Οι εκλογές της 21ης Μαΐου πλησιάζουν και στο πρόγραμμα των κομμάτων η Υγεία είναι στο επίκεντρο. Έτσι μεγάλο κομμάτι της προεκλογικής συζήτησης κινείται γύρω από το συγκεκριμένο ζήτημα. Με αυτό το δεδομένο το άτυπο υγειονομικό debate που πραγματοποιήθηκε στον αέρα της ΕΡΤ είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας της ΝΔ Ειρήνη Αγαπηδάκη και η Αθηνά Λινού, καθηγήτρια Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, υποψήφια στον Βόρειο Τομέα της Αθήνας με τον ΣΥΡΙΖΑ - ΠΣ είχαν την ευκαιρία να ξεδιπλώσουν τις θέσεις τους.
Βασικό θέμα της συζήτησης ήταν ο τομέας της υγείας αλλά και της παιδείας, που αποτελεί σημαντικό ζήτημα αντιπαράθεσης μεταξύ των κομμάτων.
Αντιπαράθεση για το ΕΣΥ και την πρόληψη
Η Ειρήνη Αγαπηδάκη απάντησε αρχικά για την αναμόρφωση του ΕΣΥ, όσα χρόνια κυβέρνησε η ΝΔ. «Εξαντλήσαμε την προσπάθεια μας στην διαχείριση της πανδημίας» είπε αρχικά η Ε. Αγαπηδάκη, επιχειρώντας να δικαιολογήσει την έλλειψη βελτίωσης στο σύστημα υγείας και πρόσθεσε ότι «επί 3 έτη προσπαθούμε να δούμε πώς πιέζεται το ΕΣΥ, να πάρουμε αντίστοιχα μέτρα για να προστατεύσουμε τον πληθυσμό. Όλη αυτή λοιπόν η διαχείριση συγκεντρώνει τις δυνάμεις της Πολιτείας προκειμένου να μπορέσουμε να μην έχουμε μολύνσεις και θύματα από τον covid». Όπως τόνισε η επικεφαλής του ψηφοδελλτίου Επικρατείας της ΝΔ, οι κλίνες ΜΕΘ από 550 πήγαν στις 1.300, ο προϋπολογισμός αυξήθηκε κατά 1,5 δισ., οι γιατροί ενισχύθηκαν μισθολογικά και έγινε ένα εμβληματικό πρόγραμμα πρόληψης. Υποστήριξε ότι η κυβέρνηση της ΝΔ έκανε το πρόγραμμα Φώφη Γεννηματά. «Δεν είναι λοιπόν αλήθεια ότι δεν κάναμε πράγματα για το ΕΣΥ παράλληλα με την πανδημία» κατέληξε η Ειρήνη Αγαπηδάκη. Ωστόσο, για την ύπαρξη ράντζων δεν έδωσε σαφή απάντηση, αφού επικαλέστηκε ξανά τονιδιωτικό τομέα, ο οποίος σύμφωνα με την ίδια συνέβαλε στ συγκεκριμένο κομμάτι. Οι εικόνες όμως από τις εφημερίες δεν συμφωνούν με την κ. Αγαπηδάκη.
Η Αθηνά Λινού κλήθηκε να απαντήσει αν μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να βελτιώσει το ΕΣΥ, σε περίπτωση που κυβερνήσει ξανά. «Όταν ξεκίνησε να κυβερνάει ο ΣΥΡΙΖΑ, βρισκόμασταν ίσως στη μεγαλύτερη αιχμή της οικονομικής κρίσης, στο μνημόνιο» ανέφερε η καθηγήτρια του ΕΚΠΑ. Απαντώντας στην Ειρήνη Αγαπηδάκη, η Αθηνά Λινού υπογράμμισε ότι από τότε που ανέλαβε η Νέα Δημοκρατία στο επίπεδο υγείας πήγαν πολύ πολύ χειρότερα και ιδιαίτερα στα θέματα προληπτικής ιατρικής πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. «Και τώρα που εφαρμόζεται το πρόγραμμα Φώφη Γεννηματά, αν δούμε τα πράγματα με τους πραγματικούς αριθμούς αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα οι υποψήφιες ή οι γυναίκες που δικαιούνται μαστογραφία και που θα έπρεπε να ενισχύσουμε τη μαστογραφία ακόμα και αν εφαρμόσουμε το ανεπαρκές ηλικιακό όριο που είναι μεταξύ 50 και 70, ενώ θα έπρεπε να αρχίζει στα 40, αλλά υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα ενάμισι εκατομμύριο Ελληνίδες» εξήγησε. Δηλαδή, έχουμε καλύψει λιγότερο από το 1,5% των γυναικών.
Η Ειρήνη Αγαπηδάκη επέμεινε ότι στη χώρα μας γίνεται για πρώτη φορά πληθυσμιακό πρόγραμμα για τον καρκίνο. Ωστόσο, η Αθηνά Λινού είχε μία αποστομοτική απάντηση: «Οι οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του μαστού εκδόθηκαν για πρώτη φορά το 1992 και είμαι η κύρια συγγραφευς. Επίσης, από τη δεκαετία του '80 και μετά η ογκολογική εταιρεία κάνει έγκαιρη διάγνωση και το πρώτο σταθερό τμήμα το ίδρυσα καλύπτοντας όλον τον πληθυσμό της Χαλκιδικής το 1991».
Το συμπέρασμα της συζήτησης; Ειδικά σε θέματα Υγείας, η Αθηνά Λινού με την επιστημονική κατάρτιση που έχει και όσα έχει κάνει κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής της σταδιοδρομίας μπορεί να αφοπλίσει οποιονδήποτε. Ακόμα περισσότερο όταν ο αντίπαλός της δεν έχει τα πολιτικά επιχειρήματα για να «κερδίσει» τη συζήτηση.
Ιδιωτικοποίηση των πανεπιστημίων
Η κ. Λινού απάντησε σχετικά με την ιδιωτικοποίηση των πανεπιστημίων και αν θεωρεί πως η ελάχιστη βάση εισαγωγής ευνοεί τους πλούσιους.
«Εξαρτάται σε ποια χώρα ζεις, με τις συνθήκες. Εδώ γιατί δεν θα μπορούσαμε να έχουμε μη κρατικά πανεπιστήμια. Η Κύπρος ας πούμε, πάει πάρα πολύ καλά και έχει πετύχει, άλλα δεν ξέρω αν πετυχαίνουν όλα τα παιδιά. Εδώ έχουμε τεράστιο πρόβλημα ανισοτήτων και στην παιδεία, όχι μόνο στα δημόσια σχολεία έχουμε τεράστιο πρόβλημα ανισοτήτων. Στη διάρκεια της πανδημίας στις φτωχογειτονιές το 80% των παιδιών δεν είχε ούτε πρόσβαση στο διαδίκτυο ούτε υπολογιστές για να παρακολουθήσει τα μαθήματα», ανέφερε. «Εξαρτάται καθαρά από τις συνθήκες» το αν είναι υπέρ των μη κρατικών πανεπιστημίων, είπε η κ. Λινού.