Οι γονείς που φωνάζουν στα παιδιά τους ή τα αποκαλούν «ανόητα», θα πρέπει να το ξανασκεφτούν αφού αυτή η αντιμετώπιση μπορεί να έχει τρεις πολύ σοβαρές συνέπειες. Σύμφωνα με την μελέτη που δημοσιεύει ο Guardian, τα παιδιά που δέχονται μία τέτοια αντιμετώπιση διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αυτοτραυματιστούν, να κάνουν χρήση ναρκωτικών και να καταλήξουν στη φυλακή.
Το να μιλάμε σκληρά στα παιδιά θα πρέπει να αναγνωρίζεται ως μια μορφή κακοποίησης λόγω της τεράστιας ζημιάς που προκαλεί, λένε οι ειδικοί. Οι συντάκτες της νέας μελέτης λένε ότι «η διάπραξη λεκτικής κακοποίησης από έναν ενήλικα προς κάποιο παιδί χαρακτηρίζεται από φωνές, εξευτελισμό του παιδιού και λεκτικές απειλές».
«Αυτή η συμπεριφορά των ενηλίκων προς τα παιδιά τους μπορεί να είναι τόσο επιβλαβής για την ανάπτυξή τους όσο άλλοι επί του παρόντος αναγνωρισμένοι και ιατροδικαστικά καθιερωμένοι υποτύποι κακομεταχείρισης, όπως η σωματική και σεξουαλική κακοποίηση», αναφέρουν οι ακαδημαϊκοί στην εργασία τους στο περιοδικό Child Abuse & Neglect. Περισσότερα παιδιά βιώνουν λεκτική κακοποίηση στην παιδική τους ηλικία παρά σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση και ο αριθμός που την αντιμετωπίζει φαίνεται να φτάνει το 40% και να αυξάνεται, όπως υποστηρίζουν οι ειδικοί.
Οι πιο ενοχλητικές λέξεις ή φράσεις των γονιών
Η καθηγήτρια Shanta R Dube, ειδικός στις ΗΠΑ στην κακοποίηση παιδιών και μία από τους συγγραφείς της μελέτης, δήλωσε: «Συχνά οι ενήλικες δεν γνωρίζουν πώς ο τόνος της φωνής και οι λέξεις, όπως «ανόητος» και «τεμπέλης», μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τα παιδιά».
Η μελέτη εξέτασε τα υπάρχοντα στοιχεία σχετικά με τον αντίκτυπο της λεκτικής κακοποίησης στην παιδική ηλικία. Μια πρόσφατη εργασία, μια μελέτη στο Ηνωμένο Βασίλειο με επικεφαλής τον καθηγητή Mark Bellis, η οποία δημοσιεύτηκε στο BMJ Open, περιελάμβανε ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα 20.556 κατοίκων του Ηνωμένου Βασιλείου και διαπίστωσε ότι εκείνοι που είχαν υποστεί λεκτική κακοποίηση είχαν σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες (19,9%) από εκείνους που δεν είχαν υποστεί τέτοια συμπεριφορά ( 10,8%) να κάνουν χρήση κάνναβης και σχεδόν διπλάσιο κίνδυνο να καταλήξουν στη φυλακή (4,4%) από τους υπόλοιπους (2,4%).
Μια πρόσφατη έρευνα στο Ηνωμένο Βασίλειο σε 1.000 νέους 11 έως 17 ετών διαπίστωσε ότι το 41% δέχτηκε ενοχλητικές προσβολές και κατηγορίες από γονείς, φροντιστές, δασκάλους και γονείς φίλων. Οι μισοί (51%) δήλωσαν ότι αντιμετώπισαν τέτοια συμπεριφορά κάθε εβδομάδα, ενώ ένας στους 10 καθημερινά.
Όταν ρωτήθηκαν ποιες ήταν οι πιο ενοχλητικές λέξεις ή φράσεις που άκουσαν, τα παιδιά ανέφεραν τα εξής: «είσαι άχρηστος», «είσαι ηλίθιος» και «δεν μπορείς να κάνεις τίποτα σωστά». Αντίθετα, τα πιο θετικά πράγματα που άκουσαν να τους λένε οι ενήλικες ήταν «είμαι περήφανος για σένα», «μπορείς να το κάνεις» και «πιστεύω σε σένα».
Ο καθηγητής Peter Fonagy, συν-συγγραφέας της εργασίας, επικεφαλής του τμήματος ψυχολογίας και γλωσσικών επιστημών στο University College London (UCL) και διευθύνων σύμβουλος του κέντρου Anna Freud, δήλωσε: «Τα παιδιά είναι γενετικά προετοιμασμένα να εμπιστεύονται αυτό που οι ενήλικες λένε. Μας παίρνουν στα σοβαρά τους μεγάλους. Εάν προδώσουμε αυτήν την εμπιστοσύνη χρησιμοποιώντας λέξεις κακοποιητικές, αυτό μπορεί να αφήσει τα παιδιά όχι μόνο ντροπιασμένα, απομονωμένα και αποκλεισμένα, αλλά και ανίκανα να ασχοληθούν με την κοινότητα και να επωφεληθούν πλήρως από την κοινωνική μάθηση». Ο ίδιος πρόσθεσε: «Γνωρίζουμε κυριολεκτικά από εκατοντάδες μελέτες ότι η έκθεση σε λεκτική κακοποίηση επηρεάζει βαθιά τα παιδιά και σχετίζεται με επίμονη ψυχολογική δυσφορία, σύνθετες συναισθηματικές και σχεσιακές δυσκολίες, σωματικές και ψυχικές διαταραχές, αυξημένη πιθανότητα να δημιουργήσουν καταχρηστικές καταστάσεις στη ζωή τους, όπως για παράδειγμα να βρουν έναν σύντροφο που τους κακοποιεί, καθώς και να επαναλάβουν την κακοποίηση με άλλους. Η χρήση λέξεων για εκφοβισμό, ντροπή και έλεγχο μπορεί να φαίνεται λιγότερο επιβλαβής από τη σωματική απειλή, αλλά οι ίδιοι κίνδυνοι συνοδεύουν αυτήν την κακή χρήση της γλώσσας: χαμηλή αυτοεκτίμηση, αυξημένη χρήση νικοτίνης, αλκοόλ και ουσιών, αυξημένος κίνδυνος άγχους, κατάθλιψη, ακόμη και ψυχωτικές διαταραχές».