Στο επίκεντρο της Διακήρυξης του Βουκουρεστίου βρέθηκε πρόσφατα η μεγάλη ηλικία των υγειονομικών στην Ευρώπη. Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, η Ευρώπη, εκτός των άλλων, καταγράφει μια μεγάλη αδυναμία να ανταποκριθεί στην αυξανόμενη ζήτηση για υπηρεσίες υγείας, ενώ όπως εξηγεί ο επικεφαλής του ΠΟΥ για την Ευρώπη, Hans Kluge «η κρίση του υγειονομικού προσωπικού στην Ευρώπη δεν αποτελεί πλέον μια απειλή στον ορίζοντα αλλά βρίσκεται εδώ».
Σύμφωνα με τον ίδιο «εάν το τρέχον κλίμα κινητοποιήσεων, burnout και brain drain ήρθε για να μείνει, τότε τα συστήματα υγείας μας αντιμετωπίζουν μεγάλο πρόβλημα».
Όπως έχει τονίσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας η πανδημία του κορωνοϊού ανέδειξε τις ελλείψεις και τις ανεπάρκειες στον κλάδο, οδηγώντας σε αυξημένο στρες, εκρηκτική κόπωση, ακόμη και περιστατικά βίας προς τους εργαζομένους, εκ των οποίων αρκετοί παραιτήθηκαν τα τελευταία χρόνια.
Την ίδια στιγμή καταγράφεται αύξηση των ψυχικών ασθενειών σε υγειονομικούς σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, ενώ οι νοσοκόμοι εκφράζουν σε ποσοστό 90% την επιθυμία τους να παραιτηθούν.
Ποια είναι όμως η κατάσταση στην Ελλάδα;
Η Διακήρυξη, λοιπόν, βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό σε έρευνα του περασμένου Σεπτεμβρίου, στην οποία ο ΠΟΥ προειδοποιούσε ότι τα εθνικά συστήματα υγείας σε Ευρώπη και Ασία είναι «ωρολογιακή βόμβα».
Ειδικότερα από την έρευνα προέκυψε ότι βάσει στοιχείων από 13 εξεταζόμενες χώρες, το 40% των γιατρών ξεπερνά τα 55 χρόνια.
Για την χώρα μας η εικόνα είναι καλύτερη, με το 30,2% των γιατρών να ξεπερνά τα 55 χρόνια.
Ένα ποσοστό της τάξης του 28,3% είναι 45 έως 55 ετών, το 25,7% είναι 35-44 ετών και το 15,7% είναι 25-34 ετών.
Για τους νοσοκόμους, το 34,5% είναι άνω των 55 ετών, το 48,6% είναι μεταξύ 35 και 44 ετών και μικρότερο ποσοστό της τάξης του 16,9% είναι κάτω των 35 ετών. Διαφορετική είναι κατάσταση στις μαίες, όπου το 7,1% είναι άνω των 55 ετών.
Συνολικά, προκύπτει ότι η μέση ηλικία των γιατρών και νοσοκόμων στο ΕΣΥ ανέρχεται στα 44,4 έτη.