Τη σχέση των παιδιών με την ανάγνωση βιβλίων αλλά και το ρόλο της εκπαίδευσης στη διαμόρφωση της σχέσης αυτής διερευνά η έρευνα του ΟΣΔΕΛ με τίτλο «Παιδί και Ανάγνωση», η οποία πραγματοποιήθηκε υπό την επιστημονική διεύθυνση του Νίκου Παναγιωτόπουλου, καθηγητή Κοινωνιολογίας στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ.
Σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε χθες στο Ολύμπια Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας» με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου που γιορτάζεται στις 23 Απριλίου παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα της έρευνας στο κοινό και ακολούθησε συζήτηση στην οποία συμμετείχαν η Βασιλική Νίκα, πρόεδρος του Ελληνικού Τμήματος IBBY-Κύκλος του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου, Ε.ΔΙ.Π. στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του ΕΚΠΑ, η Μαρίζα Ντεκάστρο, παιδαγωγός, συγγραφέας, κριτικός παιδικής λογοτεχνίας, ο Νίκος Παναγιωτόπουλος, καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ, η Άβα Χαλκιαδάκη, πρόεδρος του «Διαβάζοντας μεγαλώνω» και ο Πάνος Χριστοδούλου, γενικός διευθυντής του Δικτύου για τα Δικαιώματα του Παιδιού, συγγραφέας.
Ο διευθυντής του ΟΣΔΕΛ, Γιωργανδρέας Ζάννος κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης ανέφερε ότι το κύριο χαρακτηριστικό της έρευνας αναγνωστικής συμπεριφοράς του ΟΣΔΕΛ που πραγματοποιήθηκε υπό την επιστημονική διεύθυνση του Νίκου Παναγιωτόπουλου, καθηγητή Κοινωνιολογίας στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ είναι ότι «ο τελευταίος δεν περιορίστηκε στην καταγραφή των δεδομένων αλλά προχώρησε και στον προσδιορισμό των παραγόντων που καθορίζουν την αναγνωστική συμπεριφορά. Επεσήμανε την αιτιώδη συνάφεια της ανάγνωσης με την επαγγελματική, κοινωνική και οικονομική εξέλιξη των ατόμων, ενώ ανέδειξε το ζήτημα της ανισότητας που υφίσταται μεταξύ των παιδιών ως προς την εξοικείωσή τους με την ανάγνωση ανάλογα με την κοινωνική τους προέλευση και το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνουν».
Πιο συγκεκριμένα, όπως προέκυψε από την έρευνα η άνιση σχέση με την ανάγνωση, την οποία βιώνουν τα παιδιά που προέρχονται από συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, παράγει κοινωνικές, πολιτισμικές, και οικονομικές ανισότητες. Σύμφωνα επίσης με την έρευνα, ο ρόλος της εκπαίδευσης στη συγκρότηση σχέσης αγάπης του παιδιού με την ανάγνωση είναι ισχυρά καθοριστικός και ποιοτικός. Να σημειωθεί ότι η ποσοτική έρευνα βασίστηκε σε 500 ερωτηματολόγια που συμπληρώθηκαν από γονείς οικογενειών προερχόμενων από διαφορετικές κοινωνικές κατηγορίες.
Από την πλευρά του ο καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ, Νίκος Παναγιωτόπουλος μιλώντας για την έρευνα ανέφερε συνοπτικά ότι «μας απασχόλησε το πώς αποκτά κανείς τη διάθεση, αυτή τη μόνιμη ροπή για ανάγνωση. Το ζήτημα που τίθεται είναι ο καθορισμός των πολιτισμικών και κοινωνικών προϋποθέσεων για την πρόσβαση στη συστηματική ανάγνωση», πριν προχωρήσει στην παρουσίαση των βασικών συμπερασμάτων.
Καθοριστικός ο ρόλος της οικογένειας
Τα συνολικά αποτελέσματα κατέδειξαν τον ισχυρά καθοριστικό και ποιοτικό ρόλο της οικογένειας στη συγκρότηση μιας σχέσης αγάπης του παιδιού με την ανάγνωση. Ο πιο σημαντικός και επιδραστικός ως προς τη σχέση παιδιού και ανάγνωσης, παράγοντας αναδείχθηκε το μορφωτικό επίπεδο των γονέων που συμπλήρωσαν το ερωτηματολόγιο. Το επάγγελμα των γονέων μπορεί να αποδείχθηκε καθοριστικό, αλλά λιγότερο σημαντικό από το μορφωτικό επίπεδό τους. Σε ερωτήσεις όπως «πόσο συχνά ταξιδεύει το παιδί στο εξωτερικό», «πόσο συχνά εσείς ή ο άλλος γονέας αγοράζετε βιβλία για το παιδί», «πόσο συχνά διαβάζετε ιστορίες και παραμύθια στα παιδιά σας» και «πόσο συχνά μιλάτε με τα παιδιά σας για τα βιβλία που διάβασαν», οι μέσες τιμές για τους γονείς αποφοίτους ΑΕΙ/ΤΕΙ ήταν υψηλότερες συγκριτικά με εκείνους χωρίς ανώτερη μόρφωση.
Τα παιδιά γονέων με ανώτερη μόρφωση έχουν πιο στενή σχέση με την ανάγνωση
Τα παιδιά που έχουν γονείς με ανώτερη μόρφωση έχουν πιο στενή σχέση με την ανάγνωση καθώς διαβάζουν περισσότερα βιβλία (το 25,4% διαβάζει πάνω από δέκα βιβλία τον χρόνο), περισσότερη παιδική λογοτεχνία (46,1% έναντι 40,6%), δανείζονται πιο συχνά βιβλία από φίλους ή συγγενείς (38% έναντι 25%), εγγράφονται πιο συχνά ως συνδρομητές σε παιδικά περιοδικά (11,2% έναντι 3,9%), βλέπουν περισσότερο τους γονείς τους να διαβάζουν (82,8% έναντι 72,9%), εκτίθενται λιγότερο στην τηλεόραση (το 78,1% εκτίθεται λιγότερο από μία ώρα έναντι του 56,8%), και σε λοιπές οθόνες (το 63,1% εκτίθεται λιγότερο από μία ώρα έναντι του 49,7%). Επίσης, οι γονείς με ανώτερη μόρφωση αγοράζουν βιβλία στα παιδιά τους (2,75 έναντι 2,42), μιλούν περισσότερο μαζί τους γι’ αυτά (2,73 έναντι 2,48), τους διαβάζουν ιστορίες και παραμύθια σε εντονότερο βαθμό (2,79 έναντι 2,47), ενώ τους επιτρέπουν και να διαβάζουν βιβλία που είναι για μεγαλύτερες ή μικρότερες ηλικίες (2,43 έναντι 2,04).
Επίσης, από την έρευνα προέκυψε:
- Οι γονείς που ασκούν τα υψηλότερα ταξικά επαγγέλματα προσφέρουν πολύ πιο συχνά συνδρομές σε παιδικά περιοδικά και εφημερίδες στα παιδιά τους (17,5%).
- Οι δύο μεσαίες τάξεις επαγγελμάτων, κατά την κατηγοριοποίηση της έρευνας, τείνουν πιο συχνά να αγοράζουν βιβλία στα παιδιά τους (2,81 η μικρομεσαία και 2,70 η μεσαία), να επιβλέπουν τι διαβάζει το παιδί (3,19 η μικρομεσαία και 2,93 η μεσαία), να το παροτρύνουν να διαβάζει (3,00 η μικρομεσαία και 3,06 η μεσαία).
- Όσο ανώτερο ταξικά είναι το επάγγελμα του άλλου γονέα, τόσο αυξάνεται και η από κοινού συμμετοχή σε πολιτιστικές δραστηριότητες με το παιδί, αλλά και η συχνότητα με την οποία οι γονείς συζητούν με το παιδί για τα βιβλία που διάβασε. Όταν ο έτερος γονέας ασκεί κάποιο από τα ανώτερα επαγγέλματα, οι γονείς τείνουν να δηλώνουν ότι συμβουλεύονται περισσότερο ειδικούς για την αγορά βιβλίων στο παιδί τους (1,96).
- Αναφορικά με την οικογενειακή κατάσταση του γονέα, όταν οι γονείς συμβιώνουν ή είναι έγγαμοι, επιβλέπουν πιο συχνά τι διαβάζει το παιδί (2,98 έναντι 2,59), το παροτρύνουν να διαβάζει σε εντονότερο βαθμό (3,00 έναντι 2,71), αφού θεωρούν πιο σημαντική την εντατική ανάγνωση (3,23 έναντι 3,00), προσπαθούν να ενημερώνονται περισσότερο για την πρόοδό του (2,72 έναντι 2,48), του διαβάζουν περισσότερο ιστορίες ή παραμύθια (2,74 έναντι 2,36) και μιλάνε περισσότερο για αυτά που το παιδί διαβάζει (2,69 έναντι 2,38).
Πώς κατανοεί το παιδί την ανάγνωση βιβλίων
- Το παιδί που εμπλέκεται σταθερά και συστηματικά στην αναγνωστική πρακτική αρχίζει να κατανοεί τον κόσμο της ανάγνωσης σιγά-σιγά, πολύ καλά, κατά μία έννοια, να τον βιώνει ως αυτονόητο κόσμο.
- Το παιδί που αγαπά την ανάγνωση έχει σφυρηλατηθεί, έχει ανα-τραφεί, έχει υποβληθεί στα καθημερινά οικογενειακά προγράμματα αναγνωστικής δράσης, εν είδει αντικειμενικών δυνητικοτήτων, επειγουσών αναγκών.
- Τα παιδιά κατασκευάζουν την αναγνωστική, κοινωνική πραγματικότητά τους και προσπαθούν ενίοτε να αναδείξουν και να προωθήσουν ή ακόμα και να επιβάλουν τις επιλογές τους, αλλά το κάνουν πάντα με απόψεις, συμφέροντα και αρχές καθορισμένες από τη θέση που κατέχουν μέσα στον κοινωνικό κόσμο που ζουν και επιθυμούν να ζήσουν.
- Το παιδί που αγαπά την ανάγνωση αποτελεί διάσταση του νόμου πως το πολιτισμικό κεφάλαιο πάει στο πολιτισμικό κεφάλαιο.
Η έρευνα πλαισιώνεται από δύο βίντεο και σχετικές φωτογραφίες στους σταθμούς του Μετρό.
Δείτε τα σχετικά βίντεο
{https://www.youtube.com/watch?v=jWwt2V3CZ8U}
{https://www.youtube.com/watch?v=Iyt4zcBFz4Q}