Το άσθμα και οι αλλεργίες είναι δύο πολύ συχνές παθολογικές καταστάσεις που πλήττουν τα παιδιά, για τις οποίες όμως, μέχρι πρόσφατα, δεν υπήρχαν αξιόπιστα και συγκεκριμένα στοιχεία.
Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο περιοδικό Archivos de Bronconeumología, έκδοση της Ισπανικής Εταιρείας Πνευμονολογίας και Χειρουργικής του Θώρακα (SEPAR), δείχνει ότι το 5,7% των παιδιών κάτω των 14 ετών στην Ισπανία έχουν άσθμα και το 11,4% έχουν αλλεργίες, ιδίως αλλεργική ρινίτιδα.
Το άσθμα είναι μια χρόνια ασθένεια που χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενες κρίσεις δύσπνοιας και συριγμού. Μπορεί να εμφανιστεί σε άτομα όλων των ηλικιών. Είναι η συχνότερη χρόνια ασθένεια μεταξύ των παιδιών. Επί του παρόντος, υπάρχουν περίπου 235 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως με άσθμα, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ). Στην περίπτωση των αλλεργιών, πρόκειται για μηχανισμούς υπερβολικής ανοσολογικής απόκρισης του οργανισμού (υπερευαισθησία) σε διάφορους τύπους αλλεργιογόνων: περιβαλλοντικά, τρόφιμα, φάρμακα κ.λπ. Αν και είναι δύσκολο να γνωρίζουμε ακριβώς πόσοι άνθρωποι επηρεάζονται, ο ΠΟΥ προβλέπει ότι μέχρι το 2050 περίπου ο μισός πληθυσμός του πλανήτη θα πάσχει από τουλάχιστον μία αλλεργική διαταραχή.
Επικεφαλής της μελέτης που δημοσιεύθηκε από το SEPAR ήταν ο Luis González de Paz, τεχνικός υγείας και έρευνας στην Κοινοπραξία Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας Eixample (CAPSBE) και ερευνητής στην ερευνητική ομάδα IDIBAPS Transversal Research in Primary Care, η Laura Valdesoiro, παιδίατρος στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Parc Taulí, ο Antoni Sisó-Almirall, διευθυντής έρευνας στο CAPSBE και ο Joan Bartra, επικεφαλής του τμήματος αλλεργιολογίας στο Clínic Barcelona.
Ο González de Paz δηλώνει ότι «σε αυτή την περίπτωση, δεν θέλαμε μόνο να προσδιορίσουμε τον επιπολασμό αυτών των ασθενειών στα παιδιά, αλλά και να δούμε τις επιπτώσεις που έχουν στην καθημερινή τους ζωή και στην ψυχική τους υγεία, καθώς και τον αντίκτυπο στη χρήση των πόρων υγείας». Η μελέτη βασίστηκε στην Εθνική Έρευνα Υγείας που διεξήγαγε το Υπουργείο Υγείας μέσω του Εθνικού Ινστιτούτου Στατιστικής (INE). Τα δεδομένα προήλθαν από τις απαντήσεις 6.297 παιδιών ηλικίας κάτω των 14 ετών, τα οποία θεωρούνται αντιπροσωπευτικό δείγμα του ισπανικού παιδιατρικού πληθυσμού.
Το κύριο συμπέρασμα είναι ότι οι δύο αυτές ασθένειες έχουν σημαντικό αντίκτυπο στη ζωή των παιδιών που πάσχουν και επηρεάζουν την ποιότητα ζωής και την ψυχική τους υγεία. Η Laura Valdesoiro εξηγεί ότι «σύμφωνα με τα στοιχεία που εξήχθησαν από την έρευνα, το 75% των περιπτώσεων παιδιών που αναφέρουν ότι έχουν κακή ποιότητα ζωής μπορεί να αποδοθεί στο άσθμα και περίπου το 70% στην αλλεργία» και προσθέτει ότι «η αλλεργία και το άσθμα μπορεί να κρύβονται πίσω από τις μισές περιπτώσεις παιδιών που πρέπει να περιορίσουν τις καθημερινές τους δραστηριότητες, όπως το να αθλούνται ή να πηγαίνουν σε πάρτι φίλων».
Εκτός από την παροχή στοιχείων σχετικά με το πόσα παιδιά επηρεάζονται, η μελέτη αποκαλύπτει στοιχεία σχετικά με τον αντίκτυπο του παιδικού άσθματος και των αλλεργιών στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης. Για τη μέτρηση αυτού του αντίκτυπου, καταμετρήθηκαν οι επισκέψεις σε κέντρα πρωτοβάθμιας περίθαλψης, σε ειδικούς ιατρούς και οι εισαγωγές σε νοσοκομεία.
«Περισσότερο από το 30% όλων των παιδιατρικών επισκέψεων σε ειδικούς ιατρούς μπορεί να αποδοθεί σε προβλήματα που προκύπτουν από το άσθμα ή την αλλεργία, καθώς και το 62% των εισαγωγών σε νοσοκομεία στην περίπτωση του άσθματος ή περισσότερο από το 22% των επισκέψεων στα επείγοντα περιστατικά και για τις δύο ασθένειες», λέει ο Bartra. Από την πλευρά του, ο Sisó-Almirall λέει ότι «η πολυπλοκότητα αυτών των ασθενειών δείχνει ότι απαιτείται μια ολοκληρωμένη προσέγγιση της φροντίδας, με συνέχεια της φροντίδας μεταξύ των συστημάτων εκπαίδευσης και υγειονομικής περίθαλψης».