Η τραγική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το ΕΣΥ έχει σημαντικές επιπτώσεις στου αγροτικούς γιατρούς. Όπως επισημαίνει ο Πανελλαδικός Συντονισμός Ιατρών Υπηρεσίας Υπαίθρου, βιώνουν συνεχώς και καθημερινά μία διαρκή απαξίωση, εκβιασμούς, εξευτελισμό, εμπαιγμό, ψυχολογική, σωματική και οικονομική εξουθένωση.
Τους τελευταίους μήνες οι καταγγελίες αγροτικών ιατρών, αλλά και διαφόρων άλλων υγειονομικών, σχετικά με την κατάσταση διάλυσης που επικρατεί στη δημόσια υγεία διαδέχονται η μια την άλλη. Πλήρως υποστελεχωμένα νοσοκομεία εφημερεύουν δίχως βασικές ειδικότητες και με ελάχιστες διαθέσιμες κλίνες, ενώ ιατροί μετακινούνται υποχρεωτικώς από την μια υγειονομική δομή στην άλλη προκειμένου να «καλυφθούν υπηρεσιακές ανάγκες», όπως διατείνονται οι αρμόδιες Υγειονομικές Περιφέρειες. Παράλληλα, αγροτικοί ιατροί αποσπώνται από τις θέσεις τους ώστε να καλύψουν τα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) νοσοκομείων, τα οποία πλείστες φορές εφημερεύουν χωρίς καν την παρουσία ειδικευμένων επιμελητών. Επίσης, Κέντρα Υγείας και Περιφερειακά Ιατρεία παραμένουν δίχως μόνιμους ιατρούς, εξοπλισμό και υποδομές. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οι αγροτικοί ιατροί γινονται καθημερινά έρμαια απειλών και εκβιασμών από τις διοικήσεις των νοσοκομείων και τις υγειονομικές περιφέρειες. Τα παραπάνω αποτελούν μονάχα μία συνοπτική εικόνα της τραγικής κατάστασης που επικρατεί στο ΕΣΥ σε όλη τη χώρα.
Οι αγροτικοί ιατροί, ως νέοι και ανειδίκευτοι ακόμη ιατροί, έχουν συγκεκριμένες υποχρεώσεις, καθήκοντα, αλλά και δικαιώματα. Ο θεσμός του ιατρού υπηρεσίας υπαίθρου (αγροτικού ιατρού) εξυπηρετεί αποκλειστικά την κάλυψη των υγειονομικών αναγκών απομακρυσμένων και άγονων περιοχών που δεν έχουν πρόσβαση σε μεγάλα νοσοκομεία. Επομένως, οι αγροτικοί ιατροί στελεχώνουν την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας μιας περιφέρειας, που συχνά δεν διαθέτει καμία άλλη πύλη εισόδου σε υπηρεσίες υγείας πέραν του τοπικού κέντρου υγείας ή περιφερειακού ιατρείου. Στο πλαίσιο αυτό, ο αγροτικός ιατρός διαθέτει τυπικά έναν επικουρικό ρόλο στις υπηρεσίες των ειδικευμένων, κυρίως γενικών ιατρών, στα ΚΥ όπως εξάλλου ορίζεται νομικά (βλ. το ΦΕΚ ΦΕΚ A’ 87/08.04.2023 άρθρο 98 παράγραφος 1α για τις διακομιδές). Η πραγματικότητα διαφέρει ριζικά, αφού οι αγροτικοί ιατροί, άσχετα από την εμπειρία και τις γνώσεις που έχουν, καλούνται να αντιμετωπίσουν εξ ολοκλήρου σοβαρά περιστατικά μόνοι όπως επίσης και να διαχειριστούν διακομιδές ασταθών αιμοδυναμικά ασθενών, χωρίς τη συνδρομή ειδικού ιατρού, κάτι το οποίο συμβαίνει συνεχώς και τείνει να γίνει πάγια τακτική.
Υποχρεωτικές μετακινήσεις
Οι διαρκείς μετακινήσεις αγροτικών ιατρών από τη μία θέση στην άλλη, σε ένα νοσοκομείο αρκετά χιλιόμετρα μακριά από τον χώρο ευθύνης τους, πολλές φορές με δικά τους έξοδα χωρίς καμία οικονομική κάλυψη ή ενίσχυση είναι επισφαλής και άκρως επικίνδυνη. Τόσο για τους ίδιους, λόγω των εξοντωτικών ωρών εργασίας χωρίς ανάπαυση, αλλά κυρίως για τους ίδιους τους ασθενείς, που περιμένουν αρκετές ώρες στους χώρους αναμονής των επειγόντων περιστατικών, ελπίζοντας ότι θα τους εξετάσει κάποιος ειδικός ιατρός και θα λάβουν κατάλληλες υπηρεσίες υγείας, όπως ορίζονται από τους νόμους. Στον αντίποδα, οι ήδη υπάρχουσες ελλείψεις σε ιατρικό προσωπικό στα κέντρα υγείας και τα περιφερειακά ιατρεία εντείνονται περαιτέρω από αυτές τις μετακινήσεις. «Τα προβλήματα των νοσοκομείων με τα χιλιάδες κενά δεν λύνονται με την ισοπέδωση και την διάλυση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Άλλωστε είναι οφθαλμοφανές ότι είναι άστοχη και ακατάλληλη η κάλυψη της 2βαθμιας με προσωπικό της 1βαθμιας διότι τα περιστατικά που θα αδυνατεί να αντιμετωπίσει η 1βαθμια θα επιφορτίσουν ακόμη περισσότερο την 2βαθμια με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος. Ως απόρροια των παραπάνω, βιώνουμε συνεχώς και καθημερινά, μία διαρκή απαξίωση, εκβιασμούς, εξευτελισμό, εμπαιγμό, ψυχολογική, σωματική και οικονομική εξουθένωση» σημειώνει ο Πανελλαδικός Συντονισμός Ιατρών Υπηρεσίας Υπαίθρου.