Η Ένωση Ασθενών Ελλάδας μετά την ανακοίνωση της υπέρβασης της νοσοκομειακής φαρμακευτικής δαπάνης εκφράζει την έντονη ανησυχία της, καθώς υπάρχει κίνδυνος οι ασθενείς να μην έχουν πρόσβαση στις απαραίτητες θεραπείες.
Στο πλαίσιο της προσπάθειας για την εύρεση λύσεων που θα αποτρέψουν τις υφιστάμενες ή μελλοντικές επιπτώσεις στην απρόσκοπτη πρόσβαση των ασθενών σε αναγκαίες θεραπείες, η Ένωση Ασθενών Ελλάδας, πραγματοποίησε συνάντηση με τους εκπροσώπους των συνδέσμων φαρμακευτικών επιχειρήσεων της χώρας μας.
Συγκεκριμένα στη συνάντηση συμμετείχαν εκ μέρους του ΣΦΕΕ ο Αναπληρωτής Πρόεδρος κ. Κωνσταντίνος Παναγούλιας, το μέλος του Δ.Σ. κ. Κυριάκος Μπερμπεριάν, ο Γενικός Διευθυντής κ. Μιχάλης Χειμώνας και στελέχη της διοίκησης, από την πλευρά της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας ο Εντεταλμένος Σύμβουλος και μέλος του Δ.Σ. κ. Βασίλειος Πενταφράγκας καθώς και η Γενική Διευθύντρια κα. Φαίη Κοσμοπούλου και στελέχη της διοίκησης, ενώ από το PhARMA Innovation Forum η Πρόεδρος κα. Λαμπρίνα Μπαρμπετάκη, το μέλος του Δ.Σ. κα. Cornelia Zanetti και ο Γενικός Διευθυντής κ. Ιωάννης Κωτσιόπουλος. Την Ένωση Ασθενών Ελλάδας εκπροσώπησαν η Πρόεδρος, κα. Βάσω Ραφαέλα Βακουφτσή, η Β’ Αντιπρόεδρος κα. Κατερίνα Κουτσογιάννη, ο Γενικός Γραμματέας κ. Νίκος Δέδες, η Αναπληρώτρια Γενική Γραμματέας κα. Μαρία Ευστρατίου, η Διευθύντρια κα. Ναταλία Τουμπανάκη και ο Υπεύθυνος Δημοσίων Υποθέσεων κ. Τάσος Σαμουηλίδης.
Στο πλαίσιο της συζήτησης, συμφωνήθηκαν τα εξής:
- Η διασφάλιση έγκαιρης και ισότιμης πρόσβασης στη φαρμακευτική καινοτομία, παραμένει πρόκληση, ειδικά με τις επικρατούσες συνθήκες στη χώρα μας, ενώ παραμένει περιορισμένη και επηρεάζεται από μια σειρά εμποδίων.
- Η συνεχής αύξηση των επιστροφών φαρμάκων μειώνει τα κίνητρα εισαγωγής νέων φαρμάκων στην Ελλάδα και οδηγεί πολλές εταιρίες να περιορίσουν τα προϊόντα τους στην ελληνική αγορά αποσύροντας καθιερωμένα καταξιωμένα φάρμακα, κάτι που οδηγεί σε περιορισμό της πρόσβασης των ασθενών σε αναγκαίες θεραπείες.
- Το χάσμα μεταξύ των εισοδηματικών ομάδων στην Ελλάδα όσον αφορά τις αναφερόμενες μη καλυπτόμενες ιατρικές ανάγκες είναι το μεγαλύτερο στην ΕΕ.
- Η ισότιμη πρόσβαση των ασθενών στη φαρμακευτική περίθαλψη απαιτεί συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκομένων (Πολιτεία, PIF, ΣΦΕΕ, ΠΕΦ και Ένωση Ασθενών Ελλάδας) και συντονισμένες ενέργειες.
- Οι διαδικασίες αποζημίωσης και διαπραγμάτευσης φαρμάκων σε εθνικό επίπεδο είναι κρίσιμες για την πρόσβαση των ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες και η βελτιστοποίηση των διαδικασιών θα επιτρέψει στους ασθενείς να έχουν ταχύτερη πρόσβαση.
- Η πρόσβαση στη φαρμακευτική περίθαλψη απαιτεί μια ολιστική προσέγγιση, μακρόχρονο σχεδιασμό που θα οδηγήσει σε ένα σταθερό και προβλέψιμο υποστηρικτικό πλαίσιο, επιτάχυνση των διαδικασιών, και ενίσχυση των μηχανισμών που θα διασφαλίζουν τη βιώσιμη πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες.
- Στην Ελλάδα οι άμεσες ιδιωτικές δαπάνες για την υγεία των ασθενών είναι από τις υψηλότερες στην ΕΕ, οδηγώντας σε ανισότητες στην πρόσβαση σε φάρμακα και υπηρεσίες υγείας. Συγκεκριμένα η ιδιωτική δαπάνη για το 2023 εκτιμάται σε 434 εκατ. ευρώ και αποτελεί τμήμα μόνο της συνολικής ιδιωτικής δαπάνης για φάρμακα που για το 2023 υπολογίζεται σε 1,8 δις και είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη (Εκτίμηση ΙΟΒΕ: Η Φαρμακευτική Αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα & Στοιχεία 2023).
- Η αύξηση της ιδιωτικής δαπάνης υποδηλώνει μεταξύ άλλων την ανεπάρκεια του δημόσιου συστήματος να εκτιμήσει και να καλύψει πλήρως τις ανάγκες των πολιτών
- Η υψηλή ιδιωτική δαπάνη δημιουργεί ένα περιβάλλον ανασφάλειας για τους ασθενείς και τις οικογένειές τους, οδηγώντας τους τελικά σε καταστροφικές δαπάνες για την υγεία.
- Η σταδιακή μείωση του ποσοστού συμμετοχής των ασθενών στα φάρμακα, ιδίως για τις θεραπείες χρόνιων παθήσεων, θα μπορούσε να περιορίσει την ιδιωτική δαπάνη και να βελτιώσει την πρόσβαση.
Με βάση τα παραπάνω και στο τρέχον πλαίσιο οικονομικής δυσχέρειας που αντιμετωπίζουν οι πολίτες και την αδυναμία τους να ανταπεξέλθουν στο συνεχώς αυξανόμενο κόστος διαβίωσης και στις αυξημένες ιδιωτικές δαπάνες υγείας, η Ένωση Ασθενών Ελλάδας εκφράζει την έντονη ανησυχία και τον προβληματισμό της για τον κίνδυνο περιορισμού της πρόσβασης των ασθενών στα απαραίτητα φάρμακα, είτε λόγω αδυναμίας των πολιτών να ανταπεξέλθουν στο κόστος της συμμετοχής, είτε λόγω του ενδεχόμενου απόσυρσης υφιστάμενων θεραπειών, ή μη εισαγωγής καινοτόμων φαρμάκων στη χώρας μας.
Ως εκ τούτου, και με δεδομένες τις ανάγκες και ανησυχίες των ασθενών, η Ένωση Ασθενών Ελλάδος προειδοποιεί πως υπάρχει επείγουσα ανάγκη για:
1. Ενίσχυση της δημόσιας χρηματοδότησης της υγείας και κατ’ επέκταση και του προϋπολογισμού του φαρμάκου, τουλάχιστον στα επίπεδα του Ευρωπαϊκού μέσου όρου, ώστε να διασφαλιστεί η πλήρης κάλυψη των φαρμακευτικών και ιατρικών αναγκών των ασθενών και να αποτραπεί η συνεχής μετακύλιση του κόστους σε αυτούς. Σημειώνεται ότι οι δημόσιες δαπάνες υγείας ως ποσοστό των συνολικών κυβερνητικών δαπανών στην Ελλάδα βρίσκονται στο 10% σε αντίθεση με το μέσο όρο των χωρών της ΕΕ που είναι στο 14%, ενώ η δημόσια κατά κεφαλήν δαπάνη για την υγεία παραμένει ακόμα πολύ χαμηλή και σημαντικά κατώτερη του Μ.Ο. των χωρών της Ε.Ε.
2. Διασφάλιση της καθολικής, συνεχούς και ομαλής πρόσβασης τόσο στα υφιστάμενα όσο και σε νέα καινοτόμα φάρμακα και θεραπείες, που είναι ζωτικής σημασίας για την ποιότητα ζωής και την επιβίωση των ασθενών, χωρίς εμπόδια ή καθυστερήσεις στην έγκριση και την προμήθεια τους, έτσι ώστε τα φαρμακευτικά προϊόντα α) να διατίθενται σε εύλογο χρόνο, β) να χορηγούνται σύμφωνα με τις θεραπευτικές ανάγκες και τα θεραπευτικά πρωτόκολλα, γ) να είναι προσβάσιμα ανεξάρτητα από τοποθεσία, ηλικία ή εισόδημα, και δ) το κόστος για τους ασθενείς (συμμετοχή) να λαμβάνει υπόψη κριτήρια όπως ηλικία, εισόδημα, βαρύτητα της πάθησης και συννοσηρότητες, έτσι ώστε να μην επιβαρύνονται δυσανάλογα ομάδες συμπολιτών μας.
3. Διαφάνεια και επικοινωνία σχετικά με τις οικονομικές υπερβάσεις και τα μέτρα που λαμβάνονται για την αποκατάσταση της ισορροπίας στον τομέα της υγείας, έτσι ώστε οι ασθενείς να έχουν πλήρη εικόνα και να γνωρίζουν τα επόμενα βήματα.
«Σε κάθε περίπτωση, είναι προφανές ότι χρειάζεται να τεθούν οι αρχές και το σκεπτικό μιας Εθνικής Φαρμακευτικής Πολιτικής, η οποία θα προσδιορίζει με μεγαλύτερη ακρίβεια ποια θα πρέπει να είναι η φαρμακευτική δαπάνη που θα καλύπτει τις ανάγκες του πληθυσμού με το αποδοτικότερο κόστος, θα αξιολογεί σε πραγματικό χρόνο, θα παρεμβαίνει και θα καθορίζει την φαρμακευτική δαπάνη, ενώ θα διασφαλίζει τη λειτουργία αποτελεσματικών ελεγκτικών μηχανισμών» σημειώνει η Ένωση Ασθενών και συμπληρώνει ότι η Πολιτεία πρέπει να προχωρήσει άμεσα στην εφαρμογή των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, οι οποίες αποτελούν πάγιο και διαχρονικό αίτημα όλων των εταίρων στην υγεία προκειμένου η χώρα μας να μπορέσει να λαμβάνει τεκμηριωμένα (με βάση επιδημιολογικά κ.α. στοιχεία) αποφάσεις για την υγεία. «Ως εκ τούτου, θα πρέπει να προχωρήσουμε στην εφαρμογή εκτεταμένων προγραμμάτων πρόληψης, στην αποζημίωση γενετικών εξετάσεων και βιοδεικτών, στην επέκταση και τήρηση θεραπευτικών πρωτοκόλλων, τη σύνδεση τους με την ηλεκτρονική συνταγογράφηση ώστε να τεθούν σαφή όρια, την εφαρμογή ηλεκτρονικής συνταγογράφησης στα νοσοκομεία και την εφαρμογή ενός εθνικού πλαισίου διαλειτουργικότητας, την δημιουργία μητρώων ανά θεραπευτική κατηγορία, την επέκταση κλειστών ανά Τμήμα/κλινική φαρμακευτικών προϋπολογισμών, την προώθηση της υποκατάστασης -όπου αυτό είναι εφικτό- θεραπειών από γενόσημα, την περαιτέρω εφαρμογή διαγωνισμών ή/και διαπραγματεύσεων, την εφαρμογή νέων μοντέλων αποζημίωσης με βάση το θεραπευτικό αποτέλεσμα. Σε εύθετο χρόνο θα πρέπει η Πολιτεία να εξετάσει και την υιοθέτηση και άλλων μέτρων όπως τις συμφωνίες επιμερισμού κινδύνου με βάση το αποτέλεσμα, έτσι ώστε να υπάρχει η δυνατότητα λήψης αποφάσεων βάσει κριτηρίων διαφόρων ειδών (συμφωνίες επιμερισμού κινδύνου, συμφωνίες βασισμένες σε εκβάσεις υγείας ασθενών κλπ) και να διασφαλίσει τη δημιουργία αποτελεσματικών διαδικασιών σάρωσης ορίζοντα».
Τέλος, η Ένωση Ασθενών Ελλάδας καλεί τις αρμόδιες αρχές και όλους τους εμπλεκόμενους φορείς να συνεργαστούν, με τη συμμετοχή εκπροσώπων ασθενών, για να βρεθούν βιώσιμες και ρεαλιστικές λύσεις, ώστε να μην πληγεί η υγεία των πολιτών και να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης της χώρας.