Έχουμε αναφέρει δεκάδες φορές τις δυσκολίες που επικρατούν στο ΕΣΥ, τόσο για τους εργαζόμενους αλλά πρωτίστως για τους ασθενείς και τους συγγενείς τους. Ωστόσο, η καλύτερη απόδειξη είναι οι ιστορίες που προκύπτουν και αποτυπώνουν την τραγική κατάσταση.
Ο Διονύσης Νικομάνης μοιράστηκε την εμπειρία του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ήδη η ιστορία του έχει κάνει τον κύκλο του διαδικτύου. Ένα ατύχημα της μητέρας του ήταν αρκετό για να βιώσει από πρώτο χέρι τις παθογένειες του συστήματος υγείας. Η ιστορία του προκαλεί απελπισία και οργή. Μα πάνω από όλα αναδεικνύει την αναγκαιότητα να βελτιωθεί άμεσα και δραστικά η κατάσταση στο ΕΣΥ.
Διαλογή από τον σεκιουριτά του νοσοκομείου!
Όλα ξεκίνησαν την Τετάρτη το βράδυ, όταν η μητέρα του έπεσε και χτύπησε στο κεφάλι. Επειδή πονούσε, δεν επικοινωνούσε καλά και γενικά δεν είχε πνευματική διαύγεια, ο Διονύσης Νικομάνης αποφάσισε να την πάει στο νοσοκομείο της Κέρκυρας. Φτάνοντας έξω από τα επείγοντα, τους υποδέχεται ο σεκιουριτάς. Ο άνθρωπος ήταν προθυμότατος και έσπευσε να βοηθήσει. Ο γιος της ασθενούς του ζήτησε φορείο για να βάλουν τη μητέρα του. Φορείο όμως δεν υπήρχε, έτσι ο σεκιουριτάς έφερε ένα καρότσι. Το καρότσι όμως είχε μόνο ένα στήριγμα για να πατάνε τα πόδια, το άλλο κάπου είχε σπάσει ή χαθεί. Έτσι το ένα πόδι έμενε έωλο, με αποτέλεσμα για έναν ασθενή σαν τη μητέρα του που δεν είχε τις αισθήσεις της, το καρότσι να είναι άχρηστο, καθώς το ένα πόδι έπεφτε στο πάτωμα και κινδύνευε να πάει κάτω από το καρότσι και να προκληθεί άσχημος τραυματισμός. Αποτέλεσμα: έπρεπε να κρατάει το ελεύθερο πόδι της μητέρα του ο ίδιος περπατώντας σκυφτός μέχρι τα επείγοντα.
Μόλις μπήκαν στα επείγοντα, η γιατρός έκανε παρατήρηση στον σεκιουριτά: «γιατί φέρνετε όλα τα περιστατικά μέσα;». Την ίδια παρατήρηση έκανε και μετά από λίγο, όταν ο σεκιουριτάς έφερε κι άλλον ασθενή. Όμως από την είσοδο του κτιρίου μέχρι τα Επείγοντα δεν υπήρχε κανένας άλλος άνθρωπος του νοσοκομείου, ποιός έπρεπε λοιπόν να κρίνει ποια περιστατικά πρέπει να περνάνε στο ΤΕΠ και ποια όχι; Συμπέρασμα: εντελώς κυριολεκτικά, διαλογή στα ΤΕΠ του Γενικού Νοσοκομείου Κέρκυρας έκανε ο σεκιουριτάς!
Η αξονική εγκεφάλου έδειξε κάποια ευρήματα που έχρηζαν νευρολογικής αξιολόγησης, επομένως η μητέρα του κ. Νικομάνη εισήχθη στην παθολογική κλινική, για να τη δει ο γιατρός την επόμενη μέρα το πρωί. Όπως μεταφέρει ο ίδιος, το θέαμα της κλινικής ήταν τραγικό: Μαύρη βρωμιά παντού στα πατώματα, κρεβάτια με τα καλώδια του ρεύματος να κρέμονται σαν έντερα, γκρεμισμένοι σοβάδες, σωλήνες εκτεθειμένοι, σβησμένες επιγραφές, κουμπιά που δεν δουλεύουν και υπερήλικες άνθρωποι με το στόμα ανοιχτό να πασχίζουν να πάρουν μια ανάσα μέσα στην αφόρητη ζέστη, αφού δεν υπήρχε κανένας απολύτως κλιματισμός. Επίσης δεν υπήρχε ζεστό νερό, όποιος ασθενής ήθελε να κάνει ντους, υποχρεωτικά μόνο με κρύο. Με λίγα λόγια, συνθήκες νοσοκομείου τριτοκοσμικής χώρας.
«Το νοσοκομείο Κέρκυρας είναι επικίνδυνο και δολοφονικό»
Το πρωί η μητέρα του είχε ανακτήσει τις αισθήσεις της, αλλά ο καρπός της ήταν πρησμένος και πονούσε. Στην επίσκεψη των γιατρών τους έδειξε το χέρι, αυτοί μόλις το είδαν είπαν πως πρέπει να γίνει ακτινογραφία. Και αυτό ήταν όλο. Όλη η υπόλοιπη ημέρα κύλησε χωρίς να γίνει τίποτα. Από τις 10 το πρωί μέχρι αργά το βράδυ, ρώτησαν 5-6 φορές διαφορετικούς γιατρούς και νοσοκόμους πότε θα γίνει η ακτινογραφία. Όλοι απάντησαν ότι την έχουν «παραγγείλει», αλλά δεν εξαρτάται από αυτούς πότε θα γίνει. Μέχρι τις 10 το βράδυ, το χέρι της γυναίκας είχε πρηστεί ακόμη περισσότερο, πονούσε ακόμη πιο πολύ, και απλά περίμεναν. Η ακτινογραφία έγινε κατά τις 10 το βράδυ, μόλις έβαλαν τις φωνές ότι είναι ανεπίτρεπτο να βρίσκεται ασθενής με ολοφάνερα σπασμένο χέρι 24 ώρες μέσα σε Νοσοκομείο και κανείς να μην έχει καταφέρει να κάνει τίποτα γι’ αυτό. Συμπέρασμα: το νοσοκομείο δεν είναι σε θέση μέσα σε μία ημέρα να κάνει ούτε μία ακτινογραφία.
Αργότερα έμαθαν ότι σε όλο το νοσοκομείο υπήρχε ένας μόνο τραυματιοφορέας! Αυτός δεν μεταφέρει απλά τον ασθενή στις ενδοσκοπήσεις, αλλά περιμένει μέχρι να ολοκληρωθούν οι εξετάσεις του και μετά τον ξανανεβάζει στην κλινική. Δηλαδή εξυπηρετεί έναν ασθενή ανά περίπου μία ώρα. Με αυτόν τον ρυθμό, η γυναίκα θα έβλεπε ακτινολογικό μηχάνημα μετά από... 6-7 ημέρες. Μόλις βέβαια έβαλαν τις φωνές, ο τραυματιοφορέας εμφανίστηκε σε 15 λεπτά. Συμπέρασμα: ο τραυματιοφορέας πηγαίνει κατά προτεραιότητα εκεί που οι ασθενείς ή οι συνοδοί κάνουν φασαρία.
Τελικά πληροφορήθηκαν από γιατρό που είχε την υπομονή να τους εξηγήσει αναλυτικά ότι οι γιατροί, θέλοντας να αποκλείσουν την πιθανότητα εγκεφαλικού επεισοδίου αποφάσισαν 3 εξετάσεις: α) τοποθέτηση holter ρυθμού, β) triplex καρωτίδων και γ) μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου. «Απερίγραπτο δράμα» σχολιάζει ο Διονύσης Νικομάνης. Εδώ έρχονται άλλα προβλήματα: μαγνητικός τομογράφος στην Κέρκυρα δεν υπάρχει, είναι χαλασμένος. Το νοσοκομείο έχει κάνει σύμβαση με ιδιώτη όπου στέλνει τα περιστατικά, όμως αυτή την περίοδο έχει βλάβη και ο μαγνητικός τομογράφος του ιδιώτη, επομένως θα πρέπει να γίνει η εξέταση με δικά τους έξοδα μετά το εξιτήριο. Από την άλλη μηχάνημα για εξέταση triplex υπάρχει, αλλά δεν υπάρχει γιατρός. Κι εδώ υπάρχει σύμβαση με ιδιώτη που έρχεται στο νοσοκομείο για να κάνει τις εξετάσεις, δεν πηγαίνει όμως κάθε μέρα για να κάνει μία εξέταση τη φορά, έρχεται μόλις μαζευτούν 4-5 εξετάσεις. Τέλος, τοποθέτηση holter μέχρι και την Παρασκευή το μεσημέρι που έφυγαν δεν είχε γίνει, για άγνωστο λόγο. Συμπέρασμα: από τις απαιτούμενες εξετάσεις, μηδέν στα τρία.
Την Παρασκευή, η μέρα κύλισε χωρίς να γίνει τίποτα. Την ακτινογραφία δεν την είδαν ποτέ, γιατρός δεν φάνηκε μέχρι το μεσημέρι. Με ορατό τον κίνδυνο να φτάσει το Σαββατοκύριακο, που ως γνωστόν το νοσοκομείο κλείνει εντελώς, ο Δ. Νικομάνης και η μητέρα του αποφάσισαν να φύγουν, γιατί αλλιώς θα τους έβλεπε ο επόμενος γιατρός... σήμερα. Μέχρι τότε απλά η γυναίκα θα κοιτούσε το ταβάνι με σπασμένο χέρι. Σε όμοια κατάσταση ήταν κι άλλοι ασθενείς: Όλους τους είχε πιάσει μια παράκρουση να φύγουν από το νοσοκομείο άμεσα για να προλάβουν να δουν κάποιον ιδιώτη το απόγευμα, πριν έρθει το Σαββατοκύριακο. Η μητέρα του υπέγραψε ότι φεύγει με δική της θέληση, και ότι ευθύνεται η ίδια για τυχόν χειροτέρευση της υγείας της! Δηλαδή, μετά από σχεδόν 48 ώρες σε νοσοκομείο του ΕΣΥ, οι άνθρωποι έφυγαν τρέχοντας, χωρίς να έχουν πάρει ούτε μία απάντηση για την κατάσταση της γυναίκας και χωρίς να δουν ούτε μία εξέταση οποιουδήποτε είδους.
Τελικά, οι άνθρωποι είδαν ιδιώτη ορθοπεδικό, ο οποίος διαπίστωσε κάταγμα και έκανε ανάταξη, γιατί το κόκκαλο είχε αρχίσει να κολλάει στραβά, έβαλε γύψο, συνταγογράφησε 2η ακτινογραφία για να βεβαιωθεί ότι η ανάταξη έγινε σωστά, είδε την 2η ακτινογραφία που βγήκε εντός 5 λεπτών σε ιατρείο δίπλα από τον ορθοπεδικό, και συνταγογράφησε φάρμακα, όλα αυτά σε περίπου μία ώρα.
«Απ’ όλα όσα βιώσαμε εκεί μέσα, τίποτα δεν οφείλεται σε έλλειψη επιστημονικής κατάρτισης των γιατρών - αντίθετα, φάνηκαν όλοι διαβασμένοι και γνώστες του αντικειμένου τους. Γιατί αυτή η γενικευμένη σήψη σε όλα τα μήκη και πλάτη του; Η υποχρηματοδότηση και η υποστελέχωση είναι σίγουρα οι δύο πιο σημαντικοί λόγοι. Είναι όμως κι άλλα: Οι διαδικασίες που ακολουθούνται είναι αργές και δυσκίνητες. Τα πάντα χρειάζονται ώρες για να γίνουν. Ό,τι χρειάζεσαι πρέπει να περάσει από μια σάπια αλυσίδα αργών ή αδιάφορων ανθρώπων. Η ανοργανωσιά σπάει κόκκαλα, το ισόγειο δεν επικοινωνεί με τους ορόφους και το αντίστροφο» σχολιάζει δεικτικά ο Δ. Νικομάνης. Και καταλήγει στο συνολικά και τραγικό συμπέρασμα: «Το νοσοκομείο Κέρκυρας είναι επικίνδυνο και δολοφονικό».