Ένα μεγάλο σκάνδαλο έχει προκύψει γύρω από την γνωστή εταιρεία Johnson & Johnson, αυτή τη φορά όσον αφορά το προϊόν «Listerine» το οποίο νέα μελέτη συνδέει με την ανάπτυξη ορισμένων βακτηριδίων που προκαλούν σοβαρές λοιμώξεις και αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου.
Μάλιστα, στις ΗΠΑ έχουν γίνει ομαδικές μηνύσεις με βάση τη μελέτη αυτή, με τους ενάγοντες να ισχυρίζονται ότι οι κατασκευαστές του στοματικού διαλύματος απέκρυψαν σκόπιμα από το κοινό τους κινδύνους χρήσης του προϊόντος.
Συγκεκριμένα, η μαζική αγωγή αφορά το προϊόν «Listerine Cool Mint Antiseptic» και κατηγορεί την εταιρεία παραγωγής ότι πρόκειται για προϊόν με λανθασμένη επισήμανση που δεν είναι «ούτε χρήσιμο αλλά ούτε και ασφαλές για ανθρώπινη χρήση».
Ο κίνδυνος του Listerine, σύμφωνα με τη νέα μελέτη
Το Listerine Cool Mint Antiseptic διαφημίζεται από την εταιρεία ως ένα στοματικό διάλυμα που «σκοτώνει το 99% των βακτηρίων που προκαλούν κακή αναπνοή, πλάκα και ουλίτιδα».
Η κατασκευάστρια εταιρεία Kenvue (πρώην παρακλάδι της Johnson and Johnson) συστήνει στους καταναλωτές να χρησιμοποιούν το Listerine δύο φορές την ημέρα για 30 δευτερόλεπτα, προειδοποιώντας ότι το προϊόν δεν πρέπει να καταπίνεται ούτε να χρησιμοποιείται από παιδιά κάτω των 12 ετών.
Ωστόσο, μια μελέτη που δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 2024 στο επιστημονικό περιοδικό «Journal of Medical Microbiology» αποκάλυψε πως η εταιρεία δεν προειδοποιούσε τους καταναλωτές επαρκώς για τους πιθανούς κινδύνους.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, η τακτική χρήση του Listerine Cool Mint Antiseptic, μπορεί να προκαλέσει την ανάπτυξη βακτηρίων όπως το Streptococcus anginosus και το Fusobacterium nucleatum. Τα βακτήρια αυτά σχετίζονται με «σοβαρές διεισδυτικές λοιμώξεις» και διάφορους τύπους καρκίνου, όπως του στόματος, του λαιμού, του παχέος εντέρου, του οισοφάγου και του μαστού.
Ειδικότερα, η μελέτη έδειξε ότι μετά από τρεις μήνες τακτικής χρήσης του Listerine, παρατηρήθηκαν σημαντικές αλλαγές στη σύνθεση του μικροβιώματος του στόματος και του γαστρεντερικού συστήματος, τα οποία είναι γνωστό ότι διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση και ανάπτυξη καρκίνων. Μάλιστα, τα βακτήρια Streptococcus anginosus και Fusobacterium nucleatum βρέθηκαν να είναι σημαντικά αυξημένα από ό,τι όταν η μελέτη ξεκίνησε.
Το Fusobacterium nucleatum, σύμφωνα με τη μελέτη, συνδέεται στενά με καρκίνους του στόματος, του κεφαλιού, του τραχήλου, του παχέος εντέρου, του παγκρέατος, του οισοφάγου και του μαστού. Ειδικότερα, έχει αποδειχθεί ότι το συγκεκριμένο βακτήριο σχετίζεται με την πρόγνωση καρκίνου του παχέος εντέρου και μπορεί να επιβιώνει περισσότερο σε όξινα περιβάλλοντα, όπως αυτά του πεπτικού συστήματος, γεγονός που υποδηλώνει ότι μπορεί να μεταφέρεται από το στόμα στο έντερο.
Το Streptococcus anginosus έχει επίσης συνδεθεί με καρκίνους του γαστρεντερικού συστήματος και, σπανιότερα, με καρκίνο του παχέος εντέρου.
Κατηγορίες για «παραπλανητικές διαφημίσεις
Σύμφωνα με την αγωγή, η εταιρεία δεν έχει προειδοποιήσει επαρκώς –είτε στη συσκευασία είτε αλλού– για τους κινδύνους υγείας που μπορεί να επιφέρει η χρήση του προϊόντος.
«Δυστυχώς για τους καταναλωτές, η διαφημιστική καμπάνια των κατηγορουμένων είναι ψευδής, απατηλή και παραπλανητική, καθώς πουθενά στη συσκευασία του προϊόντος δεν αποκαλύπτεται ότι η χρήση του μπορεί να οδηγήσει στον πολλαπλασιασμό βακτηρίων που προκαλούν καρκίνο», επισημαίνεται στην αγωγή.
«Αντί να προειδοποιούν τους καταναλωτές για τους πιθανούς κινδύνους υγείας, οι ετικέτες του προϊόντος «υποδηλώνουν το αντίθετο. Οι προειδοποιήσεις κατά της κατάποσης ή της χρήσης από παιδιά οδηγούν τους καταναλωτές να πιστεύουν ότι το προϊόν είναι ασφαλές για καθημερινή χρήση», ισχυρίζονται οι ενάγοντες.
«Η συσκευασία του προϊόντος δημιουργεί την εντύπωση ότι είναι ασφαλές για καθημερινή χρήση, αντί να προειδοποιεί για την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου λόγω της ανάπτυξης επικίνδυνων βακτηρίων», αναφέρεται στο σχετικό ρεπορτάζ, όπως αυτό δημοσιεύτηκε στις 29 Οκτωβρίου στην επίσημη σελίδα του οργανισμού «Class Action»
Τέλος, η αγωγή ισχυρίζεται ότι οι παρασκευαστές του Listerine σκοπίμως απέκρυψαν τους κινδύνους που σχετίζονται με τη χρήση του προϊόντος. Επιπλέον, σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Νομοθεσία Τροφίμων, Φαρμάκων και Καλλυντικών των ΗΠΑ, το Listerine θεωρείται ως «φάρμακο με λανθασμένη επισήμανση ή/και αλλοιωμένο προϊόν που δεν πληροί τις γενικές απαιτήσεις για μη συνταγογραφούμενα φάρμακα χωρίς εγκεκριμένη έγκριση από τον FDA».
Η αγωγή ζητά να καλύψει όλους τους καταναλωτές στις Ηνωμένες Πολιτείες που αγόρασαν το στοματικό διάλυμα Listerine Cool Mint για προσωπική ή οικιακή χρήση, εντός του χρονικού πλαισίου που προβλέπεται από τη νομοθεσία.