Η παραίτηση ενός υγειονομικού στο ΕΣΥ είναι πλέον ένα συνηθισμένο φαινόμενο, όπως φαίνεται το τελευταίο διάστημα. Εδώ και αρκετούς μήνες, συντελείται ένα τεράστιο κύμα φυγής.
Παρότι οι ίδιοι οι γιατροί θα περίμεναν ότι η πανδημία θα ήταν ένα μάθημα για την κυβέρνηση, η οποία θα στήριζε ουσιαστικά το ΕΣΥ, κάτι τέτοιο δεν έγινε. Αντιθέτως, σήμερα βρίσκονται αντιμέτωποι με εφημεριακή υπερεξόντωση, αναγκαστικές εντολές για ετεροαπασχόληση και μετακίνηση για να καλυφθούν τα κενά, αλλά και με επιστημονική και μισθολογική απαξίωση. Παράλληλα, τα μόνα μέτρα που λαμβάνονται είναι μπαλώματα και όχι ουσιαστικές λύσεις. Μάλιστα, αντί να μειώνεται το κύμα φυγής, κλιμακώνεται μέρα με την ημέρα, κάτι που δείχνει ότι ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης και η υπόλοιπη ηγεσία του υπουργείου Υγείας έχει πιάσει το νήμα από εκεί που το άφησε ο προκάτοχός του Θάνος Πλεύρης.
Μετράνε αποχωρήσεις
Τα τελευταία περιστατικά, τα οποία έρχονται να προστεθούν σε αυτά των προηγούμενων εβδομάδων, είναι ενδεικτικά της κατάστασης.
Στο νοσοκομείο Σπάρτης το ίδιο το Επιστημονικό Συμβούλιο με έγγραφό του στις 3 Αυγούστου αναφέρει τρεις παραιτήσεις ειδικευμένων Παθολόγων με αιτία την εργασιακή εξάντληση λόγω υποστελέχωσης και υπερεφημέρευσης. Το Επιστημονικό Συμβούλιο επισημαίνει πως εμβαλωματικές «λύσεις» με εφημερία τομέα δεν είναι ασφαλείς για τους ασθενείς και διαχέουν το πρόβλημα σε όλο το νοσοκομείο.
Στο νοσοκομείο Χανίων έγινε γνωστό ότι στις 5 Αυγούστου υπέβαλαν τις παραιτήσεις τους τέσσερις ειδικευμένοι Χειρουργοί αναφέροντας πως η ιατρική υποστελέχωση του Τμήματος Επειγόντων Περιστατικών, με δεδομένη την τεράστια υπερφόρτωση του νοσοκομείου ιδιαίτερα κατά τους θερινούς μήνες, καθιστά δυσχερέστατη ως αδύνατη την λειτουργία των τμημάτων Γενικής Χειρουργικής.
Στο Βενιζέλειο νοσοκομείο Ηρακλείου έχουν προειδοποιήσει πως προτίθενται άμεσα να υποβάλλουν τις παραιτήσεις τους δυο ειδικευμένοι γιατροί (Παθολόγος και Αιματολόγος) γιατί εκτός όλων των άλλων το τελευταίο διάστημα η διοίκηση της 7ης ΥΠΕ αναγκάζει γιατρούς από τα νοσοκομεία του Ηρακλείου να εφημερεύουν και στο νοσοκομείο Ρεθύμνου όπου η Παθολογική κλινική είναι υπό διάλυση επίσης λόγω παραιτήσεων. Πρόσφατα για το θέμα αυτό έχει γίνει επίσημα αναφορά προς την εισαγγελία (από την Ένωση νοσοκομειακών γιατρών Ρεθύμνου) και εξώδικο (από την Ένωση νοσοκομειακών γιατρών Ηρακλείου).
Στο νοσοκομείο Αγρινίου η διευθύντρια της ΜΕΘ Εύα Μιχαηλίδου εξωθείτε σε παραίτηση λόγω των τραγικών συνθηκών εργασίας. Μάλιστα, η ΜΕΘ απειλείται με κλείσιμο, λόγω της υποστελέχωσης σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό. Σημειώνεται ότι η γιατρός κατάφερε εν μέσω πανδημίας, να μειώσει τη θνησιμότητα στη Μονάδα από το 100% (είδηση που είχε σοκάρει το 2021), στο 18%, μέσα σε μόλις 2,5 μήνες.
Στο νοσοκομείο Σερρών, τρεις παθολόγοι είναι ένα βήμα πριν την παραίτηση. Ο λόγος είναι οι συνεχείς μετακινήσεις στο νοσοκομείο της Δράμας, οι οποίες επιβαρύνουν πολύ περισσότερο μια ήδη επιβαρυμένη κατάσταση. Επίσης, ο ουρολόγος του νοσοκομείου έχει εκφράσει πρόθεση παραίτησης.
Μία ακόμα παραίτηση γιατρού σημειώθηκε στο νοσοκομείο Πρέβεζας. Η διευθύντρια του Κοινοτικού Κέντρου Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων Καλλιόπη Μιχελάκου, παραιτήθηκε και ως αιτία αναφέρει την επαγγελματική εξουθένωση στην εργασία της, ενώ καταγγέλλει μεταξύ άλλων «τους κανόνες ασφάλειας για τους μικρούς ασθενείς, καθώς και ότι η αναμονή για ραντεβού φτάνει τους 14 μήνες».
Τελευταία περίπτωση, το απόγευμα της Παρασκευής, ήταν η παραίτηση της μοναδικής παιδοψυχιάτρου στο νοσοκομείο Κέρκυρας Σαπφώς Καραβία.
Φταίνε και δεν κάνουν τίποτα
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, παρά τη διαλυτική εικόνα στο ΕΣΥ, δεν έχει κάνει κάτι για να αντιστρέψει το κλίμα. Παρά τις προειδοποιήσεις γιατρών και λοιπών εργαζομένων, δεν προχώρησε ποτέ στις απαραίτητες κινήσεις (προσλήψεις ιατρικού προσωπικού, κίνητρα, ενίσχυση συστήματος κλπ). Παράλληλα, συνέχισε την εφαρμογή της ίδιας νεοφιλελεύθερης πολιτικής που οδήγησαν στα παραπάνω αποτελέσματα.
Ήδη το ΕΣΥ χάνει κάθε χρόνο περισσότερους από 2.000 εργαζόμενους. Μάλιστα το 2021 είχαμε τον αριθμό ρεκόρ των 4.364 αποχωρήσεων! Με τους ρυθμούς χιονοστιβάδας που έχουν πάρει οι παραιτήσεις, δεν είναι διόλου απίθανο αυτός ο αριθμός να ξεπεραστεί. Κάτι που θα είναι, φυσικά, επιζήμιο τόσο για τους εναπομείναντες εργαζόμενους, μα κυρίως για τους πολίτες και τη δημόσια υγεία.