Η έρευνα της GPO και του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου (ΠΙΣ) που παρουσιάστηκε χθες, είχε αρκετά ενδιαφέροντα ευρήματα για το ΕΣΥ. Τόσο για το πώς αντιλαμβάνονται το σύστημα υγείας οι πολίτες, όσο και για τη θέση των γιατρών σε αυτό. Το Healthstat συγκεντρώνει τα σημαντικότερα στοιχεία και ερμηνεύει τα ποσοστά και τους αριθμούς.
Αρχικά μόλις το 41,5% των πολιτών είναι ικανοποιημένο από τις υπηρεσίες Υγείας στη χώρα. Μπορεί μεν οι δυσαρεστημένοι να είναι λιγότεροι, ωστόσο σε ένα κράτος που θέλει να λέγεται προηγμένο δεν νοείται η πλειοψηφία των πολιτών να απαντάει αρνητικά στο πρώτο και βασικότερο ερώτημα.
Ειδικότερα για τη Δημόσια Υγείας, δηλαδή το ΕΣΥ (Νοσοκομεία, Κέντρα Υγείας κλπ) τα αποτελέσματα είναι χειρότερα. Και αυτό δείχνει την ανεπάρκεια του συστήματος να ανταποκριθεί στις ανάγκες των πολιτών.
Ένα εύρημα που προκάλεσε μερική έκπληξη είναι αυτό που δείχνει ότι υπάρχει μεγαλύτερη δυσαρέσκεια σε Αττική και Θεσσαλονίκη, παρά στην περιφέρεια. Η έκπληξη έγκειται στο γεγονός ότι τα περιφερειακά νοσοκομεία αντιμετωπίζουν μεγαλύτερα προβλήματα. Ωστόσο, όπως εξήγησε ο πρόεδρος του ΠΙΣ Αθανάσιος Εξαδάκτυλος απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο πολίτης μίας μικρότερης πόλης νιώθει μεγαλύτερη συναισθηματική σύνδεση με το νοσοκομείο της περιοχής του και με τους γιατρούς του. Σε μία μεγάλη πόλη είναι πιο απρόσωπα τα πράγματα.
Ο λόγος που υπάρχει η όποια ικανοποίηση εδράζεται στο γεγονός ότι το προσωπικό είναι σε πολύ καλό ή καλό επίπεδο. Δηλαδή, όπως έχουμε αναφέρει και στο παρελθόν, η ίδιοι οι γιατροί και νοσηλευτές είναι αυτοί που κρατάνε όρθιο το ΕΣΥ, χωρίς καμία βοήθεια από την Πολιτεία τα τελευταία τέσσερα χρόνια.
Οι λόγοι της δυσαρέσκειας είναι αντιστρόφως ανάλογη και πηγάζουν από την ανεπάρκεια ή την έλλειψη πολιτικής βούλησης να βελτιωθούν τα πράγματα στα νοσοκομεία. Η κακή οργάνωση και κακή αναλογία προσωπικού/ασθενών αποτελούν πληγές για το ΕΣΥ.
Η εμπιστοσύνη των πολιτών στο υγειονομικό αυξάνει την ικανοποίηση για την αντιμετώπιση της πανδημίας, χωρίς όμως να είναι αρκετό αυτό για να απαντήσουν περισσότεροι από τους μισούς θετικά.
Το 40,6% επιλέγει να απευθυνθεί σε ιδιωτικά ιατρεία και το 31,6% σε νοσοκομεία. Αυτό σημαίνει δύο πράγματα. Αρχικά η ανεπάρκεια του δημόσιου συστήματος υγείας ωθεί του πολίτες σε ιδιωτικές δομές. Όσοι δεν μπορούν και απευθύνονται στα δημόσια νοσοκομεία, προστρέχουν εκεί γιατί δεν υπάρχει επαρκής Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Είναι ενδεικτικό ότι μόλις το 7,5% των πολιτών επιλέγει κάποιο Κέντρο Υγείας
'Ετσι αναπόφευκτα οδηγούμε στο επόμενο στοιχείο, όπου το 65,1% των πολιτών απαντάει ότι το κόστος των ιατρικών υπηρεσιών έχει αυξηθεί τα τελευταία δύο-τρία χρόνια.
Οι γιατροί μπροστά στο ΕΣΥ
Στο δεύτερο σκέλος της έρευνας, τον λόγο έχουν οι ίδιοι οι γιατροί. Οι πρωταγωνιστές του συστήματος υγείας αξιολογούν μόνο κατά 25,7% θετικά το σύστημα υγείας της χώρας.
Ακόμα πιο ενδιαφέρον έχει η ανάλυση των γιατρών ανά τομέα εργασίας. Κανένας γιατρός του ΕΣΥ δεν κρίνει θετικά το σύστημα υγείας!
Μειοψηφία είναι επίσης οι επαγγελματίες υγείας που βλέπουν θετικά τις νομοθετικές αλλαγές στην υγεία τα τελευταία χρόνια.
Και εδώ οι γιατροί του ΕΣΥ έχουν την πρωτοκαθεδρία των αρνητικών απαντήσεων. Ωστόσο, οι ιδιώτες και οι γιατροί που δουλεύουν και στα δύο συστήματα επικροτούν τη νομοθεσία της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Αυτό είναι λογικό από τη στιγμή που τους δίνεται η ευκαιρία να εισχωρούν στο δημόσιο σύστημα και να κερδίζουν μεγαλύτερο κέρδος.
Ωστόσο, στο θέμα του προσωπικού γιατρού, η κυβέρνηση Μητσοτάκη φαίνεται ότι βρίσκει απέναντί της μεγάλο μέρος των γιατρών, κυρίως του ιδιωτικού τομέα. Δηλαδή, έχουμε την αντίστροφη διαδρομή από τα παραπάνω ερωτήματα. Αυτό συμβαίνει κυρίως γιατί δεν έχουν δοθεί τα κίνητρα που θέλουν οι ιδιώτες για να ενταχθούν στο πρόγραμμα του προσωπικού γιατρού.
Επίσης, η πλειοψηφία των γιατρών έχει δει τους ασθενείς που φροντίζει τα τελευταία 3 χρόνια να αυξάνονται και μόλις το 12,6% να μειώνονται.
Δύο είναι τα βασικά προβλήματα των υγειονομικών. Πρώτο η προσπάθεια απαξίωσης του επαγγέλματος και δεύτερο οι ελλείψεις σε υλικοτεχνικό εξοπλισμό του ΕΣΥ. Λίγο-πολύ το ένα φέρνει το άλλο και είναι σαν φαύλος κύκλος. Κοινή αφετηρία βέβαια είναι η αντιμετώπιση που είχαν από την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Πάντως παρά τις δυσκολίες, οι περισσότεροι γιατροί δηλώνουν ότι δεν θα συνταξιοδοτηθούν στα 67 και θα συνεχίσουν να δουλεύουν. Αυτό όμως σημαίνει ότι η κατάσταση είναι τόσο δραματική για τους γιατρούς μετά τη συνταξιοδότηση, που επιλέγουν να μείνουν σε αυτό το σύστημα.
Ο ΠΙΣ έχει μία σειρά από θέσεις που αφορούν την αύξηση των μισθών, τη διατήρηση του δημόσιου χαρακτήρα του ΕΣΥ, τις νέες προσλήψεις στα νοσοκομεία κτλ. Οι θετικές γνώμες είναι συντριπτικά περισσότερες, γεγονός που δείχνει ότι οι γιατροί αντιλαμβάνονται τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι συνάδελφοί τους.
Τέλος, το παραπάνω συμπέρασμα προκύπτει και στο ερώτημα για τον κύριο λόγο φυγής των Ελλήνων γιατρών στο εξωτερικό. Οι χαμηλοί μισθοί έχουν... αυτοδυναμία.
Σε κάθε περίπτωση η παραπάνω διπλή έρευνα είναι μια καλή αφετηρία για να διορθωθούν πράγματα στο ΕΣΥ. Αρκεί να υπάρχει η πολιτική βούληση. Προς ώρας, και με τη συγκυρία να δείχνει ότι η ΝΔ θα ανανεώσει την κυβερνητική της θητεία, μάλλον οδεύουμε προς αντίθετη κατεύθυνση.