Το νέο περιστατικό λοίμωξης από τον φονικό μύκητα candida auris που εντοπίστηκε σήμερα στο Νοσοκομείο Χανίων προκάλεσε ανησυχία στις υγειονομικές αρχές.
Όπως προκύπτει από την πρόσφατη έκθεση του ΕΟΔΥ για τις ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις, ο μύκητας ευθύνεται για 122 θανάτους στη χώρα μας το διάστημα από τον Νοέμβριο του 2019 έως τον Δεκέμβριο του 2022. Εκ των 122 θανάτων 40 (34,8%) αφορούσαν σε διεισδυτική λοίμωξη. Το ίδιο χρονικό διάστημα έχουν καταγραφεί 429 περιστατικά candida auris, από 45 δημόσια και ιδιωτικά νοσοκομεία της χώρας, εκ των οποίων 27 (60%) εντός του νομού Αττικής. Από το σύνολο των περιστατικών, 115 (26,8%) αφορούσαν σε διεισδυτικές λοιμώξεις, ενώ τα 314 (73,2%) σε αποικισμό ασθενών.
Ο ΕΟΔΥ εκτιμά πως τα δεδομένα δείχνουν ότι ο εν λόγω μύκητας απομονώνεται με αυξανόμενη συχνότητα στο νοσοκομειακό περιβάλλον, γεγονός που σε κάποιο βαθμό οφείλεται στην αύξηση της εργαστηριακής διερεύνησης για το παθογόνο.
Πώς κολλάει κανείς;
Τα περισσότερα κρούσματα του μύκητα έχουν αναφερθεί σε χώρους υγειονομικής περίθαλψης, όπως νοσοκομεία και γηροκομεία. Θεωρείται γενικά ότι μεταδίδεται μέσω της επαφής με μολυσμένες επιφάνειες ή μέσω μετάδοσης από άτομο σε άτομο.
Τι κάνει ο μύκητας στο σώμα;
Υπάρχουν δύο τρόποι με τους οποίους ο Candida auris μπορεί να επηρεάσει το σώμα. Είτε να ζει σε μια συγκεκριμένη περιοχή, όπως το δέρμα, το ορθό ή το στόμα, σε μια διαδικασία που ονομάζεται «ασυμπτωματικός αποικισμός», όπου ο ασθενής δεν έχει συμπτώματα αλλά μπορεί να τον μεταδώσει σε άλλους ανθρώπους.
Ή μπορεί να εισέλθει στην κυκλοφορία του αίματος ή σε πληγές, όπου μπορεί να προκαλέσει σοβαρές λοιμώξεις.
Ποια είναι τα συμπτώματα του Candida auris;
Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα περιλαμβάνουν πυρετό και ρίγη που δεν υποχωρούν μετά από θεραπεία με αντιβιοτικά. Η διάγνωση όμως είναι δύσκολη, καθώς πολλές άλλες κοινές ασθένειες μοιράζονται αυτά τα συμπτώματα. Για το λόγο αυτό, η λανθασμένη διάγνωση οδηγεί συχνά σε λανθασμένη θεραπεία. Η σωστή διάγνωση συχνά απαιτεί την αποστολή δείγματος αίματος ή δείγματος από το σημείο της λοίμωξης σε εξειδικευμένο εργαστήριο για να επιβεβαιωθεί οριστικά η παρουσία του μύκητα.
Είναι θανατηφόρος;
Ναι, αλλά οι στατιστικές είναι ασαφείς. Τα CDC τοποθετούν το ποσοστό θνησιμότητας στο 30-60%, με βάση πληροφορίες από περιορισμένο αριθμό ασθενών, αλλά σημειώνουν ότι πολλά από τα θύματα είχαν και άλλες σοβαρές ασθένειες που μπορεί να είχαν αυξήσει τον κίνδυνο θανάτου.
Μπορεί ο Candida auris να αντιμετωπιστεί με φάρμακα;
Ενώ οι περισσότερες λοιμώξεις από τον μύκητα θεραπεύονται με τη χρήση αντιμυκητιασικών φαρμάκων γνωστών ως εχινοκανδίνες, οι επιστήμονες έχουν ανησυχήσει από την αύξηση του αριθμού των περιπτώσεων που είναι ανθεκτικές στις τρεις κύριες κατηγορίες αντιμυκητιασικών που είναι διαθέσιμες.
Αυτό σημαίνει ότι οι γιατροί πρέπει να συνδυάζουν πολλούς τύπους φαρμάκων σε υψηλές δόσεις για να θεραπεύσουν τους ασθενείς, με διαφορετικό βαθμό επιτυχίας κάθε φορά.
Ποιος κινδυνεύει περισσότερο;
Σύμφωνα με τα CDC, τα άτομα που πάσχουν ήδη από άλλες ιατρικές παθήσεις είναι συχνά πιο ευάλωτα στον μύκητα, καθώς και όσοι έχουν μείνει σε χώρους υγειονομικής περίθαλψης, όπως γηροκομεία ή μονάδες εντατικής θεραπείας.
Επεμβατικές συσκευές όπως αναπνευστικοί σωλήνες που εισέρχονται στο σώμα μπορούν να γίνουν εστίες μόλυνσης.
Άλλοι παράγοντες που μπορεί να κάνουν κάποιον ευάλωτο περιλαμβάνουν πρόσφατη χειρουργική επέμβαση, παθήσεις όπως ο διαβήτης και ευρεία χρήση αντιβιοτικών και αντιμυκητιασικών.
Να σημειωθεί ότι η λοίμωξη έχει εντοπιστεί σε όλες τις ηλικιακές ομάδες.