός μπορεί να απομονωθεί στα ούρα, σε ρινοφαρυγγικές εκκρίσεις και σε ηπαρινισμένο αίμα πασχόντων ατόμων με καλλιέργεια. Επίσης είναι δυνατή η ανίχνευση του RNA του ιού με real time-PCR (RT-PCR). Ο ιός είναι πιθανότερο να απομονωθεί σε δείγματα που συλλέγονται εντός 3 ημερών από την έκθυση του εξανθήματος και πάντως όχι περισσότερο από 10 ημέρες (1,6).
Ορολογικός έλεγχος
Ο προσδιορισμός των αντισωμάτων με ανοσοενζυμική μέθοδο (ELISA ή EIA) αποτελεί την απλούστερη και συχνότερη μέθοδο διάγνωσης, αρκεί να γίνει την κατάλληλη χρονική στιγμή.
Η παρουσία των IgM αντισωμάτων είναι παροδική (1-2 μήνες) ενώ αυτή των IgG διαρκεί για πολλά χρόνια. Η ανίχνευση IgM αντισωμάτων απαιτεί μόνο ένα δείγμα και είναι διαγνωστική. Τα IgM αντισώματα είναι συχνά θετικά την ημέρα έκθυσης του εξανθήματος. Ωστόσο τις πρώτες 72 ώρες μετά την έκθυση του εξανθήματος ένα ποσοστό 20% των IgM αντισωμάτων μπορεί να είναι ψευδώς αρνητικά οπότε χρειάζεται επανάληψη. Τα IgM αντισώματα ανιχνεύονται ακόμη και για 28 ή περισσότερες ημέρες από την έκθυση του εξανθήματος. Η διάγνωση οξείας λοίμωξης μέσω IgG αντισωμάτων απαιτεί δύο δείγματα ορού και προϋποθέτει την απόδειξη αύξησης του τίτλου (τα κριτήρια εξαρτώνται από τη μέθοδο). Η λήψη του πρώτου δείγματος θα πρέπει να γίνει το συντομότερο δυνατό μετά την εμφάνιση του εξανθήματος ενώ αυτή του δεύτερου δείγματος 10-30 ημέρες αργότερα με την ίδια μέθοδο ελέγχου (1).
Ευαισθησία
Όλα τα άτομα που δεν έχουν νοσήσει ή δεν έχουν εμβολιασθεί είναι επίνοσα στην ιλαρά. Η φυσική νόσηση προσφέρει ισόβια ανοσία. Βρέφη από άνοσες μητέρες είναι προστατευμένα μέχρι την ηλικία των 6-9 μηνών ανάλογα με το ποσό των μητρικών αντισωμάτων κατά την κύηση και το ρυθμό αποδόμησης τους. Ο εμβολιασμός στην ηλικία των 12-15 μηνών προσφέρει ανοσία σε ποσοστό 94-98% ενώ ο επανεμβολιασμός ανεβάζει το ποσοστό στο 99%. Στις ΗΠΑ άτομα που γεννήθηκαν πριν το 1957 είναι σε ποσοστό 90% άνοσα λόγω φυσικής λοίμωξης κατά την παιδική ηλικία. (1, 3).