Γιάννης Καλομενίδης στο Healthstat: Η Ελλάδα δεν είναι έτοιμη για την επόμενη πανδημία

Γιάννης Καλομενίδης στο Healthstat: Η Ελλάδα δεν είναι έτοιμη για την επόμενη πανδημία
Σάββατο, 29/04/2023 - 08:01

Ο Γιάννης Καλομενίδης μιλάει στο Healthstat για το σύστημα υγείας και την πιθανότητα ετοιμότητάς του ενόψει μίας νέας πανδημίας.

Η Ελλάδα απουσιάζει από τη συζήτηση για την επόμενη πανδημία, τονίζει στο Healthstat ο πνευμονολόγος στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» και επίκουρος καθηγητής στο ΕΚΠΑ Γιάννης Καλομενίδης. Την ίδια ώρα, ήδη σε παγκόσμια επίπεδο υπάρχει προβληματισμός και προετοιμασία για την επόμενη πανδημία, η οποία θα έρθει συντομότερα σε σχέση με την προηγούμενη.

Λίγες μέρες μετά τη συμμετοχή του κ. Καλομενίδη στο συνέδριο του Ινστιτούτου Πουλαντζά για την ασφάλεια (Θεματική III | Η κοινωνικο-οικονομική διάσταση της ασφάλειας, Κοινωνικό κράτος και φροντίδα), ο ίδιος μιλάει για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το ΕΣΥ, όπως η κρίση στελέχωσης και το μπάσιμο του ιδιωτικού τομέα στο δημόσιο σύστημα.

Μάλιστα, όπως προειδοποιεί ο πνευμονολόγος στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», αν συνεχιστεί η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας στον χώρο της Υγείας, τότε το οικονομικό κέρδος θα έχει μεγαλύτερη σημασία από την υγεία των πολιτών, η οποία είναι ένα θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα.

Ολόκληρη η συνέντευξη με τον Γιάννη Καλομενίδη στο Healthstat

Να ξεκινήσουμε με αφορμή τη συμμετοχή σας στο συνέδριο του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς για την ασφάλεια. Αλήθεια, είναι ασφαλές για έναν άνθρωπο να αρρωστήσει σήμερα και να επισκεφτεί το εθνικό σύστημα υγείας;

Είναι λίγο αφηρημένο αυτό. Καταρχάς η ασθένεια καθαυτή είναι από μόνη της αμφισβήτηση της έννοιας της υγειονομικής ασφάλειας. Υγειονομική ασφάλεια σημαίνει ότι είμαι υγιής. Άρα το πρώτο σημαντικό είναι ότι οι προϋποθέσεις που μας οδηγούν σε νόσο πρέπει να αμβλύνονται. Και αυτό είναι κάτι που αφορά όλη την κοινωνία και τη ρύθμιση όλης της ζωής μας, όχι μόνο το ΕΣΥ. Από εκεί και πέρα, όταν αρρωσταίνει κανείς απευθύνεται στο σύστημα υγείας. Ποιο είναι το όριο όμως της ασφάλειας και της ανασφάλειας; Αυτό που πρέπει να παραδεχτούμε είναι ότι σε σχέση με 15 χρόνια πριν, στις περισσότερες περιπτώσεις οι συνθήκες περίθαλψης έχουν επιδεινωθεί. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να είναι βελτιωμένες, αλλά η υγειονομική εικόνα του συστήματος, λόγω περιοριστικών πολιτικών, είναι ότι η ανταπόκριση είναι μειωμένη. Κι αυτό έχει να κάνει σχεδόν αποκλειστικά με την έλλειψη προσωπικού σε σχέση με τις ανάγκες.

Πέρα από το προσωπικό, η κατάσταση που επικρατεί αυτή τη στιγμή ποια είναι; Δηλαδή υπάρχει έλλειψη προσωπικού, αλλά αυτό τι σηματοδοτεί και άλλους τομείς;

Η έλλειψη προσωπικού, ειδικά δε εκεί που είναι φανερή και το πράγμα ξεφεύγει όπως στην περιφέρεια, δημιουργεί επικίνδυνες συνθήκες. Δημιουργεί αυξημένη ανάγκη μετακίνησης αρρώστων από την περιφέρεια στις κεντρικές πόλεις για να εξυπηρετούνται. Αυτό έχεις ως αποτέλεσμα να επιδεινώνεται η επιφόρτιση των δομών στα μεγάλα κέντρα. Έχουμε συνθήκες νοσηλείας που δεν είναι αξιοπρεπείς, όπως είναι η κατάσταση στα τμήματα επειγόντων περιστατικών ή με τα ράντζα. Αλλά και η αναλογία νοσηλευτών/ασθενών είναι τέτοια που δεν δημιουργεί συνθήκες ασφαλούς περίθαλψης. Είναι θέματα που δημιουργούν συνθήκες χαμηλότερης ποιότητας από αυτό που θα επιθυμούσαμε να παρέχουμε.

Προεκλογικά βλέπουμε τι λένε τα κόμματα για την Υγεία. Από την πλευρά της κυβέρνησης ακούμε ότι αύξησε το προσωπικό και τον προϋπολογισμό για την Υγεία. Δεν θα έπρεπε με βάση αυτά να ήμασταν σε καλύτερη μοίρα;

Οι δαπάνες αυξήθηκαν τα χρόνια της πανδημίας, το οποίο είναι αυτονόητο ότι θα γινόταν, όλες οι χώρες το έκαναν. Το 2023 όμως είναι μειωμένες σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Επίσης, προσλήφθηκε προσωπικό μέσα στην πανδημία, αλλά η πλειοψηφία ήταν προσωπικού με συμβάσεις και όχι μόνιμο. Αυτό δημιουργεί πρόβλημα. Παρά την πρόσληψη έστω και των συμβασιούχων, υπάρχουν ελλείψεις που είναι ορατές. Ο αριθμός των εργαζομένων στο ΕΣΥ παραμένει μειωμένος από το 2009. Δηλαδή έγιναν προσλήψεις, αλλά να δούμε και πόσες αποχωρήσεις έγιναν. Κυρίως με συντάξεις αλλά και με παραιτήσεις, οι οποίες γίνονται με τέτοιο μέγεθος που είναι πλέον δημόσιες, είναι πλέον φαινόμενο. Ναι μεν έγιναν προσλήψεις, αλλά είναι πολύ περιορισμένες σε σχέση με τις ανάγκες και δεν είναι μόνιμο προσωπικό, γεγονός που δημιουργεί μία ανασφάλεια η οποία δεν βοηθάει στην ποιοτική φροντίδα.

Επίσης, θεωρούμε ως δεδομένο ότι η επόμενη πανδημία θα είναι πολύ πιο σύντομα από ότι ήταν η προηγούμενη.

Αλήθεια είναι αυτό. Σε παγκόσμιο επίπεδο υπάρχει ένας προβληματισμός ότι μπορεί να έχουμε μια πανδημία πολύ νωρίτερα από ότι θα θέλαμε. Δεν ξέρουμε την έκταση και τη σοβαρότητά της, δεν μπορεί να το προβλέψει αυτό κάποιος. Δηλαδή αν θα είναι σαν αυτό που ζήσαμε τώρα, πιο ήπιο ή πιο σοβαρό. Αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ότι πρέπει να προετοιμαζόμαστε. και αυτή είναι η συζήτηση διεθνώς. Ο ΠΟΥ, ο ΟΟΣΑ βάζουν τα κριτήρια με ποιον τρόπο θα προετοιμαστούμε και δεν θα αιφνιδιαστούμε όπως το 2020.

Εμείς είμαστε έτοιμοι να το αντιμετωπίσουμε αυτό;

Η Ελλάδα δεν συμμετέχει σε αυτή τη συζήτηση, για την ώρα τη βλέπει από μακριά. Δεν υπάρχει καμία έγνοια προετοιμασίας. Το σχέδιο από πλευρά της κυβέρνησης δεν βάζει τέτοια προβληματική. Το βάρος που βάζει είναι σε άλλα ζητήματα.

Όπως;

Όπως τον διοικητικό κατακερματισμό του ΕΣΥ και τη συμπλήρωση των όποιων κενών μέσω της «συνεργασίας» με τον ιδιωτικό τομέα. Δηλαδή αντί να κλείσεις τα κενά στις δημόσιες δομές με προσλήψεις και με διοικητικές κινήσεις, λέει ότι θα καλέσει έναν επιχειρηματία και θα κάνει αυτή τη δουλειά αντί του δημοσίου. Αυτό είναι το βασικό ζήτημα, ο κατακερματισμός είναι πολύ σοβαρός. Για να μπορέσεις να έχεις ένα σύστημα που να ανταποκρίνεται, σημαίνει ότι πρέπει να έχεις ένα σύστημα ενιαίο με ενιαία διοίκηση. Αν τώρα η Πρωτοβάθμια κατά κύριο λόγο βασίζεται κυρίως στον ελεύθερο επαγγελματία και δεν συνδέεται οργανικά με το σύστημα υγείας, αυτό είναι πρόβλημα. Σημαίνει ότι έχεις μια Πρωτοβάθμια που δεν θα μπορέσεις να τη βάλεις να κάνει τη δουλειά και δεν θα μπορέσεις να τη βάλεις να αλληλοεπιδράσει με τα νοσοκομεία με τέτοιο τρόπο που θα βοηθήσει η μία δομή την άλλη. Επίσης, η μετανοσοκομειακή φροντίδα σήμερα είναι σχεδόν αποκλειστικά ιδιωτική, επομένως δεν μπορείς να της εισάγεις σε έναν συνολικό σχεδιασμό. Είναι ξεχωριστή επιχείρηση και δεν είναι αναγκασμένη να παρακολουθεί τις αγωνίες που έχει το κράτος για να ξεπεράσει μία κρίση. Συνεπώς τα δύο μεγάλα προβλήματα είναι ο κατακερματισμός του ΕΣΥ που επιχειρεί η ΝΔ και η όποια «συμπλήρωση» αναγκών με παραχώρηση στον ιδιωτικό τομέα.

Το τρίτο σημαντικό είναι η συζήτηση για μετατροπή των νοσοκομείων σε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου (ΝΠΙΔ) και η παραχώρηση του management σε ιδιωτικές εταιρείες. Αυτό δεν εξηγείται ακριβώς γιατί χρειάζεται και το γεγονός ότι το υπουργείο Υγείας το βλέπει σαν προτεραιότητα αντί να δει τα πραγματικά προβλήματα, είναι λογικό να μας κάνει να αναρωτιόμαστε τι σκοπό έχει. Το πιθανότερο είναι να κάνει ένα διοικητικό μέτρο για να διευκολύνει αυτά που έρχονται. Παραχώρηση κομματιών στον ιδιωτικό τομέα και λειτουργία των δημόσιων νοσοκομείων με όρους ιδιωτικής αποδοτικότητας. Δηλαδή οικονομικής αποδοτικότητας και όχι με όρους εξυπηρέτησης αναγκών. Με την έννοια ότι για να είναι ένα νοσοκομείο αποδοτικό οικονομικά, θα φροντίζουμε για αυτά που έχουν κέρδη. Αυτά που χρειάζονται μακροχρόνιες νοσηλείες θα είναι ανεπιθύμητα. Αν το δεις από οικονομικής απόψης, άνθρωποι οι οποίοι φτάνουν η νοσηλεία τους να ξεπερνάει κατά πολύ αυτό που παίρνει το νοσοκομείο από το νοσήλιο, είναι άνθρωποι που κάνουν κακό στο σύστημα. Τι κάνουμε λοιπόν με αυτούς; Δεν λέω ότι αυτό γίνεται τώρα, αλλά αν μπούμε σε μία λογική ιδιωτικού management θα φτάσουμε μοιραία εκεί. Αλλιώς αν θέλουμε να εξυπηρετήσουμε ανάγκες, βάζουμε το ζήτημα της οικονομικής αποδοτικότητας λίγο πίσω.

Τελικά ποιο είναι το βασικό ζήτημα για το σύστημα υγείας την επόμενη μέρα;

Πρέπει να αντιληφθούμε ότι το βασικό ζήτημα είναι ότι για μία καλή ποιότητα φροντίδας, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να ενισχυθεί το σύστημα από πλευράς πόρων και πρέπει να περάσουμε σε μέτρα που θα εμπεριέχουν απαραίτητα κάποιον απολογισμό. Δεν μπορούμε να μη βλέπουμε τι αποτελέσματα έχουν τα νοσοκομεία μας. Δεν γίνεται να μην αναστοχαζόμαστε στις αποτυχίες. Το ποιοτικό είναι ο στόχος. Αλλά αυτή τη στιγμή, με τις ποσοτικές ελλείψεις που έχει το σύστημα, προκειμένου να μιλήσουμε για ποιότητα πρώτα πρέπει να φροντίσουμε να επουλώσουμε πληγές. Δεν γίνεται η Ελλάδα να μην έχει καθόλου δημόσια οδοντιατρική φροντίδα. Να δούμε πως αυτοί οι τομείς θα ενταχθούν στη δημόσια φροντίδα και δεν θα είναι πεδίο άσκησης επιχειρηματικότητας. Καλή είναι η επιχειρηματικότητα, αλλά όχι για θέματα που άπτονται της υγείας, η οποία αποτελεί από μόνη της ένα θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα.

Τελευταία τροποποίηση στις 29/04/2023 - 08:01