Στη χθεσινή συζήτηση στη Βουλή για τον προϋπολογισμό, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε ότι από την 1η Ιανουαρίου αυξάνεται κατά 20% η αποζημίωση για τις εφημερίες στο ΕΣΥ. Μία είδηση που επί της αρχής κρίνεται θετική, όπως και κάθε αύξηση στο μισθολόγιο των γιατρών. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν αποτελεί ακόμα έναν εμπαιγμό για τους υγειονομικούς, καθώς στην πραγματικότητα τα ποσά δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλα.
Ο γενικός γραμματέας της ΟΕΝΓΕ Πάνος Παπανικολάου, εξηγεί παραθέτοντας τις εφημερίες που έκανε ο ίδιος για τον Σεπτέμβριο του 2023. Τα 585 ευρώ που έλαβε θα γίνουν 702 ευρώ, δηλαδή αύξηση 117 ευρώ. Αυτό μεταφράζεται σε επιπλέον 19,5 ευρώ για κάθε μία από τις έξι εφημερίες που έκανε, επομένως η αύξηση δεν φτάνει ούτε το 20ευρω!
Την ίδια ώρα οι αυξήσεις των διοικητών φτάνουν και τις 2.000 ευρώ...
Ο προϋπολογισμός δεν λύνει τα προβλήματα στην Υγεία
Κατά τα άλλα, ο προϋπολογισμός που ψηφίστηκε με 158 θετικές ψήφους, δεν φαίνεται ότι θα διορθώσει τα λειτουργικά αδιέξοδα του ΕΣΥ. Μπορεί μεν να προβλέπονται οριακές αυξήσεις στη χρηματοδότηση, αλλά αυτές εξανεμίζονται από τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις των Νοσοκομείων, την ακρίβεια στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών. Μάλιστα, σύμφωνα με την ΠΟΕΔΗΝ, με βάση τα στοιχεία του προϋπολογισμού οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις των Νοσοκομείων τον Σεπτέμβριο 2023 ήταν 1,374 δισ. ευρώ. Τον Δεκέμβριο του έτους 2022 οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις ήταν 907 εκ. ευρώ.
Παράλληλα, οι Δημόσιες Δαπάνες Υγείας παραμένουν στο 5% του ΑΕΠ, δύο μονάδες κάτω από το μέσο όρο των χωρών της Ευρώπης. «Με τέτοιες δαπάνες υποβαθμίζεται συνεχώς η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, η πρόσβαση είναι άνιση και ο πολίτης βάζει βαθιά το χέρι στην τσέπη για να αγοράζει υπηρεσίες υγείας. Έχουμε τις υψηλότερες ιδιωτικές Δαπάνες Υγείας στην Ευρώπη οι οποίες διαμορφώνονται στο 40% των συνολικών δαπανών» σχολιάζει η Ομοσπονδία των εργαζομένων στα δημόσια νοσοκομεία.
Επίσης, τα έσοδα των Νοσοκομείων και των Πρωτοβάθμιων Μονάδων με βάση τις εκτιμήσεις το 2023 θα διαμορφωθούν στα 3.865 εκ. ευρώ και οι προβλέψεις για το 2024 διαμορφώνονται στα 4.365 εκ. ευρώ. Αυξημένα κατά 490 εκ. ευρώ. Στα έσοδα συνυπολογίζονται τα ίδια έσοδα, οι μεταβιβάσεις από τον προϋπολογισμό, από τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, μεταβιβάσεις από ΠΔΕ και έσοδα υπέρ δημοσίου και τρίτων. Από την κοινωνική ασφάλιση προβλέπεται να λάβουν τα Νοσοκομεία και η ΠΦΥ 902 εκ. ευρώ. Τελικά από τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης τα Νοσοκομεία δεν λαμβάνουν ούτε τα μισά. Οι οφειλές των παρελθόντων ετών παραγράφονται με αλλεπάλληλες νομοθετικές ρυθμίσεις. Στις δαπάνες των Νοσοκομείων και των Κέντρων Υγείας προβλέπεται οριακή αύξηση 142 εκ. ευρώ. Οι εκτιμήσεις είναι ότι οι δαπάνες θα κλείσουν το έτος 2023 3.993 εκ. ευρώ και οι προβλέψεις για το έτος 2024 4. 135 εκατ. ευρώ. Τα επιπλέον 142 εκ. ευρώ εξανεμίζονται με τις αυξήσεις των τιμών στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών, στις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις (1,374 εκ. ευρώ) και από τις μεταβιβάσεις των φορέων κοινωνικής ασφάλισης που τελικά τα νοσοκομεία θα εισπράξουν πολύ λιγότερα από τα 902 εκ. ευρώ που προβλέπονται στον προϋπολογισμό.
Όπως εκτιμά η ΠΟΕΔΗΝ, το κύμα μαζικής φυγής υγειονομικών δεν αντιμετωπίζεται στον προϋπολογισμό καθότι δεν προβλέπονται αυξήσεις μισθών, προσλήψεις μόνιμου προσωπικού πέραν των αποχωρήσεων, την ένταξη στα Βαρέα και Ανθυγιεινά Επαγγέλματα, την μονιμοποίηση των συμβασιούχων.