Επιπλέον οικονομική επιβάρυνση περιμένει τους πολίτες που πρέπει να προμηθευτούν δύο άκρως απαραίτητα παυσίπονα. Πρόκειται για τα LONARID-N tb. και LONALGAL tb, τα οποία σε ΚΥΑ που δημοσιεύθηκε στις 29 Απριλίου παύουν να βρίσκονται στον Κατάλογο Αποζημιούμενων Φαρμάκων.
Η χρήση των συγκεκριμένων φαρμάκων κρίνεται απαραίτητη για τους ασθενείς με πόνο (ιδιαίτερα για αυτούς με καρκίνο) και είναι σημαντική η πρόσβαση σε αυτά. Επίσης, η απόφαση του υπουργείου Υγείας είναι λανθασμένη επιστημονικά και υγειονομικά, καθώς αντιβαίνει στις αρχές των ανθρώπινων δικαιωμάτων και την κοινωνικής αλληλεγγύης.
Σφοδρή κριτική στην απόφαση που φέρει την υπογραφή του Άδωνι Γεωργιάδη ασκούν οι Δαγρές Γιάννης (Αντιπρόεδρος ΦΣΑττικής-ΝΠΔΔ, Μέλος ΔΣ ΠΦΣ-ΝΠΔΔ), Σαρδέλης Χαράλαμπος (Μέλος ΔΣ ΦΣΘεσαλονίκης-ΝΠΔΔ, Μέλος ΔΣ ΠΦΣ-ΝΠΔΔ), Σκουντάκης Αριστοτέλης (Πρόεδρος ΦΣΗρακλείου-ΝΠΔΔ, Εκλέκτορας ΠΦΣ-ΝΠΔΔ) και Σταματάκος Αλέξανδρος (Αντιπρόεδρος ΦΣΚέρκυρας-ΝΠΔΔ, Εκλέκτορας ΠΦΣ-ΝΠΔΔ).
Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενό τους:
Με έκπληξη ενημερωθήκαμε ότι στις 29-4-2024 εκδόθηκε Υπουργική Απόφαση από το Υπουργείο Υγείας, σύμφωνα με την οποία τα φαρμακευτικά σκευάσματα LONARID-N tb. & LONALGAL tb. απεντάχθηκαν από τον Κατάλογο Αποζημιούμενων Φαρμάκων στην οποία ανήκαν μέχρι τώρα, δηλαδή οι ασθενείς που τα χρειάζονται θα πρέπει πλέον να πληρώνουν εξ΄ολοκλήρου από την τσέπη τους για να έχουν πρόσβαση σε αυτά.
Θυμίζουμε ότι τα φαρμακευτικά σκευάσματα αυτά περιέχουν τη φαρμακευτική ουσία κωδεΐνη, απαραίτητη και αναντικατάστατη σε ασθενείς με πόνο που δεν ανταποκρίνεται στα κοινά αναλγητικά όπως πχ. η παρακεταμόλη ή η ιβουπροφένη.
Θυμίζουμε επίσης ότι η κωδεΐνη μεταβολίζεται μέσα στον ανθρώπινο οργανισμό σε μορφίνη, ένα ισχυρό οπιοειδές αναλγητικό που ανήκει στην κατηγορία των ναρκωτικών, που σημαίνει ότι η χρήση της επ΄ουδενί δεν μπορεί αν είναι επιπόλαιη και χωρίς επίβλεψη, καθώς συνοδεύεται από δυνητικώς σοβαρές προειδοποιήσεις προφυλάξεις και παρενέργειες στη χρήση του, και συνάμα έχει εθιστική δράση.
Γι΄ αυτόν τον λόγο τα φάρμακα αυτά δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση μία πολυτέλεια του σύγχρονου τρόπου ζωής, αλλά στην πραγματικότητα είναι απαραίτητα για χιλιάδες συνανθρώπους μας ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονται και ασθενείς με καρκίνο.
Τέλος θυμίζουμε ότι η αμέσως επόμενη γραμμή άμυνας (ανακούφισης) για τέτοιους ασθενείς αποτελούν διαφορετικού πλέον είδους σκευάσματα με ακόμα μεγαλύτερη συγκέντρωση οπιοειδών (ναρκωτικών) αναλγητικών ουσιών, δηλαδή με αυξημένη εικόνα δυνητικών προειδοποιήσεων και εθισμού στη χρήση τους.
Για τους παραπάνω λόγους, είναι ακατανόητη η συγκεκριμένη απόφαση του Υπουργείου Υγείας να μην αποζημιώνονται πλέον τα συγκεκριμένα φάρμακα για τους συνανθρώπους μας που τα χρειάζονται ειδικά τη στιγμή που δεν υπάρχουν αντίστοιχες εναλλακτικές θεραπείες να καλυφθούν, στο ίδιο κόστος και με το ίδιο προφίλ ασφάλειας και αποτελεσματικότητας.
Αποτελεί δηλαδή, κατά τη γνώμη μας, μία υγειονομικώς λανθασμένη, και κοινωνικώς οπισθοδρομική ενέργεια, που δεν τιμά το Σύστημα Υγείας μίας Οργανωμένης Πολιτείας και ενός Κράτους Δικαίου βασισμένα πάνω στα Καθολικά Δικαιώματα του Ανθρώπου και στην Κοινωνική Αλληλεγγύη και Σταθερότητα. Και δεν έχει καμία απολύτως σημασία ούτε αποτελεί αποδεκτή αιτιολόγηση, από την οπτική γωνία των ασθενών και των αναγκών τους, το ότι η απόφαση αυτή πάρθηκε βάσει συγκεκριμένης κείμενης Νομοθεσίας.
Σύμφωνα μάλιστα με τη Dr. Χρυσάνθη Σαρδέλη (Ιατρός Μαιευτήρας Γυναικολόγος & Διδάκτωρ Κλινική Φαρμακολογίας του Εργαστηρίου Κλινικής Φαρμακολογίας του Α.Π.Θ.):
«Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να γίνουν γνωστά το σκεπτικό και η νομική τεκμηρίωση αυτής της αλλαγής, δεδομένων των όσων ορθώς αναφέρονται στο συνημμένο (Σ.Σ.: Αναφέρεται στην παρούσα ανακοίνωση) αλλά ΚΑΙ του γεγονότος ότι όλες οι δραστικές ουσίες (κωδεΐνη, παρακεταμόλη) που περιέχονται στα εν λόγω σκευάσματα αναφέρονται στην WHO Model List for Essential Drugs (2023, σελ. 5) ως απαραίτητα φάρμακα».
Η Κυβέρνηση λοιπόν, κρίνουμε ότι θα πρέπει να προβεί σε όλες εκείνες τις ενέργειες που είναι απαραίτητες, ώστε να διορθώσει το λάθος της αυτό, και τα συγκεκριμένα σκευάσματα να συνεχίσουν να αποζημιώνονται από το Σύστημα Υγείας και έτσι να είναι προσβάσιμα χωρίς εμπόδια σε όλους εκείνους τους συνανθρώπους μας που τα έχουν ανάγκη.